Στυμφαλίδες

Δημιουργός: Θεοδώρα Μονεμβασίτη , Θεοδώρα Μονεμβασίτη

Με πάταγο βγάζει ο Ηρακλής τις όρνιθες από τις φωλιές τους. Με πάταγο τις διώχνουν και οι αργοναύτες από τα νησιά της Αρετίας. Και μένει καθαρός ο ουρανός στα νησιά του Άρη... Πάταγος, ίσως θυμίζει την απόλυτη σιωπή. (;)

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info



[I][align=center]ΣΤΥΜΦΑΛΙΔΕΣ ΚΑΙ ΗΡΑΚΛΗΣ[/align][/I]

[I]Τις Στυμφαλίδες όρνιθες στη λίμνη τις οδήγησε ο Άρης, γιος του Δία, από τη γειτονική, βόρεια Αρκαδία· μοιάζουνε με αθάνατες, με μοχθηρή ματιά, ανθρωποφάγες Άρπυιες, μάγισσες και πουλιά. Σαν της ζωής τα τραγικά, απρόβλεπτα εμπόδια, ράμφη και νύχια χάλκινα, μακριά λεπτά τα πόδια, μπρούτζινα κοφτερά φτερά, σα βέλη εκσφενδονίζονται, στο στόχο τους αλάνθαστα πάντα να παραδίδονται. Ο Ηρακλής τις έδιωξε μακριά απ’ την Ελλάδα, γιατί στο πλάι αόρατη, του έστεκε η Παλλάδα· στου Στύμφαλου τους πρόποδες, κρυψώνες οι φωλιές τους, δυο κρόταλα του έδωσε χάλκινα του Ηφαίστου· χιλιάδες ξετρυπώσανε και μοιάζανε μαρτύριο και κρύβανε τον ουρανό και κρύβανε τον Ήλιο.


Σε μια βλάστηση πυκνή, σε νέα μπήκε εντολή, τρομακτικά κρωξίματα και βίαια χτυπήματα, σα γυναίκες τραγικές που αφήνουνε σημάδια, μα με χιλιάδες σαϊτιές και των θεών την άδεια, νικημένες έπεφταν ή τρομαγμένες πέταγαν, μέχρι την Μαύρη Θάλασσα, στου Άρη τη μεριά, οι αργοναύτες θα τις βρουν στης Αρετίας τα νησιά. Σαν πνεύμα ο ημίθεος πετά πάνω απ’ τη λίμνη, στη μάχη ελευθερώνεται του Άρη ο ουρανός, αστραφτερός και φωτεινός, σαν το πουλί στον ήλιο, συμβολική αντίθεση των σκοτεινών πτηνών.[/I] (E)




[align=center](Ν)[/align]
[align=center][B]Στυμφαλίδες και Αργοναύτες [/B][/align]




[I]Tους χάρτες σου ακολουθείς σ’ ουράνιους γαλαξίες
κρυμμένες στο χαμένο χθες
νιώθεις τις πιο απόκρυφες, σκληρές δοκιμασίες
γραμμένες στο θαμμένο «φταις»
Κολχίδα, σ’ άλλες εποχές, ουράνιες οι πυξίδες…[/I]




Στης Αρετίας τις ακτές του Άρη βλέπεις τα πτηνά
και της ζωής τα απρόοπτα κοιτάς λιγάκι ταπεινά
μα ύστερα βρίσκεις δύναμη κεφάλι να σηκώσεις
και τις γρουσούζες μάγισσες που κρύβεις ν’ ανταμώσεις
στον καθρέφτη αντίκρισες τις μαύρες τους εσάρπες
δικές σου είναι οι μάγισσες, δικοί σου κι οι Αργοναύτες.


Ορμούσαν να ξεσκίσουνε το ηλιοκαμένο δέρμα
μα στων ηρώων την καρδιά ρέει δυνατά το αίμα
τα όμορφα τα μάτια τους θέλαν’ αυτές να κλέψουν
σα γυναίκες σκοτεινές, τσιμπούνε τρυφερές καρδιές
τώρα στου Άρη τις ακτές, φτάνει το θλιβερό μας χθες
μα σβήνει… και στον ουρανό... θα σηκωθεί ξανά η Αργώ...


Άρπυιες μάγισσες π’ ορμούν και της Αργούς οι ναύτες
μέσα στη βάρκα της ψυχής ντυμένοι αργοναύτες
ώρα στο νου του Ιάσονα το σχέδιο γυροφέρνει
μοιράζονται αρμονικά το πλοίο να μη γέρνει.


Κρατούνε οι μισοί κουπί κι οι άλλοι τις ασπίδες
να φτιάξουν θέλουν μια σκεπή, μα όχι παρωπίδες
με μιας σηκώθηκαν ψηλά τ' αριστερά τους μπράτσα
ζωγραφισμένα είδες κι εσύ της Μέδουσας τα μάτια.


Στ' αριστερό το χέρι τους μπρούτζινες οι ασπίδες
μπρούτζινα και τα βέλη τους πώς πέταγαν, τα είδες…
και το γαλάζιο ουρανό έκρυβαν και τον ήλιο
μα η Αθηνά ήταν εκεί, του Ορφέα ακούει τον ύμνο.


Τη θεϊκή της δύναμη στα στήθη όλοι νιώσανε
μάχη σκληρή και μυστική μα εκείνη δε προδώσανε
με το δεξί το μπράτσο τους πάταγο προκαλούνε
τα όπλα τους ταυτόχρονα όλοι μαζί κτυπούνε.


Σαν πύργος που κατέρρεε, σαν πόρτες που βροντούνε
σαν αντιδράσεις στον αχό μιας λάθος κοινωνίας
ξένης στη φύση της ψυχής και στης ομοβροντίας
παλμό, ένταση, συχνότητα στη μάχη οδηγούνε
στο δρόμο αναπόφευκτα μπροστά μας θα τις δούμε.




٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭٭

[I]Σαν πνεύμα ο ημίθεος πετά πάνω απ’ τη λίμνη
στη μάχη ελευθερώνεται του Άρη ο ουρανός
αστραφτερός και φωτεινός σαν το πουλί στον ήλιο
συμβολική αντίθεση των σκοτεινών πτηνών.[/I]


Δημοσίευση στο stixoi.info: 14-06-2007