Εχθες φοβηθηκα

Δημιουργός: renouli

Καλησπερα και καλο καλοκαιρι στους διακοπουντες

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Εχθές ό,τι φοβήθηκα έγινε, δεν είπα τίποτε,
ή δεν θυμάμαι, αλήθεια, δεν θυμάμαι.
Όταν στράγγισα τη δίνη του περιδινούμενου ίσκιου μου.
Όταν σβόλιασα τα χώματα της μαύρης ψυχής μου.
Γιατί ο δρόμος είναι αμαρτωλός και κάθε βήμα
σου αφαιρεί ανάσες, σου κόβει νήματα, θύμα στους δίκαιους.
Πάρτε τα λάθη μου, δέστε τα χέρια μου πάνω στις πέτρες,
κι ας μην έχω άλλο προσκεφάλι πια, δείτε τ’ αγκάθια,
όσο βαθιά κι αν θάψω τον παραλογισμό στη γη, εκεί είσαι ακόμη.

Κρεμάστηκα στο απέραντο κενό, βλέπω το σώμα μου,
πάνινο τομάρι γεμάτο άχυρα, άχυρα είναι όσα θέλω.
Αργοφυσάει ο άνεμος, αργοκινιέμαι χωρίς θέληση,
χωρίς οσμή, χωρίς αφή, χωρίς ανάγκες πια να καταλάβω.

Έχθές τα ζήλεψα τα καθάρια λόγια, τα γάργαρα νερά,
δεν θυμάμαι να δίψασα, αλήθεια, δεν θυμάμαι.
Όταν ζήτησα συγγνώμη στις σκέψεις μου που τύφλωσα.
Όταν τσάκισα τις παλάμες μου πάνω στο όμορφο σώμα σου.
Γιατί ο πόνος είναι ανομολόγητος κι ο ουρανός είναι άγιος,
στο χάος που περιφέρομαι γέμισα αλυσίδες, η μνήμη είναι έγκλημα.
Μην ακούς τι λέω, μην μ’ αγγίζεις, να μη με βλέπεις καν,
για σένα μπήγω τα νύχια μου στις σάρκες μου, μην γίνεις τέλος,
το τέλος θα ‘ρθει γιατί λικνίζεις τα απαράβατα θέλω σου.

Κρεμάστηκα πάνω από τις στέγες, κανείς δεν βλέπει,
καλύτερα έτσι, άφαντο σκιάχτρο, καλύτερα έτσι,
με ποδοπάτησαν τα σύννεφα, καμμιά συμπόνοια ούτε οίκτος,
χωρίς αγάπη, μόνο με ζύγισμα τούτη η δίκη.

Εχθές φοβήθηκα για πρώτη μου φορά, τρέμουλο έγινα,
άνοιξαν οι πύλες της αβύσσου για πάντα να φοβάμαι.
Δεν έχω κάτι να σου πω, να φύγεις μόνο.
Δεν γέλασα για τίποτε, για μένα μόνο.
Για μένα που η ανομία έγινε βασανισμένο αύριο,
που ρήμαξε τα μέλη μου με τιμωρία λιθοβολισμού.
Πνίξτε τις σκέψεις μου, κόψτε τους δρόμους των ίσκιων,
περπάτησα εκεί και χάθηκα, διώξτε τη μοίρα μακριά,
γέλασε άκαρδα στα τόσα μου μαρτύρια, την ώρα που έφευγες.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 28-07-2007