Ο τσουπάνης και τα γίδια Δημιουργός: Μίκης Ζέζας Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Τς Καρακάξας γιος και απού πατέρα νόθος
αμόλησα μια μέρα τα γίδια για μια βόσκα.
Με τη γκλίτσα τα τσιρτσίλευα κι αυτά με βλασφημούσαν!
Πλησίαζε και Πάσχα, αυγά σου καθαρίζουν;
Του κοκορέτσι θέλανε να φαν απ’τ’άντερά μου
κι ιγώ τα ικλιπαρούσα, προτού μι φάνε σουβλιστό
να κόψου του μαλλί τους, ν’αρμέξω του βυζί τους,
ταχιά ταχιά το πρωινό στη στρούγκα να ποθάνω
από χατζάρι κοφτερό, κέρατο κατσικίσιο
που θα ‘μπηγι ουλότελα τον δόλιο κρόταφό μου.
Κι μούλις χάραξ’ η αυγούλα και σβήσαν οι ιλπίδες
ξάφνου εμφανίστηκαν οι φίλοι μου οι λύκοι.
Τα τσουπανόσκυλα εδείλιασαν και του ’βαλαν στα πόδια!
Και κει που οι γίδες θα ‘τρουγαν σα φασουλάδα ιμένα,
μπήκαν οι λύκοι στου μαντρί κι τρόμαξαν τα γίδια.
Και αντί για μάχη σύσκεψη εγίνηκε μιγάλη
για το αν οι λύκοι θα ‘πρεπε να φάνε τα κατσίκια
ή αν τα γίδια θα ‘πρεπε να ψήσουνε ιμένα.
Κι αφού η κουβέντα ουδήγησε σε σαματά μιγάλο,
γριά κατσίκα ελάλησε η πιο σουφή απ’ ούλες:
«Όπου δεν πίπτει λόγους πίπτει σούβλα! Καλέ ψήστε μας,
Πάσχα έρχιται! Ου Διάκους πιου νόστιμους ήταν?
‘Η μήπους θα σι ψέναμε στ’ αλήθεια ουρέ τσουπάνη;»
Κι αφού οι λύκοι φύγαν νηστικοί και ντροπιασμένοι,
εγέλασε αυθόρμητα του παρδαλού κατσίκι
κι ευθύς τη γκλίτσα πέταξα κι πήρα το ντουφέκι
και του ‘πα μονουμιάς:«ρίχτου Κίτσου στου κιφάλι!»
Κι ου Κίτσους το ελάβωσε και κείνο ξεψυχούσε
κι ύστερα ξιπάστρεψε ούλα τ’ άλλα γίδια .
Κι τα ‘ψησα στου μπάρμπικιου. Αυγά σου καθαρίζουν;
Δημοσίευση στο stixoi.info: 31-10-2007 | |