Φυλαχτό Δημιουργός: Γιώργος_Κ, Γιώργος Σ. Κόκκινος Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info [B]ΦΥΛΑΧΤΟ
Σου στέλνω την αγάπη μου, με γαλανό γκλίτερ μελάνι.
Πήρα το δρόμο που οδηγεί για το βουνό απόψε κι ανεβαίνω.
Κι όλο ανεβαίνω, ανεβαίνω, μα στην κορφή δεν έφτασα χωρίς εσένα.
Σε καρτ-ποστάλ ν’ απεικονίζονται στιγμές που πέρασαν.
Να σε θυμάμαι μ’ ένα σακίδιο, φορτωμένη μ’ αποσκευές να πηγαίνεις.
Που πηγαίνεις; Θα είμαι μέσο στο ταξίδι σου, λαθρεπιβάτης στ’ όνειρό σου.
Που πηγαίνεις; Θ’ ακολουθώ αγαπημένη κι όπου μας πάει ο δρόμος.
Θα ‘χω φτερά στα πόδια, πούπουλα στο στέρνο αγαπημένη.
Στους ώμους θα φορώ φτερούγες και φωτοστέφανο στην κεφαλή.
Θα ‘μαι επιβάτης σ’ ένα όνειρο, που θέριεψε να γίνει.
Όπως τα γαλανά πρωινά, που ξύπναγες στο πλάι μου, απ’ τα φιλιά στα χείλη. Κι εκείνα φλέγονταν.
Σου χάιδευα τα μεταξένια σου μαλλιά, που απλώνονταν στη θάλασσα.
Η πρώτη μας νυχτιά, μακριά απ’ το σπίτι.
Κι ύστερα ξύπναγες στο πλάι μου, σε γαλανή αμμουδιά. Που ‘θε πηγαίνεις;
Σήμερα πέρασα μια βόλτα απ’ τα μέρη που περάσαμε. Που να’ σαι;
Ώρες αλήτισσες μας κέρναγαν γλυκόπιοτο κρασί και της αγάπης μέλι.
Πνιγήκαμε απ’ τα φιλιά στα χείλη, βούλιαξε το πλοίο μας.
Κι εγώ ανεβαίνω, ανεβαίνω, ανεβαίνουμε μαζί, δίχως εσένα.
Σε περίμενα, σ’ αγνάντευα, περίμενα πολύ. Που ήσουν; Άργεψες.
Με κλεισμένα μάτια κι η ψυχή κομμάτια.
Να κλαίει για μι’ αγάπη, που ορφάνεψε.
Ανέβαινα για ώρες, ημέρες, λεπτά περασμένα, δίχως εσένα.
Μάτια κλαμένα, με δάκρυα γιομάτα.
Χείλη σφραγισμένα, όνειρα χαμένα, μα δίχως εσένα. Τι να πεις;
Σε περίμενα χρόνια, περίμενα να ‘ρθεις, κάπου να φωλιάσεις.
Εκεί που η οδός της καρδιάς, σε οδηγεί στο παντού.
Κι ούτε μια λέξη για το ίσως, το μήπως, το μπορεί, το ποτέ.
Ούτε μια λέξη να θέλεις να πεις, μα όχι για να κλάψεις.
Κι όλο σε χάνω, πες μου τι να κάνω; Σε περίμενα να ‘ρθεις.
Λευκή περιστέρα, πέτα πιο πέρα, πέτα πιο πέρα, να φτάσεις το τώρα.
Πέρασε η ώρα και σ’ αυτή τη ζωή, δε χωρά ο Παράδεισος.
Τελευταία γραμμή στον αγέρα, πιο πέρα, πιο πέρα, πέτα πιο πέρα.
Στο τώρα, στο παντού, στο μετά, να κρεμάσεις ανταύγεια.
Μην πλησιάσεις το μελλοθάνατο, θα σε προδώσει η ζωή κάποια μέρα.
Ένα βήμα πιο πέρα, πιο πέρα, πιο πέρα.
Σήμανε το τέλος μας, τουφεκιά στον αέρα.
Κι ούτε κουβέντα στα χείλη, νωπά τα φιλιά, μέρα με τη μέρα.
Δίχως ευθύνες κι ανάγκες πουθενά, με πέντε κορδέλες κρεμασμένες σε σφαίρα.
Λευκή περιστέρα, πέτα πιο πέρα, πέτα πιο πέρα, να φτάσεις το τώρα.
Λέξεις στο χαρτί, τυπωμένες στα μάτια.
Κι η ψυχή σε κομμάτια, στο μουντό πρωινό.
Χρώμα μπορντό. Πως μπορώ να σου πω, πως αλλιώς σ’ αγαπώ;
Έστω κάποια φορά, τελευταία, σπουδαία.
Σε χρώμα λευκό νυφικό, ασπρισμένες βεράντες με θέα.
Κόκκινα κάστρα, καρδιά ξελογιάστρα.
Πράσινος ήλιος και μαύρα πουλιά που μας λεν καλημέρα.
Λευκή περιστέρα, πέτα πιο πέρα, πέτα πιο πέρα, να φτάσεις το τώρα.
Πάμε στο πάντα, όπως παίζει η μπάντα.
Όπως παίζει η μπάντα, του έρωτά μας σκοπό. Εν-δυο, Εν-δυο, Σ’ αγαπώ.
γιώργος_κ[/B] Δημοσίευση στο stixoi.info: 17-10-2007 | |