Ποτέ

Δημιουργός: sorrowman

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

«Δέκα χιλιάδες μέρες στη φωτιά είναι αρκετές...»

Η μπόρα έφερε τις πρώτες ενοχές
μια ανάμνηση χαμού
κι έναν τρόπο πληρωμής σαδιστικό,
παιδιά που παίζοντας κρυφτό χαθήκαν
κι έγιναν σημαίες
απομεινάρια απόγνωσης,
λησμονιάς,
λύτρωση που πλησίασε τον γκρεμό
πήδηξε στο κενό
μα ακόμα πέφτει
και δεν τσακίζεται ποτέ
μόνο ξεχνά,
θυμώνει,
αυτομαστιγώνεται,
ονειρεύεται...

«Ηρέμησε, όνειρο ήτανε...»

Πληρωμένος έρωτας με ένα χαρτονόμισμα
των δέκα χιλιάδων ημερών,
μαύρη σελίδα που δεν φοβήθηκε
να γίνει κάρβουνο απ’ τη φωτιά,
χαμόγελα και νεκρική σιγή
μια λίμνη από θρύψαλα σπασμένων πόνων,
υποσχέσεων,
αιώνων,
νεκρά κεριά απλωμένα πάνω στη Σελήνη
ανάγκη,
επιβίωση,
κοίτα με κατάματα
σκότωσε με, κάψε με
μα δως μου λίγο χώμα...

«Ξεκίνα, γυρνάς σπίτι...»

Ιστός από πλεγμένα πρόσωπα
θυμιάματα γι’ αλλεργικές κραυγές
σεργιάνι στον Παράδεισο,
στο υπόγειο ειν’ η Κόλαση,
χρυσάφι δεκανίκι
και μια ψυχή εγγυμονούσα
οι πρώτοι πόνοι,
ορχήστρα από φλόγες
δεμένο στο παράθυρο το άστρο της παράνοιας
κι ο φόβος
λαβωμένος αετός με περήφανο το βλέμμα του...

«Δως μου τα φτερά μου...»

Παρατημένη στο τασάκι μια καμένη ευλογία
ο νεκρός θεός φαντάζεται τα σύννεφα κοιτώντας το ταβάνι,
πειρατές και βαποράκια,
έρωτας με νυστέρια και πληγωμένα ρόδα,
οργή και αίμα στα μάτια του περαστικού σωτήρα,
θαύματα,
ύμνοι,
απάτη και ομίχλη,
φτερά κατάλευκα, μουγγά
σέρνει το κουφάρι της η θλίψη
πνιχτή κραυγή
ο φόβος λιώνει το κερί
πεσμένα όνειρα λιπάσματα
μα πουθενά το χώμα...

«Σε παρακαλώ, συγχώρα με...»

Κι ο δρόμος έγινε ποτάμι
που με παρέσυρε στη χώρα του ποτέ.
Κι η σκέψη έγινε ουρανός
που δεν ανέτειλε ήλιος ποτέ.
Και το χώμα έγινε κερί
που όλοι το είπανε νεκρό κερί
γιατί η φλόγα εκεί δεν άναψε ποτέ.
Ποτέ.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 20-01-2008