Κι αγαπούσα Δημιουργός: giannisanas Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Μες στον εθνικό λοιμό
έτρεχε το ποταμάκι
έφηβοι που κυλούσαν αργά στην απόγνωση
έχει δόντια η ερημιά
και η βλάστηση τούτη αντικατοπτρισμός ιδανικός.
Ένα χαλκείο η ζωή
μπαίνει αθώο κρέας
και βγαίνει...
Πως να τραβήξεις τόσα δηλητήρια
Οι γιατροί μας ποιητές και δάσκαλοι
έφυγαν αλλόφρωνες απ' τον φεγγίτη του χρόνου.
Ένα κυκλάμινο μόνο που τραγουδούσε:
"έτρεχε το ποταμάκι"
σ' ένα χρόνο αόριστο, παρατεταγμένο.
Και τα πουλιά ραμφίζαν το σκοτάδι
Που άγνωστο πως ξαναμεγάλωνε
ΚΙ αναρρωτιόσουν πως θα βρεθείς στην τελική...
Λεξικά παντομίμας πωλήθηκαν χιλιάδες
Στα υπόγεια βγάζανε γάγγραινες οι πολλοί
και οι εναέριοι σηματοδότες τρελλαινόνταν στην Πανσέληνο.
Ο απρόβλεπτος Υδροχόος, λέγαν εκστατικές οι Κασσάνδρες, τα 'Εσχατα.
Και πορευόμουν
νεόκοπος όπως οι πρώτοι αιώνες
γυμνάζοντας το βήμα μου στην αδιαφορία.
Κι αγαπούσ τρυφερά όλη την ομορφιά
σα να μην υπήρχε ματαιότητα ούτε ψεύδος.
Κι έψεξα τον εαυτό μου
Τα μάτια μου πήραν κατωφορά
κι αγριεύτηκα με τους χιλιάδες
Στα νώτα μου έσπαγαν βρισιές
όλος ο θόρυβος του κόσμου ο μπλαβής
και το μετάξι σχόλαζε στους κώλους.
Θησαύριζε ρόγχους ο κάτω Θεός
Αποτελείωνε τις εκκρεμότητες
Τα σώματα δίνες υπηρέτες ηδονικοί άκριτοι
Γιορτάζαμε ταχτικά με τις κατσαρίδες
και τα σφαχτά μας.
Το δούρειο υποδεχτήκαμε
κι οι λίγοι τολμηροί ξεφύγανε με κόπους.
Κι αγαπούσα αγαπούσα όλο και πιο πολύ
και καταλάβαινα
ο έρμος ο ενδεής πούχα έρθει από δύσκολους αιώνες
για να βρω τούτο το λουλούδι
με τα τρία μάτια και το στόμα ανοιχτό του λιονταριού και της ύαινας.
Θησαυρισμένο καυμα
κι αναπαυόμουν στις παρενθέσεις
άλλοτε ονειρευόμενος κορίτσια
κι άλλοτε τη μουσική
κάνοντας σινιάλα στους αγγέλους που γνώριζα
εκτελώντας ανοητες πράξεις
που μού 'φεραν καρποφορία.
Στη λοιμική του έθνους
την ψυχή μου ανάπαυσα
σ' αυτό το μικρό ποτάμι. Δημοσίευση στο stixoi.info: 12-01-2008 |