Ένας βουβός διάλογος

Δημιουργός: poetryf

Για τον αποχαιρετισμο ενος παιδιου από μια μάνα, στον πόλεμο που ποτέ δεν θα πάψει...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Στη μέση ενός μεσημεριού, μισό το μοιρολόϊ
κάρφωσε η μάνα τη ματιά στης μοίρας το ρολόϊ.
Βαρύ το σήμαντρο χτυπά και η σειρήνα ουρλιάζει
πλοίο ακυβέρνητο η καρδιά στη λύπη της βουλιάζει.

[align=center][B]"Που'σαι παιδί μου ακριβό, γιόκα μου που να είσαι...
Γιατί της μάνας σου το βιός ακόμα το αρνείσαι;;;"

[/align][/B]Κ'ευθύς εσείστηκεν η γης κι ο γιος της απαντάει

[align=center][B]"Πιότερο μάνα μου από εμέ' κανείς δεν σ'αγαπάει!
Μ'άλλη Μητέρα ακολουθώ και πολεμώ για'κείνην
Μπήκα στου Χάρου το στενό κι εκείνος δε μ'αφήνει...
Κι αν δεν ακούς τη σάλπιγγα πώς βαριαναστενάζει
γλυκιά μου μάνα χλώμιασα... κι έγειρα στο περβάζι...
Οχτρού το βόλι μ'έριξεν σαν άγκυρα κι εμένα
κι είδα το γόνυ του Θεού από διαβόλου φτέρνα!
'Σύχασε μάνα μου καλή κι ο γιος σου θε'να σ'έβρει
στου Παραδείσου τις γωνιές κάποτε απιθωμένη"

[/align][/B]Αίφνης πώς έκλεισεν η γης! Πώς κραύγασεν ο Ήλιος!
Αίφνης τις πόρτες τ'ουρανού πως σφράγισεν ο γρύλος
Κι έβαλε η Φύση φορεσιά το μαύρο της φουστάνι
αυτό που η μάνα εφόραε λίγο προτού πεθάνει.
Τώρα που οι ήχοι σώπασαν και κόγχη πια δε μένει
κοιτάχτε τους πώς κείτονται στο χώμα αγκαλιασμένοι.

[align=right]Αθανασία Γ.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-09-2007