Παράνοια

Δημιουργός: sorrowman

Βήμα 5ο...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Άλλη μια βραδιά…
Αυτή η βραδιά θα είναι η τελειωτική σας…
Αυτή τη βραδιά θα σας αποτελειώσω…

Καθισμένος στο υγρό μου υπόγειο, μαστουρωμένος από τις χιλιάδες ρωγμές στα μουχλιασμένα τούβλα στον τοίχο απέναντι μου. Εκεί που κρέμασα τα πορτραίτα σας… Κορνίζες χωρίς τζάμι… Για να σας φτύνω και να το νιώθετε… Μη μου γελάτε… Ασχημαίνετε το φως απ’ τα κεριά μου… Στο τέλος της βραδιάς θα τα σβήσω κι αυτά… Δεν θα χρειάζονται πια…
Νιώθω την παρουσία σας… Πλησιάζετε… Ο ήχος απ’ τα τακούνια σας πάντα το ίδιο σιχαμένος. Λιωμένες κατσαρίδες και εκτροχιασμένα έντερα στο δάπεδο, θροΐζουν στο πέρασμά σας, τουλάχιστον εκεί που δεν έχει κάνει αυλάκια το αίμα, ή και μικρές λίμνες… Και στο τζάκι… Καίνε ακόμα ψυχές…
Περνάτε από μπροστά μου με ύφος προκλητικό, πασαρέλα σε πορνείο ξεπουλημένο σε οχιές, ντυμένες με εσώρουχα πολυτελείας, δεν τα φοράτε, τα έχετε καρφιτσώσει πάνω στο πρόστυχο δέρμα σας, σαν διαφήμιση της καυλωμένης καφρίλας σας. Τα διχτυωτά καλσόν σας ξεσκισμένα από τις προηγούμενες «ψαριές» σας…
Απόψε δεν με ξεγελάτε…
Κάθε μια ξέρει την θέση της στον χώρο, κάθε κρεβάτι και μια πόρνη… Δίπλα σε ανέμελους προβολείς που ξερνάνε κόκκινα ερμαφρόδιτα τατουάζ και κάτω απ’ όλους τους καθρέφτες της μπαρουτοκαπνισμένης κόλασης… Κουρευτήκατε επίτηδες γουλί για να διακρίνω στα χαραγμένα κρανία σας τα ανείπωτα σύμβολα της φρίκης… Παίρνετε πόζα τολμηρή απέναντι μου, πάνω στα ηδονικά θανατερά κρεβάτια, με τα πόδια ανοιχτά και τις γλώσσες σας υγρές… Απ’ τη φορμόλη…
Πόρνες, σακατεμένες ψυχές…
Πρώτα θα σας πάρω τα κεφάλια… Θα τα ταΐσω όνειρα, με βία, όπως κάνατε εσείς σε μένα… Θα σας μπουκώσω, να μην χωράει άλλο, να πέφτουν σαλιωμένα κάτω, μήπως και δηλητηριαστούν τα σκουλήκια… Να σας πνίξουν κι εσάς… Και πριν προλάβουν οι γλώσσες σας να καταπιούν θα τις τεμαχίσω, μικρά κομματάκια να τα πετάξω ψίχουλα στα μικρά αιμοβόρα περιστέρια της πλατείας…
Μετά θα κάνω μια βαθιά τομή ανάμεσα στα πλούσια στήθη σας και θα σας ξεριζώσω την αφηνιασμένη σπλήνα απ’ τα σωθικά σας… Να την δαγκώσω να αποκτήσω όλο το μίσος του κόσμου… Με δυο σταγόνες…
Θα ξεριζώσω και τα καλογυαλισμένα σας έντερα για να σας δέσω τα, ζωγραφισμένα με μακάβρια σκίτσα ανώμαλων φλεβών, χέρια σας και να σας κρεμάσω απ’ τα τσιγκέλια σας, απ’ αυτά που με κρεμάτε κάθε βράδυ… Από’ κει πάνω θα μπορείτε να λικνίζετε το ηδονικό κορμάκι σας, όπως κάθε βράδυ, για να με προκαλέσετε… Με το αίμα που θα στάζει θα γράψω τις διαθήκες σας και θα τις χαράξω στις ματαιόδοξες ταφόπλακες…
Μα θα κρατήσω κάτι πριν σας πετάξω στα σκουλήκια… Θα κρατήσω τα μεσαία δάχτυλα των χεριών σας… Για να τα δείχνω στις επόμενες ψευδαισθήσεις του ολέθριου κόσμου σας που θα τολμήσουν να με πλησιάσουν… Ή θα σκάψω μια τρύπα στο ανίερο χώμα σας, θα τα φυτέψω και από πάνω θα πετάξω όλα τα τερατόμορφα όνειρα του βέβηλου κόσμου σας… Εκεί να ψοφήσουν, στον λάκκο με τα κωλοδάχτυλα…
Σε σας μιλάω, γαμημένες ψευδαισθήσεις…
Και σαν ξημερώσει, μαζί με το φως του ήλιου, θα κυλίσω κι εγώ το κουρασμένο αναπηρικό καροτσάκι μου και θα περάσω την γαλήνια πύλη του μικρού μου σανατορίου, εκεί που ζω κάθε χρόνο την επέτειο του θανάτου μου παρέα με τις χημικές ουσίες των παππούδων μου…
Και τα κεριά έσβησαν… Δεν χρειάζονταν πια…

Δημοσίευση στο stixoi.info: 30-05-2007