Μονόλογος νυχτερινός

Δημιουργός: margatsif, ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Σαν το νούμερο 110.......

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Εκεί που λάμπει ο ήλιος, φέγγει η ευτυχία - τόσο απλά.
Μα σήμερα μέσα στη σκιά της ευτυχίας, φάνηκε μια πίκρα. Σαν την απόχρωση του όμορφου καπνού. Μέσα σ΄ αυτό που έμαθα να λέω καρδιά και αρμονία. Οι σκέψεις και οι λέξεις πάγωσαν, έτσι όπως πάγωσε το χέρι μου στο δικό σου. Η άτιμη όμως η σκέψη η βασανίστρα, φέρνει μορφές και οράματα παλιά και άπιαστα τώρα, σαν το τελευταίο νούμερο του τηλεφώνου, σαν το νούμερο 110. Απλά - αθόρυβα σκορπίζουν λέξεις και νούμερα.Είναι η άπιαστη λέξη χαμόγελο και φως στο παράθυρο, μα και στη σκέψη. Όλα είναι γύρω μου, άθελά μου, σαν το αυθόρμητο αγκάλιασμα, σαν το πικρό χαμόγελο. Το μαύρο φως που μπήκε στο δωμάτιό μου σήμερα, χύθηκε και μέσα μου. Δεν ξέρω πως, μα μέσα μου γέμισα με σκοτάδια. Είναι παράξενα όλα αυτά σαν το τελευταίο μάτι, σαν αυτό που έμαθα να λέω αρμονία και χρώματα......Χίλια χρώματα έξω κι εγώ ν΄ αγναντεύω.
Έριξα τη σκέψη στο χαρτί σαν το τελευταίο νούμερο 110.
Άφησε ο χρόνος τα σημάδια του, σε γνώρισα έξω, η ζωή κυλάει στο κούτελο. Κυλά αληθινά κι ανέλπιστα, υπάρχει κι αυτό που λέγεται χωρισμός. Όπως το κίτρινο φύλλο στην επιφάνεια του νερού ατάραχο, μα ελπιδοφόρο για όνειρα και νέες κατακτήσεις στη μοναξιά.
Εγώ και η πίκρα.
Σε ψάχνω, σε αναζητώ στα χρώματα του τελευταίου καπνού, στο πιό πικρό κατακάθι σε ψάχνω. Λόγος έγινε ακόμη και για γάμο. Εγώ έκλαψα πολύ, γιατί σκότωσα το τραγούδι σου. Αυτό το τραγούδι που γιγάντευε με την καρδιά μου και τη χίμαιρα της Άνοιξης απλά, δίχως περιττές πολυτέλειες. Έτσι όμως τελειώνει το κάθε τι, αθόρυβα στην καρδιά, έντονα στη μνήμη. Είχα παρέα σήμερα στο κλάμα μου, μονάχα την μοναξιά μου. Από τη μια έκραζε η κραυγή της απόγνωσης, από την άλλη έβγαινε μες απ΄ τα στήθια η κραυγή της λύτρωσης. Αθόρυβη στη μοναξιά μου, έντονη στη λύπη.
Πότισα την καρδιά σου με αίμα, πότισα την πίκρα με δάκρυ, σαν το λουλούδι της γλάστρας στο παράθυρο, χωρίς το παραμικρό νεύμα, χωρίς την πνοή της Άνοιξης και του χρυσού ήλιου, χωρίς το τρυφερό χαμόγελο στο στόμα. Έζησα μαζί σου τόσο όμορφα, τόσο αξέχαστα, σαν το τελευταίο δειλινό, σαν το τελευταίο νούμερο.
Πότισα και σήμερα τη γλάστρα. Μου κλέψανε τα λουλούδια της, φώλιασε το άρωμα στη γωνιά της καρδιάς. Τώρα γρεμίστηκε η φωλιά της κάθε μιας ελπίδας, ούτε ένα φως εσύ πια, ούτε ένα χαμόγελο.
Η μοναξιά πήρε το δρόμο της, ανηφορίζει σεμνή - απλή, νοιώθει το νερό αίμα, νοιώθει την πίκρα φως. Ποτίζει η μοναξιά το λουλούδι του μαρασμού. Είναι σαν να φυσάς στη Γη το πρόσωπο του ήλιου.
Εκεί στις ρίζες του πράσινου δέντρου, μέσα στο λουλούδι και το χρώμα....θα ποτίσω. Πιστεύω πως θα΄ρθει η μέρα της λησμονιάς.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 27-09-2007