Αποπλάνηση

Δημιουργός: absurd

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[B]Αποπλάνηση[/B]

[I]Για τον Νίκο Καζαντζάκη[/I]

Παίζαμε με την παράδοση μας, φλερτάραμε
με πατριωτισμούς. Η χώρα μου

ήταν τόσο νέα. Μια νωπή παράδοση
από δανεισμένα φαγητά, ονόματα δρόμων κλώνους και
επίγονους χαρακτήρες από παντού αλλά όχι από εκεί.
Και όλα αυτά σε μόνο διακόσια χρόνια.

Αυτό μου έδινε ελευθερία,
[I](σου άρεσε, κράτησες και το χέρι μου)[/I]
η τολμηρή αισιοδοξία του χαμαιλέοντα
που κάνει σπίτι του τον ξένο χώρο,
η ανακούφιση του να έχεις τόσο λίγη
ιστορία γραμμένη.

Η χώρα σου ήταν τόσο γερασμένη.
Αναμνήσεις παντού, δεν μπορούσες να σκάψεις
τον κήπο σου χωρίς να ξεθάψεις
ένα χάλκινο δακτυλίδι, ένα κεραμικό
πάζλ, ένα μαρμάρινο δάκτυλο.

Ακόμα και οι βρομεροί δρόμοι βαστούν
τα ονόματα των θνητών που είχαν πολεμήσει,
σαν τους θεούς πριν από αυτούς,
και μπήκαν στα χοντρά ιστορικά βιβλία σου,
για πάντα.

Στην πόλη, εκατοντάδες γωνίες εκπλήσσουν
με το χλομό σκελετό του ναού—
μια μικροπροβολή από ραγισμένες κολόνες
στο κενό μεταξύ των γκρι τοίχων.
Το παρελθόν σου
έχει και αυτό ένα κενό
μεταξύ του αρχαίου και του μοντέρνου.
Και η ιστορία σε κόβει στα δύο.

Σε ρώτησα, «πώς τα κληρονόμησες όλα αυτά;»
[I](και σε δάγκωσα στο μάγουλο). [/I]
Εννοούσα, ανάξιος διάδοχος.
Σε ήθελα αυτό-δημιουργημένο,
σαν τους άντρες στη δική μου χώρα, που εύκολα
φόραγαν καινούργιες ταυτότητες
πάνω από τις άγραφες επιφάσεις τους.

«Δεν υπάρχει κενό», μου απάντησες. Παλίμψηστο είμαι.
Να το αποδείξεις, με κάλεσες στο πετσί σου. Έξυσα
το μάγουλό σου και βρήκα τον Μακρυγιάννη. Έξυσα λίγο
ακόμα, θραύσματα του Αλέξανδρου,
και λίγο ακόμη, τον Σωκράτη.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 22-04-2007