Ο μεγάλος δρόμος στ Δημιουργός: Ίμερος, Μιχάλης Κάρος Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Προς το σήμερα
Έπειτα από αρκετή ώρα μου πέρασε το παράπονο και άρχισα να περιεργάζομαι γύρω μου. Πότε πότε μια μεγάλη σουβλιά μου διαπερνούσε το κομμένο μου πόδι, κάτω χαμηλά στην πατούσα. Ήθελα να ξυστώ με μανία, μετά θυμόμουνα πως ήταν κομμένο, και με έπαιρνε πάλι το παράπονο. Όταν ερχόταν η νοσοκόμα για την ένεση με έπιανε η ψυχή μου, κι ας έβαζε την ένεση στον ορό, αυτή τη φορά μου έφερε χαπάκι. Σαν να πήγαιναν καλύτερα τα πράγματα, μου έβγαλαν και τον ένα ορό. Ο διπλανός μου ο άραβας λεγόταν Σελίμ, αιγύπτιος, επαρχιώτης, γεωργός από γενιά. Είχε χάσει και αυτός το πόδι του το αριστερό, έσκασε ανάμεσά μας η αναθεματισμένη. Προσπάθησα να του πιάσω κουβέντα, να μάθω τι έγινε, τι απέγιναν οι άλλοι. Κουτσά-στραβά κατάφερα να μάθω πως είχαν σκοτωθεί δυο, οι υπόλοιποι είναι όλοι εδώ νοσηλευόμενοι. Μου έκανε νόημα να κοιτάξω προς την πόρτα.
Η έκπληξή μου ήταν μεγάλη, την έκανε η παρουσία δύο αστυνομικών στην πόρτα του θαλάμου. Αυτοί είναι για τους άλλους και όχι για μας, μου έδωσε να καταλάβω. Όλη αυτή η υπερένταση που έφυγε, με έκανε να νυστάξω και χωρίς να το καταλάβω βυθίστηκα στον ύπνο. Για πρώτη φορά θυμάμαι ότι είδα όνειρο από όταν με έβαλαν στο νοσοκομείο. Τι όνειρο εφιάλτης ήταν, που ξαναγεννούσε τα γεγονότα εκείνης της νύχτας. Πετάχτηκα λουσμένος στον ιδρώτα, μόλις κατάλαβα που βρισκόμουν ηρέμησα. Άργησε να με πάρει ο ύπνος, κατά το πρωί άρχισα βυθίζομαι και να χάνομαι. Ξύπνησα νοιώθοντας ένα χέρι να σκουντά ελαφρά στον ώμο, ήταν η νοσοκόμα που μου είχε φέρει ένα θερμόμετρο να βάλω. Μέχρι τώρα δεν το καταλάβαινα πότε μου έπαιρναν τη θερμοκρασία.
Θα πρέπει να κάνεις γυμναστική μου έκανε νόημα, θα πρέπει να περπατήσεις. Το απόγευμα θα έρθει να σε δει η κοινωνική λειτουργός κατάλαβα πως μου έλεγε. Εμένα άλλα με ένοιαζαν, το ότι δεν θα μπορούσα να ξαναπάω στον τόπο μου. Δεν θα είχαν καλή αντιμετώπιση τα αδέλφια μου, αν μάθαινε ο κόσμος πως ήμουν σακάτης. Γι αυτό θα έπρεπε να τους στέλνω γράμματα και λεφτά. Αλλά πως να δουλέψω, ποιος θα με πάρει για δουλειά, τα εφόδια που είχα ήταν τα χέρια μου και μόνο. Πως να στηρίξεις δυο χέρια σε ένα πόδι, αυτά σκεφτόμουνα ξανά και ξανά και μαύριζε η ψυχή μου.
Το μέγεθος του προβλήματος το έμαθα όταν συναντήθηκα με την Τζένη την κοινωνική λειτουργό το ίδιο απόγευμα. Είχε φέρει μαζί της και ένα παιδί από τα μέρη μας για διερμηνέα. Πολύ χάρηκα που μπορούσα να μιλήσω με κάποιον στη γλώσσα μου.Νόμιζα πως μου είχαν κάνει το καλύτερο δώρο αλλά ήταν και τιμωρία μαζί. Άρχισε να μεταφράζει ότι του έλεγε η Τζένη και δεν ήταν ευχάριστα καθόλου. Ήθελα να κάνω χίλιες ερωτήσεις αλλά μία μία τις απαντούσε από μόνη της, πριν καλά-καλά ανοίξω το στόμα μου. Έμαθα πως είμαι ένα μήνα και κάτι μέρες στο νοσοκομείο και έπεσα από τα σύννεφα. Μου είπε για το πρόγραμμα που θα πρέπει να ακολουθήσω για να ενταχθώ σε κάποια κοινότητα με ομοιοπαθείς μου.
Άνοιξα τα μάτια διάπλατα, ναι μου είπε μη νομίζεις πως είσαστε οι μόνοι που σας πέταξαν οι δουλέμποροι στα ναρκοπέδια. Χρόνια αυτή η δουλειά, και είσαστε από τους τυχερούς, κάποιοι άλλοι πεθαίνουν πριν προλάβουν να αγγίξουν το χώμα. Όσους γλυτώσουν και τους πιάσουν οι στρατιώτες τους επαναπατρίζουν. Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που θα ήθελα για σας είπε η Τζένη. Αισθάνομαι και λίγο ένοχη γι αυτό που πάθατε γιατί δεν κατάφεραν οι οργανώσεις να πείσουν τις αρχές να ξηλώσουν τα ναρκοπέδια κι ας παιδεύονται χρόνια τώρα. Γι αυτό θα κάνω ότι μπορώ για να βρείτε τεχνητά μέλη το συντομότερο δυνατό. Είμαι σε επαφή με κάποιες φιλανθρωπικές οργανώσεις και μπορεί κάτι να γίνει. Δεν μου έδωσε και πολλές ελπίδες, αυτό άστο σε μένα, εσύ κοίτα να γυμναστείς και να δυναμώσεις όσο μπορείς.
Όσο για τα τραύματα στο κεφάλι θα ου μείνουν κάποιοι πονοκέφαλοι που με τον καιρό θα λιγοστεύουν. Έχουν μείνει κάποια μέταλλα μέσα στο κρανίο, είσαι πολύ τυχερός μέσα στην ατυχία σου. Οι γιατροί λένε πως αφού έφτασες μέχρις εδώ μη φοβάσαι τίποτα. Με τα λόγια όλα καλά είναι σκέφτηκα, αλλά να μην είμαι και αχάριστος η κοπέλα προσπαθεί και ξέρει τη δουλειά της. Τέτοια αντιμετώπιση δεν περίμενα, πρώτη φορά με αντιμετώπιζαν σαν άνθρωπο με ανάγκες.
Όταν έφυγε η Τζένη κάθισα με τον πατριώτη και τα είπαμε, είχα τόσα πολλά να τον ρωτήσω, τόσα πολλά που ήθελα να μάθω. Αισθανόμουν σαν να ήμουν γερός ακόμα, είχα τον ίδιο πόθο να δουλέψω να κάνω κάτι. Μετά θυμόμουν την κατάστασή μου και μαζευόμουν πάλι στις σκέψεις μου. Έβλεπε τις μεταπτώσεις μου ο πατριώτης και δεν έλεγε τίποτα, καταλάβαινε, είχε δει κι άλλους σαν και μένα.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 20-11-2006 | |