Επίθεση στη Santa Justicia Δημιουργός: ftx, Ευτύχης Χαιρετάκης Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Σε μια λοκάντα σκοτεινή, πειρατική,
στου λιμανιού την άκρη, εκεί, στην Καρθαγένη,
μίλησε κάποιος για γαλέρα ισπανική,
του Μοντεζούμα τα χρυσάφια φορτωμένη.
Κατάρες έφτυνε ένας Μάγια ιθαγενής,
γέρος, που χρόνια στην ταβέρνα είχανε σκλάβο,
Πάψε να βρίζεις, γέρο, δε μας συγκινείς...
Λάθος, που μου 'μελλε αργά να καταλάβω.
Τρεις εβδομάδες βολοδέρναμε ανοιχτά,
των οριζόντων κοίταε τις γραμμές το κυάλι,
χωρίς παντιέρα, με τα φώτα μας σβηστά,
ώσπου να βρούμε τη γαλέρα τη μεγάλη.
Πελώρια εφάνη, μεσημέρι βροχερό,
και τ' όνομά της διάβασα, Santa Justicia,
βάλαμε μπρος το σχέδιο μας το πονηρό,
και σκίρτησε παράξενα η καρδιά στα στήθια.
Ανατινάξαμε το δόλιο μας σκαρί,
και περιμέναμε να 'ρθουν να μας βοηθήσουν,
των θαλασσών ο νόμος λέει πως δε μπορεί
ανθρώπους έρμους να πνιγούν να τους αφήσουν.
Θα μας πλευρίζανε αυτοί προσεχτικοί,
θα κολυμπούσαμε μες στα νερά από κάτου,
κι από την πίσω τους πλευρά σαν ποντικοί,
θα τους ξαφνιάζαμε με δώρο του θανάτου.
Φέραν τα ρεύματα τις μοίρες μας σιμά,
και σκαρφαλώσαμε, όπως το 'χαμε σχεδιάσει,
τρόμος μου θέρισε στυγνά τα σωθικά,
μπρος στην εικόνα των αιμάτων και την άση.
Κορμιά λιωμένα, πεθαμένοι οι ναυτικοί,
με δυο κενά ο καθένας αδειασμένα μάτια,
και πληγιασμένες σάρκες, που 'χαν φαγωθεί,
απ' τα σκουλήκια κι απ' της θάλασσας τ' αλάτια.
Στ' αμπάρια μέσα κρουσταλλένιος σκελετός,
σ' ένα χρυσήλατο θρονί ήταν καθισμένος,
κάποιος Αζτέκων βασιλιάς ή και θεός,
που μας κοιτούσε δυνατός κι εξοργισμένος.
Στο ταραγμένο από τους φόβους μου μυαλό,
χιμούσε -πίστεψα- σε μένα καταπάνω,
για να γλιτώσω σκύβω και παρακαλώ,
κι η θύμησή μου πάει στον γέρο ινδιάνο.
Ούτε δουβλόνι δεν αγγίξαμε μισό,
κάποια φοβούμενοι κατάρα ή τιμωρία,
και δώσαμε όρκο να κρατήσουμε κλειστό
καθείς το στόμα του γι' αυτή την ιστορία.
Σταυροκοπιέμαι κάθε βράδυ μοναχός,
όταν θυμούμαι κείνης της φοράς τη φρίκη,
κι από τα χείλη μου κυλάει σα στοναχός...
Santa Justicia σημαίνει Αγια Δίκη.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 22-10-2004 | |