Ψεύτικοι οιωνοί

Δημιουργός: Ματσικοβίτης, Γιώργος Κύρου

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info


Στην άνυδρη ποταμίσια ακτή υπάρχει άμμος καυτή
ατμοί αναδύονται από την ήρεμη θάλασσα και λαμπυρίζουν
στο βάθος τρεμοπαίζοντας σαν μαρμαρυγές που ψυχορραγούν.
Στο χώρο που καλύπτει η θέα δεν κινείται ψυχή, ηρεμία επικρατεί! 
Σαν παλιό νεκροταφείο απηυδισμένο από τη σιωπή.
στη γραμμή του ορίζοντα λευκό σύννεφο αναδύεται ελαφρά
μεγεθύνεται κι απλώνεται όλο και πιο απειλητικά
μας κυνηγάει ρίχνοντας βολίδες από χαλάζι σαν κοτρόνι
μικρά κι ανίσχυρα παιδιά κρυβόμαστε στο τσίγκινο αράνι.
Ο εκκωφαντικός θόρυβος ερεθίζει τ' αυτιά των παιδιών
είμαστε χαρούμενοι που είμαστε δίπλα δίπλα
προφυλαγμένοι από τη επερχόμενη καταιγίδα.
Η φοβερή ατμόσφαιρα σφύζει από χαρά
και το δαιμονιώδες βουητό της χαλαζόπτωσις εκκωφαντικό.
Το να περπατάς σ' έρημη πεδιάδα είναι ελευθερία,
κι αν δεν φτάνεις σε ποθούμενο προορισμό
ζήσε τη στιγμή που προσφέρει η εμπειρία.
Οι αμαρτίες των ανθρώπων γλιστρούν και πέφτουν
στον πάτο της κόλασης, η σωτηρία επιστρέφει
μέσα από τη μνήμη των αναμάρτητων
εκείνων που θα πεθάνουν νέοι αλλά δεν το γνωρίζουν.
“Ον γαρ οι θεοί φιλούσιν, αποθνήσκει νέος” έλεγε ο Μένανδρος.
Πόσα μπορούσες να κάνεις κι έμεινες στο σκοτάδι;
Ζούσα στη μέση μιας λίμνης, ηττημένοι έκλαιγαν στη μια ακτή
στην άλλη γλεντοκοπούσαν οι νικητές μέχρι την αυγή.
Οι οιωνοί ήταν ψεύτικοι και η ζωή γεμάτη μυστικά
δεν φορούσε ποτέ την ίδια μάσκα.
Βυθιζόμουν στην καταχνιά για να φτάσω στο Θεό,
έζησα χρόνια σε νησί με φόβο και πυρετό,
άνοιγα την πόρτα μου μόνο σε αθώους.
Τα μάτια μου όριζαν το φως και το σκοτάδι.
Έζησα στη μέση μιας λίμνης, πριν ξημερώσει πνίγηκα,
γι' αυτό μιλάω πάντα με αντικατοπτρισμούς
δεν ανήκω πια σε κανένα λιμάνι.

Θεσσαλονίκη 20 Ιουλίου 2000

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-10-2024