Η Τελευταια Πτηση Δημιουργός: marakos1948, Μάριος ΜΕ ΠΟΡΕΙΑ ΠΤΗΣΕΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΟΥΡΑΝΟΥΣ.. Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info
Γεννήθηκε στο Νιοχώρι Τυμφρηστού ανήμερα των Χριστουγένων του 1914.
γόνος φτωχής οικογένειας με καταβολές από την Πόλη,σκαρφάλωνε με τα αδέλφια του στις πλαγιές του βουνού για να μαζέψουνε «δακράκια».
Έτσι ονοματίζουν οι υπερήφανοι ορεσίβιοι της περιοχής τα πανέμορφα εντελβάις που στολίζουν το αγέρωχο Βελούχι. Κατόπιν γλιστρούσαν γελώντας και παίζοντας προς τα κάτω για να καταλήξουν στο κατώι του σπιτιού που τους περίμενε αγωνιώντας η καλοσυνάτη μάνα τους.
ο Βασίλης πάντοτε παρατηρούσε τον ουρανό και θαύμαζε το πέταγμα των πουλιών, ονειρευόμενος κάποτε να τα μιμηθεί πετώντας με αεροπλάνο.
Όταν το πλήρωμα του χρόνου έφερε την ωριμότητα και την επιθυμία για μια καλύτερη ζωή, κίνησε για την πρωτεύουσα με εφόδια του τις ευχές των γονιών και την άριστη βαθμολογία του στο Σχολειό.
Ήταν η εποχή που η Αεροπορία προκήρυσσε διαγωνισμό για να εντάξει στους κόλπους της νέους «αετούς».
Ο Βασίλης πέτυχε να έλθει δεύτερος και έγινε υπαρχηγός στην τάξη του, κερδίζοντας την συμπάθεια αλλά και τον θαυμασμό των συμμαθητών του αλλά και των εκπαιδευτών του.
Ο πόλεμος τον βρήκε Ιπτάμενο μηχανικό αεροσκαφών στο Δέλβινο, πέταγε όμως
και ως αεροναυτίλος ,αλλά και ως πολυβολητής, συμμετέχοντας στις δύσκολες αποστολές παρατηρήσεως και εντοπισμού εχθρικών δυνάμεων αλλά και ρίψεως μηνυμάτων του στρατηγείου προς τις προκεχωρημένες μονάδες του πεζικού.
Πολλές φορές κινδύνευσε να καταρριφθεί από ιταλικά αεροπλάνα ,όταν θρασύτατα έκοβε βόλτες πάνω από τα αεροδρόμια τους συγκεντρώνοντας πληροφορίες που ήτανε ζωτικές για τον στρατό μας.
Τόλεγε η ψυχή του αλλά και του χειριστού που μόνο ο Βασίλης αποτολμούσε να πετάει μαζί του. Βλέπετε τον έλεγαν Χάρο !
«Εχοντας παρέα μου τον Χάρο δεν έχω να φοβηθώ τίποτα »,έλεγε και ξανάλεγε γελώντας στους συναδέλφους του μετά από κάθε προσγείωση .
Η συνέχεια δόθηκε στην Μέση ανατολή όταν πλέον η πατρίδα είχε κατακτηθεί από τους Γερμανούς .Γάζα, Αλεξάνδρεια και μετά επιστροφή στην πατρίδα. Μια πατρίδα ελεύθερη απ τον κατακτητή αλλά σκλαβωμένη από την μιζέρια και την αδελφοκτόνο λαίλαπα που αποδεκάτιζε τα παιδιά της .
Πολλοί φίλοι του δεν ήταν παρόντες στο προσκλητήριο. Άλλοι γύρισαν ανάπηροι, άλλοι πέρασαν στην απέναντι πλευρά, ενώ οι πολλοί πέταξαν για πάντα στους ουρανούς της αθανασίας.
Εικόνα μιας αεροπορίας με λαβωμένα τα φτερά που έπρεπε να επουλώσει τις πληγές της και μάλιστα το συντομότερο δυνατόν. Ειρηνόφιλος αλλά και Δημοκρατικός , υπέφερε βλέποντας την καταστροφή της πατρίδας από τον εμφύλιο σπαραγμό..
Χτυπημένος απ τον καρκίνο στα 90 του,μέσα στο δωμάτιο του Νοσοκομείου της Αεροπορίας ώρα με την ώρα έχανε την επαφή του με τον περίγυρο.
Σκοτάδι άρχιζε να γεμίζει τον χώρο, αφήνοντας έξω απ το παράθυρο του
κάποιες αχτίδες του Αυγουστιάτικου φεγγαριού να χαϊδεύουν τους τοίχους του δωματίου, ενώ αραιά σύννεφα σπρωγμένα απ το μελτέμι, λάκιζαν βιαστικά προς το Νοτιά .
Η καρδιά χτύπησε για τελευταία φορά κάτω από τα αδύναμο στέρνο.
«Τι ησυχία Θεέ μου » ψέλλισε με τη γλώσσα της ψυχής.
«Σηκώθηκε» απ το κρεβάτι και με βήμα νεανικό βγήκε έξω απ το δωμάτιο για να θαυμάσει τη φεγγαρόλουστη βραδιά στο μπαλκόνι του Νοσοκομείου..
Τότε ένας μοναχικός θόρυβος που όλο και μεγάλωνε απόσπασε την προσοχή του.
Ήταν ένα αεροπλάνο !
Ένα ελικοφόρο διπλάνο που ξεπρόβαλε απ το πουθενά ξεσηκώνοντας τους θαλάμους των ασθενών, με τις χαμηλές διελεύσεις του πάνω απ το Νοσοκομείο.
«Έλα Βασίλη πάμε» ακούστηκε μια φωνή μες την ψυχή του. Άπλωσε μηχανικά τα χέρια του προς την φωνή..εσύ είσαι Χάρο..εσύ ;Δεν ήταν όμως ο φίλος του ο Χάρος, αλλά ο «άλλος» που ήλθε να τον πάρει για την τελευταία πτήση. Ήταν ο χάρος ο πραγματικός ,αυτός που δεν ξεχνά κανένα, αυτός που γίνεται νονός όλων μας, βαρκάρης στο πέρασμα του Αχέροντα.
Στον έναστρο ουρανό ένα μικρό φως ξεμάκραινε μέχρις ότου έγινε ένα με τ αστέρια.
Ήταν η ψυχή του βετεράνου αεροπόρου.
Καλή πτήση πατέρα
Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-12-2006 | |