Ο διακονιάρης

Δημιουργός: keadas,

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Τρείς μέρες βρέχει στα χαμηλά
χάθηκε η θάλασσα χάθηκε ο κάμπος
τρεις μέρες βρέχει στο βουνό
τρεις μέρες βρέχει στο φαράγγι.

Όταν ξεκόψει
θα βγω απ τη σπηλιά μου
που μ έχει ο βράχος αγκαλιά
που βρέχεται
στη αγκαλιά του ουρανού
και θα πεινώ.

Θα βγώ απ το φαράγγι
και θα σταθώ
να μυρίζομαι στον αποβροχάρη αέρα
τους βρεγμένους βράχους
τη κορφή
και τη φωτιά στα τζάκια
των ανθρώπων

Θα χτυπώ τις πόρτες
να βγουν οι νοικοκυρές να μου δώσουνε ψωμί
και οι γερόντοι να κουνούνε τη κεφάλα τους
να λένε
-κρίμα το άνθρωπο-
να μου δώσουνε παξιμάδι
να τους φιλήσω τα χέρια.
όπως μου μάθανε οι κατσίκες
όταν τους δίνω το το ψωμί
στο στόμα.

Εχω τρεις φαντές πατανίες
ναι τρείς
τη νύκτα που βγαίνει το φεγγάρι
στους γκρεμούς
και τρέχει ο καταρράκτης

και πότε κοιμούμαι έτσι
να βλέπω του φεγγαριού τα όνειρα
στη μέση του πελάγους
πότε το καταρράκτη με τ άσπρα νερά
να πέφτουνε στη ψυχή μου
να τη ποτίζουν γάλα
και δε μπορώ να μη γελώ
στη αγκαλιά του βράχου
και στο φώς του φεγγαριού
και δε μπορώ να μη γελώ
όταν φιλώ τα χέρια τους
γιατί καταλαβαίνουν οι γυναίκες
οι άντρες όχι
μόνο κουνούνε τη κεφάλα τους σα τους τράγους
και λένε
-κρίμας Θεέ μου το άνθρωπο-
και λένε
έλα να πιείς μια ρακή
δε καταλαβαίνουν
ότι πρέπει πρώτα να περάσω από τα σπίτια
να μου πετάξουν πέτρες τα μικρά
να με γαυγίσουν και οι σκύλοι
να φύγω.
Γελά ο βράχος μου που τον χαϊδεύουν τα νερά
στην αγκαλιά του ουρανού
γελώ και γω στην αγκαλιά του βράχου

και έχω φεγγάρια , πέλαγος ,φαράγγι, καταρράκτη
πολλά πολλά μικρά παιδιά να μου πετούνε πέτρες
σκύλους να μου γαυγίζουνε
γερόντους να λυπούνται
και έχω και τρείς φαντές πατανίες
ολόκληρες.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 11-02-2008