Το χρώμα στα σοκάκια του μυαλού Δημιουργός: Νεφελοβάτης Είναι βραδιές που δε λέει να ξημερώσει.. Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Μες στα σοκάκια του μυαλού καθώς περιπλανιέμαι ένα μόνο χρώμα υπάρχει. Καίει τα μάτια, τα τσουρουφλίζει.. Άλικο είναι σαν φρεσκοκομμένα τριαντάφυλλα, αλλά με μια μυρωδιά στυφή, σιδερένια. Ναι αίμα είναι, απ’ την καρδιά ξεχύνεται.
Άστο καρδιά μου να βγει, άστο το ρημάδι.
Τι? Όχι μη μου σκιάζεσαι, δε θα σ αφήσω να σταματήσεις να χτυπάς. Χρήσιμα εξαρτήματα είμαστε της μηχανής που κοινωνία μας τη λεν, δε κάνει να πάμε χαμένα, χωρίς να την υπηρετήσουμε. Απλά καύσιμο θα σου βάλω. Ναι από κείνο το καλό που θα σε κάνει να χτυπάς αδιάκοπα και ρυθμικά, χωρίς πολλές εξάρσεις.
Τι αν θα τρέχει? Όχι, όχι πια, επισκευή καλή μου ετοιμάζω. Ναι από κείνη που μπαλώνει τις πληγές, και που κολλά κομμάτια. Ατσάλι απ την Κόρδοβα παρήγγειλα, από κείνο που ούτε του Τολέδο τα σπαθιά να κόψουν δεν μπορούνε. Από εκείνο τ’ ακριβό, σκουριά που δεν το πιάνει..
Όχι δε θα πονέσει, δε θα πονάει άλλο πια, να μονάχα λίγο θα μουδιάσεις όταν θα το σφυρηλατούν, αλλά όχι όπως τώρα. Και μετά όλα περνάνε.
Τι? Ναι ξέρω πως δε θες, αλλά είδες. Ουρανό εζήτησες καρδιά μου, σύννεφα. Μα τίποτα δε μένει καθώς και αυτά από νεράκι φτιάχνονται και σχήματα αλλάζουν. Στη φύση τους είναι, δεν φταιν αυτά. Εσύ είσαι βαριά και πέφτεις.
Ναι τώρα θα σε κάνω πιο βαριά, το ξέρω καλή μου, μα πόνος, φόβος, σκοτεινιά, απώλεια, εσένα δε θ αγγίζει. Ναι το ξέρω εκεί ήσουν για πολύ, και το όνειρό σου το τρελό, εκείνο το μεγάλο, επήγες να το ζήσεις, μα βλέπεις όσο πιο ψηλά σαν θα ανεβείς τόσο πιο άσχημα λαβώνεσαι και πέφτεις, κομμάτια για να γίνεις.
Και όχι δεν θα ναι για πάντα καλή μου, ξανά θα νιώσεις, θα χαρείς, και θα ξαναπετάξεις. Σαν έρθει του χρόνου το πλήρωμα, σαν οι πληγές σου κλείσουν, θα βγάλουμε τα σίδερα, ελεύθερη να είσαι. Να μόνο που για να αντέχεις πια, κυκλώματα θα βάλω. Ναι από κείνα τα τρανά με τους χρονοδιακόπτες. Και με τα αισθητήρια που θα καταλαβαίνουν. Σαν θα πονάς να ξεκινούν, την αγάπη να μουδιάζουνε, τον πόνο να σου παίρνουν.
Τι λες..? Α ναι αυτό μπορείς, λίγος καιρός υπάρχει. Τραγούδα το τραγούδι σου ακριβή μου. Ναι εκείνο το παλιό το χιλιοακουσμένο, αυτό που δάκρυα έφερνε σαν τα άκουγες μονάχη. Που τις νυχτιές ξενύχταγες με το σκοπό στα χείλη, και με τα μάτια ανοιχτά δεν έβλεπες τους τοίχους, μα τ’ όνειρό σου ζούσες. Τότε που ακόμα έλεγες πως αληθινό θε να ‘βγει. Ναι εκείνο που για αγάπη κι ομορφιά θαρρώ ότι μιλούσε.
Ναι ψυχή μου κι αυτό το ξέρω, πως έρημη πια νιώθεις. Μα τώρα μη μου σκιάζεσαι, γιατί πριν φύγουμε για κείνο το αμόνι, κάτι μαζί θα πάρουμε.
Ξέρεις, εκείνο το κουτί. Ναι εκείνο δα το μυστικό, με μύρο γεμισμένο. Αυτό που έχει την οσμή που από παιδί ελαχτάρας. Του γιασεμιού, της θάλασσας, της νύχτας με φεγγάρι. Έτσι για να θυμόμαστε ότι όμορφο εχάθει, αν και για πάντα μέσα σου ξέρω πως θα το έχεις. Και μη λυπάσαι, για καλό του είναι πες. Εκεί που εσύ θα το φυλάς, χρόνος δε θα το φτάνει. Νιότη θα έχει αιώνια, ρυτίδες δε θα πιάσει. Μες του φωτός σου την αυγή θα ναι προφυλαμένο.
Το ξέρω πως δεν το ζήσες, σα μια στιγμούλα φαίνεται, αν και νομίζεις τώρα πια σαν να περάσαν χρόνια. Τόσοι αιώνες μοναξιάς, και το ζητάς καλή μου. Μα ότι έχεις μέσα σου, εκεί, κανείςπια και τίποτα δεν μπορεί από σένα να το πάρει , ούτε και να το χάσεις.
Πάμε τώρα. Και τραγούδα καλή μου, τραγούδα και ας χάνεσαι, μα σιγανά. Και να μην μου κλαις, και ας πονάς, μονάχα χαμογέλα.
Μην τύχει και σ’ ακούσει, μην τύχει και σε δει, και τη στεναχωρήσεις..
Δημοσίευση στο stixoi.info: 12-04-2007 | |