Εισαι Απεναντι : η ομοβροντία των σπλάχνων

Δημιουργός: renouli

Καλησπέρα και πάλι. Να είστε καλά και να περνάτε καλά γιατί επιβάλλεται και δεν αναβάλλεται

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

…Είδα στον ύπνο μου την καταστροφή, τη λαίλαπα,
τον όλεθρο, το μοναχό κορμί να αφανίζεται από τα στοιχεία της φύσης.
Είδα πώς είχα ανέβει στην γκρεμισμένη κορυφή που ευχήθηκα.
Είδα κι εσένα να μην λυγίζεις σε καμμιά σοβαροφάνεια,
γιατί η επιφανής κατάκτηση είναι λύγισμα για τις καρδιές των δυνατών,
των δυνατών που αληθεύουν τα μεστωμένα λόγια τους.
Είμαι ένα κλαδί ελιάς που το αφανίζει ο αγέρας.
Πόσα να ζήτησα, πόσο να ήμουν μια αχόρταγη ψυχή;
Πόσα να έπραξα, πόσο να ήμουν ένα πεινασμένο σώμα;
Ιδού το δέντρο της ύπαρξης, μια ρίζα μόνο,
ιδού το σπέρμα του έρωτα καθόρισε το σύμπαν.
Σφαλίζω τώρα τα παράθυρα, ξυλώνω τις πόρτες,
χτίζω το οίκημα. Εγώ θα το γκρεμίσω πάλι.
Εγώ με εμένα και τα ψέματα, τις δόλιες χίμμαιρες
του νου του αποπλανημένου, του νου που ξύλιασε από το κρύο.
Πλανάται το κάθε τι μονάχο του.
Να τυλιχτώ στα σπλάχνα μου, να βρω τα σωθικά μου,
να κουλουριάσω την εγκράτεια, το μέσα μου σπάραγμα.
Και να σε επιθυμήσω πάλι.
Χωρίς φόβο, ούτε με πάθος, μονάχα από την αρχή να απορήσω
και να ζητήσω να γευτώ. Στην άκρη απ’ τα χείλη σου, πλάσμα,
στην άκρη από την πόρτα σου να αφήσω, ιερέ χαμέ μου, προσφορές
κι ίσως σαν το Φοίνικα να γεννηθώ ξανά.
Μέσα από τις στάχτες, ίσα ψηλά στα νεφελώματα,
πάνω εκεί που αναπνέουν οι πρώην πεθαμένοι.
΄Ισως και να ομολογήσω ό,τι δεν τόλμησα,
Τι νόημα έχει το απέραντο στα σύννεφα;
Ποια είναι η αλήθεια στην άδεια ανυπαρξία;
Καμμία ελπίδα δεν κρύβει αλήθεια, κανένας πόθος δεν κρύβει ψυχραιμία,
Κανένα εγώ μου δεν κρύβει τίποτα.
Αν κάτι έμεινε κρυφό, ούτε κι εγώ το ξέρω.
…Είπες σιγά σιγά να ‘ρθείς κοντά μου.
Όταν θα δεις το σούρουπο, εγώ θα σε κοιτάζω,
όταν θα ακούς παράπονο εγώ θα σου μιλάω,
όταν θα μείνεις πλάι μου εγώ δεν θα πλαγιάζω.
Είναι ο ορισμός μου το παράλογο γιατί είναι η γη μου κάρβουνο,
γιατί είχα κάποτε καράβια με φόρτωμα γρανίτη.
Θα τραγουδήσω κάτω από το νερό, θα αναπνέω σαν το ψάρι,
όπως πετάς στα βράχια μια σκια κι ούτε μια στάλα αίμα,
έτσι υποκρίνομαι τις νίκες μου.
Είπες σιγά σιγά, να μείνεις το ξημέρωμα.
Θα λησμονήσω την εικόνα του θηράματος που κλαίει πεινασμένο,
άδεια τα νύχια του, δεν σε ταϊζουν οι ξεχασμένες σάρκες,
δεν σε ποτίζει το δηλητήριο των φιδιών.
Θα λησμονήσω την αφάνεια των όσων παραδόθηκαν,
είναι κακό να παραδίνεσαι, δεν πρέπει να φοβάσαι,
είναι καλό να παραδίνεσαι σαν νιώθεις κουρασμένος.
Παραδοθείτε, φίλοι μου, στην γήινη αγάπη, στου χώματος την εύνοια,
γιατί δεν ήμουν ούτε έγινα από χώμα και νερό
κι αναζητώ το πλάσιμό μου.
Όταν μ’ ακούσει ο πλάστης μου, να ‘ρθει να του μιλήσω…

Δημοσίευση στο stixoi.info: 23-04-2007