Οι απέναντι Δημιουργός: Γιώργος_Κ, Γιώργος Σ. Κόκκινος ...κάτι ευχάριστο, έστω καλοδιάθετο, για να ξεφύγουμε λίγο από τη μιζέρια... Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info [align=left][B]ΟΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ
Όλα ωραία καλά μου παιδιά, αλλά είναι κάπως περίεργο
πως τα φέρνει κάποιες φορές η τύχη, μες στην ατυχία του καθενός μας.
Στο απέναντι σπίτι, μια παλιά μονοκατοικία με τρία δωμάτια και κήπο
ζούσε κάποτε ένα καλοσυνάτο γεροντάκι, ανθοπώλης στο επάγγελμα
τίμιος βιοπαλαιστής, οικογενειάρχης με ένα παιδί, που του έλαχε το αναπάντεχο.
Έπειτα από σφοδρή ερωτική απογοήτευση, αυτοκτόνησε ο κανακάρης του
το μοναχοπαίδι του, το καμάρι του, και μετά κόπων και βασάνων
μετά την οικογενειακή τραγωδία που αντιμετώπισε, συνέχιζε να συντηρεί
ο δύστυχος, την κατάκοιτη γυναίκα του, άρρωστη βαριά από ανίατη νόσο
καθώς και το σπιτάκι τους με τον κήπο.
Κάποτε στην πόλη μου, έβλεπες δύο σπίτια ανά οικοδομικό τετράγωνο
ήταν αραιοκατοικημένη, γεμάτη οικόπεδα προς πώληση και αλάνες
μετά έφτασε κι εδώ η μόδα της μαιζονέτας και τώρα δε βρίσκεις
ελεύθερο τετραγωνικό, ούτε στα πιο τρελά σου όνειρα!
Πέθανε λοιπόν κάποια στιγμή και η άρρωστη γυναίκα του, κι έπειτα από
λίγα χρόνια πήρε το δρόμο για τον Παράδεισο κι ο γέρος ανθοπώλης.
Η περιουσία του, το ακίνητο με τον κήπο, πέρασε στα χέρια κληρονόμων
οι οποίοι έσπευσαν να το βγάλουν στο σφυρί όσο-όσο
και τελικά κάποια στιγμή, πριν ένα χρόνο, βρήκαν αγοραστή.
Η απόσταση που μας χωρίζει με το γειτονικό σπίτι, αξίζει να σημειώσω
πως είναι μηδαμινή, στην ουσία δεν υπάρχει κάποιο τυπικό χώρισμα
παρά μια συστάδα μικρών δέντρων και θάμνων, με δυο πλίνθους ανάμεσα
ούτε μάντρα, ούτε φράκτης, ούτε και κανένα συρματόπλεγμα της προκοπής.
Αγόρασε λοιπόν το σπιτάκι, ένα νιόπαντρο ζευγαράκι στην ηλικία μου
το καθάρισαν και το έβαψαν με τη βοήθεια φίλων τους, όλο απ’ την αρχή
βάλανε μέσα και το σκύλο τους τον Αζόρ, να φυλάει τις Θερμοπύλες
κι ως εδώ όλα ωραία, όλα καλά.
Αφού ολοκληρώθηκαν τελικά οι εργασίες συντήρησης του οικοδομήματος
τώρα κάθε Παρασκευοσαββατοκύριακο, διασκεδάζουν με την παρέα φίλων
- άλλα δυο ζευγάρια, άγνωστο ακόμα αν είναι κι αυτοί παντρεμένοι -
τις νύχτες στον κήπο, ψήνοντας μπριζόλες, παίζοντας τάβλι, πίνοντας μπύρα
και τραγουδώντας με την κιθάρα, άσματα της απανταχού καψουροσύνης
με τη συνοδία των, κατά τα άλλα, υψίφωνων Κυριών τους…
- “Βάσω, φέρε δυο μπύρες ακόμα απ’ το ψυγείο να πιούμε”
- “Πω-πω τι λέει το άσμα, μεγάλε, μ’ έφτιαξε τώρα ο τύπος”
- “Όπα, να καούν τα κάρβουνα κι όχι τα ψητά μας! Βγάλτα Γιώργο
κάρβουνο θα γίνουν, ούτε ο σκύλος δε θα τα τρώει”
- “Μα, τι κάνεις ρε βλαμμένο, θα τα κάψεις, όχι άλλο κάρβουνο ντεεε”
- “Αζόρ, το φαΐ σου έχει σήμερα, καλοψημένα παϊδάκια”
- Δε σου ’μαθε η μάνα σου, ρε άσχετε, να ψήνεις ούτε αυγό;”
- Όπα Ελένη, σήκω να χορέψεις να κάνουμε κέφι”
Φιλιά, αγκαλιές, αστειάκια, καλαμπούρι, γαβγίσματα, ήχοι από μελωδίες
γυναικείες φωνές, μυρωδιά κάρβουνου, φαγητό της ώρας καλοψημένο
νεανικές τρέλες, παρέα στο σπίτι με φίλους...
Πράγματα που σε κάποιους φαίνονται συνηθισμένα, αυτά που σε άλλους
δείχνουν πρωτότυπα ή ιδιόρρυθμα και που κάποιοι άλλοι ένιωσαν ελάχιστα
και τώρα τα θυμούνται σα μια γλυκειά ανάμνηση των περασμένων.
Εικόνες που νιώθω να με τρυπάνε στην καρδιά, κάθε Παρασκευοσαββατοκύριακο
συγκρίνοντας το χθες με το σήμερα και βλέποντας, πως φύγαν τα χρόνια
και πόσο όλα άλλαξαν, μέσα στην ίδια μου τη γειτονιά.
Εις υγείαν παιδιά! Και με προσοχή, ε; Όχι άλλο κάρβουνο...[/B][/align]
Δημοσίευση στο stixoi.info: 23-03-2007 | |