Στίχοι ορφανοί

Δημιουργός: Μετέωρος Άγγελος

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Όλους τους θάνατος τους έζησα
πάνω στα χώματα που μου είπαν να απολαύσω τη ζωή

Τη μεγαλύτερη μοναξιά την ένιωσα
περιτριγυρισμένος από χιλιάδες ανθρώπους

Κάθε κραυγή μου πνίγηκε
στα απόβλητα μιας σύγχρονης κι ένοχης σιωπής.

Πόσα καλοκαίρια πάγωσαν
απ' τους χειμώνες των συναισθημάτων μου;
Ποτέ δεν μπόρεσα να ζεστάνω τους παγετώνες
μιας καθημερινότητας που ευφραίνονταν
να βουλιάζει χαρούμενη στο πυκνό μαύρο χιόνι.

21 χρόνια, 21 καρφιά στολίζουν
το σταυρό του Γολγοθά μου
και βλέπω κόσμο πολύ
να έρχεται να δει-να διασκεδάσει-
με το αποτρόπαιο και περίεργο θέαμα.

Είμαι περίεργος, περίεργος.
Ίσως και επικίνδυνος.
Είμαι νέος και δεν αρκούμαι
στα κέντρα διασκέδασης με δυνατή μουσική
να λικνίζομαι θαυμάζοντας ημίγυμνα
και ένοχα γυναικεία κορμιά να επιδεικνύονται
προσμένοντας νυχτερινή απόλαυση
κάθε Σαββατόβραδο.
Περίεργος.

Είμαι νέος και δεν αρκούμαι
σε κινητά με κάμερες και τηλεοράσεις
σε φτηνές τσόντες για να σκορπάω τις ορμές μου
σε αυτοκίνητα, μηχανές και γκόμενες
για να προσαρμοστώ στα πρότυπα
που με θέλουν οι άλλοι της γενιάς μου.
Περίεργος.

«Μα άλλωστε τι να νιώθει αυτό το παιδαρέλι;
Έζησε χρόνια εξορίας, πολέμου, πείνας;
Ήπιε από της φτώχιας το ποτήρι;
Έχυσε καυτό ιδρώτα λιοκαμένης εργατιάς;
Γράφει με της άνεσης την πένα
και μάταιες φωτιές ανάβει στων νέων τις καρδιές
με στίχους απροσάρμοστους και ασεβείς
στη σύγχρονη άνεση και ευτυχία πόλεμο να κηρύττει!»
Ασεβής.

Περίεργος, επικίνδυνος κι ασεβής μαζί
που τολμάω αντίδρασης στίχους να γράφω
αντί με πράξεις να προσαρμοστώ –να ενσωματωθώ-
στο πελώριο χωνευτήρι της μαζικής υποδούλωσης
και να κατηγοριοποιηθώ με κωδικό καταχώρησης
στα σκονισμένα συρτάρια των υπολήψεων τους.

Είμαι και 'γω ένας ακόμα κρίκος
στην αλυσίδα της παρηκμασμένης νιότης
αμίλητος ακούω τα κατηγορώ τους
με σκυμμένο το κεφάλι
τα βέλη τους νιώθω το κορμί μου να τρυπούν.

Αφοριστικά πιστεύω,
ισοπεδωτικά κατηγορητήρια
μαζικοποιημένη αντιμετώπιση
Ιδού το σχεδιάγραμμα του κατηγορητηρίου!

Ποτέ όμως δεν ρώτησαν τη νιότη εκείνη
-αυτή που αφειδώς κατακρίνουν-
με τι σύγχρονους δαίμονες πολεμά.
Αρκούνται να αντικρίζουν από μακριά
τους δικούς τους νικημένους πόνους
και πάνω στις ξεκούρασης τις πολυθρόνες
την αχρηστία της νέας γενιάς ισοπεδωτικά αποφασίζουν

Υπάρχουν όμως και παιδιά
που στη μπουκιά το ψωμί
αντικρίζουν του πατέρα τον ιδρώτα.

Που τα όνειρα τους δεν σκορπούν
στου κέρδους και στου θεάματος τους σάπιους βωμούς

Που η επιθυμία τους να αλλάξουν τον κόσμο
στο μυαλό –στη ματιά τους- ωριμάζει
ακόμα κι αν γνωρίζουν πως πρόκειται για ουτοπία.

Όμως δεν κάνουν θορύβους
βροντερούς και ενοχλητικούς για να τους ακούσουν.

Δεν λάμπουν σα βασιλιάδες
στους τηλεοπτικούς θρόνους
για να συντονιστούν στο κανάλι τους.

Δεν ισχυρίζονται πως ξέρουν τα πάντα
ούτε πως είναι άξιοι θαυμασμού ή προσοχής
για να προσελκύσουν τα βλέμματα τους.

Ίσως γι' αυτό έχουν και κάποια μικρή αξία.

γιατί τα οροπέδια του αυτοθαυμασμού
ποτέ κανείς δεν μπόρεσε να σκαρφαλώσει
και αυτοί που βρέθηκαν κάποτε εκεί
ποτέ δεν κατάφεραν να γλιτώσουν
από τη λατρεία που προσώπου
που ο καθρέφτης αντικατοπτρίζει


Αυτοί οι στίχοι είναι ορφανοί
ποτέ δεν μπόρεσαν να υιοθετηθούν
από τους στενόμυαλους πατέρες παλιών και νέων αξιών.
Καλύτερα.

Αφού μ' έχουν κρίνει πριν μιλήσω
τι αξία έχει να προσπαθώ να τους πείσω;

Σβήνω τα φώτα του κατηγορώ τους
και χάνομαι στα σκοτάδια μιας γλυκιάς ορφάνιας.

Μετέωρος ʼγγελος









Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-12-2004