η ιστορία ενός καμήλου Δημιουργός: anuya, Diogenees Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Σε κάποιο δάσος στην Ινδία κατοικούσε ένα λιοντάρι που είχε το όνομα ΜΑΔΟΤΚΑ,ΤΑ (γράφω τα σανσκριτικά με ελληνικά γράμματα). Το λιοντάρι ήταν ο άρχοντας του δάσους και είχε συντρόφους έναν κόρακα, ένα τσακάλι, και έναν ελέφαντα.
Μιά φορά έτυχε να περνάει απο εκείνο το δάσος ένας κάμηλος που λεγόταν ΚΡΑΘΑΝΑΚΑ. Σάν τον είδαν οι σύντροφοι του λιονταριού είπαν στο λιοντάρι: να σκοτώσουμε εκείνη την καμήλα και να την φάμε.
Το λιοντάρι όμως είπε: όχι! δέν θα πειράξετε τον κάμηλο. Είναι φιλοξενούμενόςμου. Θα γίνουμε φίλοι απο φιλοξενία, που είναι ιερός θεσμός.
Το λιοντάρι πλησίασε φιλικά τον κάμηλο, τον ρώτησε πώς τον λένε, απο πού έρχεται, ο κάμηλος απάντησε “έρχομαι απο το κοντινό χωριό, όπου είναι η κατοικίαμου”.
Το λιοντάρι είπε: Απο τώρα είσαι φίλοςμας. Σου εγγυώμαι δίνοντας το λόγομου ώς άρχοντας αυτού του δάσους οτι χωρίς κίνδυνο θα έρχεσαι και να περνάς απο την επικράτειάμας και κανείς δέν θα σε πειράξει.
Και όντως, απο τότε ο ΚΡΑΘΑΝΑΚΑ, ο κάμηλος, άφοβα ερχόταν και περνούσε απο εκείνο το δάσος, πέρασαν έτσι κάποια χρόνια.
Κάποτε, το λιοντάρι αρρώστησε και δέν μπορούσε να σαλέψει απο τον τόποτου. Φώναξε τότε τους συντρόφουςτου, τον κόρακα, το τσακάλι, τον ελέφαντα, και τους λέει: “είμαι βαριά άρρωστος και δέν μπορώ να κυνηγήσω. Γι’ αυτό πρέπει να πιάσετε και να μου φέρετε κάποιο θήραμα να φάω, αλλιώς θα πεθάνω απο την πείναι και απο την ασθένεια”. Οι σύντροφοι του λιονταριού έψαξαν παντού όπου μπορούσαν, αλλα για κακήτους τύχη δέν μπόρεσαν να βρούν και να πιάσουν ούτε ένα θήραμα.
Πάει τότε το τσακάλι στον λέοντα και του λέει “μεγάλε βασιλέα, λυπούμαστε, δέν καταφέραμε να πιάσουμε κανένα θήραμα. Τώρα η μόνη λύση είναι να σκοτώσουμε τον ΚΡΑΘΑΝΑΚΑ, τον κάμηλο, για να φάς και να δυναμώσεις”. - Αυτό μήν το ξαναπεί κανείς! φώναξε το λιοντάρι με οργή. “Ο ΚΡΑΘΑΝΑΚΑΣ είναι φίλοςμας συνδεόμενος με τα ιερά δεσμά της φιλοξενίας, και εγώ ο ίδιος του έδωσα επίσημα λόγο οτι δέν θα κινδυνέψει απο τίποτα στο δικόμας χώρο. Καλύτερα να πεθάνω απο την πείνα, παρά να επιτρέψω να θανατωθεί ο ΚΡΑΘΑΝΑΚΑΣ, ο κάμηλος”.
Ναί, απάντησε το τσακάλι, άν όμως ο ΚΡΑΘΑΝΑΚΑΣ οικειοθελώς δεχθεί να θανατωθεί για τη σωτηρία του μεγάλου άρχοντα, τη σωτηρίασου δηλαδή, τότε δέν έχουμε φταίξιμο.
Έ, ναί, είπε το λιοντάρι, άν το θύμα οικειοθελώς προσφέρει τη ζωήτου, δέν είναι φόνος, είναι θυσία. Άν είναι έτσι, δέν μπορώ να φέρω αντίρρηση.
Τότε το τσακάλι με τους συντρόφουςτου, τον κόρακα και τον ελέφαντα, κατέστρωσαν ένα σχέδιο.
Πήγαν οι τρεις σύντροφοι μαζί στον ΚΡΑΘΑΝΆΚΑ, τον κάμηλο, και του λένε: ο άρχοντάςμας είναι βαριά άρρωστος, πάμε μαζί να τον επισκεφθούμε.
Πήγαν μαζί στο λιοντάρι και το είδαν άρρωστο και νηστικό. Λέει τότε ο κόρακας: ο άρχοντάςμας θα πεθάνει άν δέν φάει καλά. Εγώ προσφέρω το σώμαμου, να θυσιαστώ για να με φάει το λιοντάρι, και η ψυχήμου έτσι θα πάει στον ουρανό.
Απαντά το τσακάλι: “εσύ τί κρέας έχεις; είναι ελάχιστο, δέν θα φτάσει για το λιοντάρι. Εγώ θα θυσιαστώ, για να με φάει το λιοντάρι, και έτσι η ψυχήμου θα πάει στον ουρανό”.
Τότε λέει ο ελέφαντας: “και εσύ τί σάρκα έχεις; πετσί και κόκκαλο ένα μικρό ζώο είσαι! Αφήστε, εγώ θα θυσιαστώ για να με φάει το λιοντάρι να χορτάσει, και η ψυχήμου θα πάει στον ουρανό”.
“Το δικόσου κρέας δέν τρώγεται”, λέει τότε το τσακάλι, “δέν χωνεύεται με τίποτα, και μάλιστα τώρα που είναι άρρωστος ο άρχοντάςμας”.
Ακούγοντας αυτά ο ΚΡΑΘΑΝΑΚΑΣ ο κάμηλος λέει: “σταθείτε! εγώ προσφέρω το σώμαμου, για να με φάει ο μεγάλος άρχοντας, το λιοντάρι, και η ψυχήμου θα πάει στον ουρανό!”.
Αφού είπε έτσι ο κάμηλος, ορμήσαν οι σύντροφοι του λιονταριού επάνωτου και τον κατασπάραξαν, και έφαγε καλά το λιοντάρι, και ό,τι περίσσεψε απο τη μερίδα του λέοντος έφαγαν και χόρτασαν το τσακάλι και ο κόρακας. Δημοσίευση στο stixoi.info: 03-02-2025 | |