Μια εργένικη βραδιά

Δημιουργός: margatsif, ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Αφού τώρα ξύπνησα.....σας μεταφέρω το χθεσινό μου βράδι!

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Πέσαν επάνω μου οι τοίχοι χθες το βράδυ
μπήκα στις μπότες μου κι έφυγα στο δρόμο
έγινα ένα με σκιές μες το πυκνό σκοτάδι
ήτανε τόσα στο μυαλό, ήμουν κουφάρι μόνο.

Αφού τριγύρισα τετράγωνα και πάρκα
με τα δυο χέρια μου χωμένα μες στο τζιν
σα λιμανάκι που υποδέχεται μια βάρκα
βρήκα ένα μπαρ που ονομαζόταν '' πλην + συν ''.

Πέντε καθόντουσαν κι ακούγαν μουσικούλα
με ένα ποτήρι ξεχασμένοι στα σκαμπό
μούστειλε αμέσως το γκαρσόν κάποια '' ομορφούλα ''
της πιάτσα σκιάχτρο και της ζήσης ρημαδιό.

Κερνάς μια μπύρα παλικάρι; να καθίσω;
μούπε και τράβηξε καρέκλα εκεί κοντά,
της είπα όχι, θέλω μόνος να μεθύσω
δεν έχω όρεξη μα ούτε και λεφτά.

Μου χαμογέλασε κουνώντας το κεφάλι
και τότε τόνιωσα, την είχα ξαναδεί
δεν ήταν δυνατόν να ήταν κάποια άλλη
ήταν η Μαίρη, του Μανώλη το παιδί.

Σήκωσα αμέσως το μπουκάλι μου στο στόμα
ήπια γουλιά και αναστέναξα βαθιά
τι άλλο απόψε θα μου συμβεί ακόμα
την αγαπούσα εγώ αυτή την κοπελιά.

Με βηματάκια πεταλούδας τσακισμένης
ψεύτικα γέλια και χαμόγελα πλαστά
το πλάσμα αυτό πως είχε όψη σιχαμένης
πως κατρακύλησε σα πέτρα σε πλαγιά;

Σίγουρο ήτανε δε μ΄ είχε αναγνωρίσει
λίγο το ντύσιμο, λιγάκι τα μαλλιά
σε άλλο χώρο θάχε ' ρθεί να με φιλήσει
στην ίδια αυλή είχαμε ζήσει από μικρά.

Σ΄ αλλάζει η νύχτα, σε τσακίζει, σε πεθαίνει
σε θολώνει, σε ρυτιδιάζει, σε χαλά
μικρές ανάσες το στήθος ανασαίνει
είναι κακούργος ο καπνός, φαρμάκι τα ποτά.

Μια μπύρα δεύτερη και τρίτη μα και πέμπτη
γέμισα γόπες το τασάκι εκεί μπροστά
κι όταν αισθάνθηκα σα θρύψαλα καθρέπτη
στον ώμο την άγγιξα και βγήκα έξω σκυφτά.

Τούτη την άθλια βραδιά θα την θυμάμαι
που αντί να διώξω σκέψεις, πρόσθεσα πολλές
κι άλλη φορά είπα θα πέφτω να κοιμάμαι
να κάνω βόλτες σε ονείρων διαδρομές.


Δημοσίευση στο stixoi.info: 23-12-2007