Μαύρος Πρίγκιπας (1/22 - 3/3)

Δημιουργός: AceOfSpades, Σπλατς

1ο Έργο /22 , 3η Πράξη /3 .. μέραα..

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info


Έξω από το δίπατο το σπίτι του , υπήρχε
δένδρο μεγάλο αυτοφυές που όνομα δεν έχει
μα τρεις του κάθε Θεριστή , πετάει άσπρα λουλούδια.
Μαβένια όλα γίνονται σαν μπαίνει ο Αλωνάρης
εκεί που όλα κίτρινα κι όλα καρπούς γυμνώνουν,
τούτο το απομόναχο καλημερίζει ανάσες.
μιας ευωδιάς απόκοσμης , που οι μέλισσες φοβούνται
κι οι πεταλούδες βιάζονται να πάνε στα πιο πέρα
μην τις μεθύσει αυτόκλητα και πάρει τους το χρώμα
από τα χαρωπά φτερά και τους τα κάμει γκρίζα.
Για μαγεμένο το 'χανε .Και μαγεμένο ήταν.
Σπορέας σαν ερχότανε , καρπός έβγαινε ένας
αχτιδωτός, γλυκόσαρκος, κόκκινος, δίχως φλούδι..
Τότε από το σύννεφο που όριζε τη Δύσι
γοργοπετούσε ερωδιός δίχως μάτια στις κόγχες :
Τυφλός , που ακολούθαγε τη μυρωδιά του Ένα.
Τυφλός , που τώρα έφτασε μα κάποιος το 'χε πάρει.
Έκατσε στο βεργόκλαδο και δίχως να 'χει δάκρυ
ένα τραγούδι άρχισε να υφαίνει , στη μια γλώσσα
από τις δυο που υπήρχανε ζωγραφιστές στον τοίχο.
Την πιο γλυκιά και δύσκολη , την πιο μεστή και ξένη
για τους ανθρώπους ' κι οι θεοί που ούτε ήξεραν κι ορίζαν. 3/154

Μεταξωτό στης ζάχαρης το χρώμα , ένα σεντόνι
εσκέπαζε με προσοχή και φροντισιά περίσση
το λαμπερό το σώμα της .Τα μαύρα τα μαλλιά της
ανάβλυζαν επάνω του , σα μαύρα σιντριβάνια
που 'χαν μαρμάρινο κρουνό , λευκάγγελο λαιμό της.

Ξυπνάει , θα τηνε ξύπνησε κελάιδισμα τραγούδι..
Σηκώθει , βρήκε δίπλα της καρπό δίχως το φλούδι..
Σαν ορεξάτη το έμπασε στα σπλάχνα της - τροφή της ,
αντίδωρο μετάλαβε θαρρείς , από νηστεία.
Κι ως τέλειωσε , κατέβηκε. Του κρεβατιού το άρμα
το έδεσε στην λιγαυγή.Και του ονείρου το άτι
το πότισε μ' ένα φιλί για να το γουλαντρίσει.
Φωνάζει μια το όνομα του Πρίγκιπα , μα τούτος
κάπου αλλού θα ήτανε και δεν θα την ακούει
σαν θα αρχίσει να γυρνά στο δίπατο το σπίτι
και θα ανοίγει την ψηλή , τη δρύινη ταζέρα.
Και μέσα σε αυτή θα βρει δυο μάτια σε μια θήκη..
Ν' ανοιγοκλείνουν βλέφαρα και να γεμίζουν δάκρυ !

Σαν ένοιωσε πως ήτανε μόνη της μες το σπίτι,
άνοιξε μία δρύινη που 'χε ενώσεις μπρούτζο,
σε ένα κέλυφος στρειδιού κρυφτά βρήκε δυο μάτια.
Ενός πουλιού φαινόντουσαν , τώρα τυφλό που θα 'ναι. 3/176

(Σα λίγο να φοβήθηκε αυτή που είχε σκοτώσει)

Η πόρτα άνοιξε μεμιάς και μπήκε μέσα εκείνος
και κράταγε στο δεξιό , ένα πουλί δεμένο'
(Σα λίγο και να σάστισε κείνος που τα 'ξερε όλα)
και με το άλλο έγνεψε να φύγει από μπροστά του.
Μα ευθύς γυρνά και ρώτησε αν έφαγε το Ένα !
Και κείνη αποκρίθηκε πως έλαβε το δώρο..
Πισωγυρνώντας, άφησε το πλάσμα να πετάξει
και κάτι του ψιθύρισε στ' αυτί , λες κι ήταν μάνα -
άνοιξε εκείνο τα φτερά κι έχει στις κόγχες μάτια,
στρείδι που του τα φύλαγε σαν τα μαργαριτάρια.
Τράβηξε για το σύννεφο που όριζε το Νότο.

Ξυπνάει , θα τηνε ξύπνησε το κρύο στο κορμί της..
Σηκώθει , μα δε μπόρεσε να δει , λες κι ήταν νύχτα ..
Σα μεθυσμένη έβαλε τα χέρια της στα μάτια
μα εκεί που ήταν τα πράσινα , βρήκε δυο άδειες κόγχες !
Έντρομη έτεινε μπροστά κι έπιαστηκε σε κάτι
που έμοιαζε δέντρο αυτοφυές και όνομα δεν είχε.
Σα τη τρελή θα άρχιζε να κλαίει και να ουρλιάζει
και να φωνάζει το όνομα του Πρίγκιπα, μα τούτος
κάπου αλλού θα ήτανε και δεν θα την ακούει..
Σε ένα στρείδι θα έβλεπε , πράσινα να δακρύζουν... 3/198


{Α}

Δημοσίευση στο stixoi.info: 08-02-2007