κάθε αλλαγή για καλό(11° και 12° μέρος)

Δημιουργός: ich liebe dich!(s'agapaw!), Elena

η συνέχεια....!!!τι λέτε???

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

11°μέρος

Είχαν αμφιβολίες … να πήγαιναν ή όχι? Θα ήταν επικίνδυνο αλλά ήθελαν περιπέτεια. Η Γεύση φοβόταν, δεν ήταν κ καλά από το πρωί. Ο Άγγελος επέμενε:
-έλα ρε συ ζαχαρένια! Μην κολλώνεις! Κάντο για μένα έστω…
-Ρε συ Άγγελο… δεν ξέρεις ότι μπορεί να μας πιάσουν?? Είναι επικίνδυνο…
-σιγά μην μας πιάσουν είπε με μια σιγουριά!
-Κ τι θα κάνεις αν ξαφνικά δούμε μπροστά μας την Δανάη ή τον πατέρα σου? Τι θα πεις? Α ναι κάναμε βόλτες βρεθήκαμε ξαφνικά εδώ?
-Έλα σταμάτα τις υποθέσεις σου! Δεν θα πάθουμε τίποτα, θα σε προσέχω εξάλλου εγώ…
-ρε συ… δεν…
-δεν ακούω κουβέντα! Θα πάμε! Είναι η μόνη ευκαιρία να μάθουμε αυτό το κολομυστικό του μπαμπά μου, αλλιώς θα μας βασανίζει για πολύ.. λοιπόν? Θα πάμε?
-άντε με έπεισες!
Ξεκινήσανε, η Γεύση έδεσε γερά τα μαύρα-κόκκινα σταράκια της για να μπορεί να τρέξει, ενώ ο Άγγελος έσφιξε την ζώνη του. Ένα ρίγος διαπέρασε την Γεύση από πάνω έως κάτω. Φοβόταν για το τι μπορεί να συμβεί. Την ίδια στιγμή χτύπησε το κινητό της, αναπήδησε από την τρομάρα της ενώ ένα αααα! ακούστηκε δυνατά..
-τι κάνεις? Κοπάνα ή άρρωστη? Μήπως ξέρεις που είναι ο Άγγελος? Μήπως είναι μαζί σου? Είπε δυνατά, η Αλεξάνδρα είναι.
-μην της απαντάς! Κανείς δεν πρέπει να ξέρει τι κάνουμε κ που είμαστε αυτήν την στιγμή, αργότερα πες της ότι δεν είχες κάρτα. Α κ κλείσε κ το κινητό σου για να μη δίνουμε σημεία ζωής σε κανέναν, είπε με μια περίεργη δυνατή κ άγρια φωνή ο Άγγελος.
-ΜΗΝ ΜΟΥ ΦΩΝΑΖΕΙΣ!!! Δεν είμαι καλά κ το τελευταίο που θέλω είναι να μου φωνάζουν! Κατάλαβες? Είπε θυμωμένα κ κάθισε στα σκαλάκια ακριβώς δίπλα.
Εδώ κ λίγες βδομάδες κάθε βράδυ καθόταν στο κρεβάτι κ έκλαιγε το βράδυ, μια βραδιά δεν είχε κοιμηθεί καθόλου. Πολλές φορές ήταν πρησμένα τα μάτια της αλλά κανείς δεν καταλάβαινε πως είναι από το κλάμα η μητέρα της, της έλεγε να κοιμάται πιο πολύ. Αλλά άλλος ήταν ο λόγος. Η Γεύση δεν ήταν καλά. Της έλειπε η παλιά της ζωή. 15 χρόνια στημένης ζωής κ τώρα τι? Έπρεπε να τα ξεστήσει όλα κ να τα ξαναστήσει από την αρχή. Οι φίλοι της ήταν αλλού, 10 χρόνια παρέα κάνανε, ποιος μπορεί να λησμονήσει τόσα χρόνια φιλίας? Τώρα όλα είναι καινούρια κ ασυνήθιστα, σπίτι, σχολείο φίλους. Με τα παιδιά χανόταν, άλλοτε γιατί οι υποχρεώσεις δεν τους επέτρεπαν να βρεθούνε κ άλλοτε γιατί απλά είχαν βαρεθεί να βλέπουν τον άλλον μια φορά στις τόσες. Πράγματα που έχουν ζήσει πολλά παιδιά, ανάμεσα κ πολλά από εδώ. Ποιος δεν έχει νιώσει έστω κ λίγο το αίσθημα της απογοήτευσης. Μια φορά είχα ακούσει από έναν φτωχό : «η αλήθεια είναι πως οι άνθρωποι πολλές φορές απογοητεύονται με πολύ απλά πράγματα. Κλαίνε οδύρονται, έχουν παράπονα κ απαιτούνε περισσότερα από αυτά που έχουν που ήδη είναι αρκετά! Εγώ αυτό που θέλω είναι να είμαι τυχερός! Αν είμαι τυχερός κ βρω καταφύγιο όταν βρέχει θα είμαι πολύ ευτυχισμένος. Η αλήθεια είναι πως με πολύ μικρά πράγματα μπορεί κάποιος να χαρεί. Κ τελικά τα πράγματα που πρέπει να κάνουμε τις παραπάνω αντιδράσεις είναι άλλα, πολύ πιο σοβαρά. Έχεις περπατήσει μέσα στην βροχή? Έχεις περάσει ποτέ την νύχτα δίπλα στην θάλασσα? Μπορεί να ακούγεται δύσκολο κ πάνω από τα όρια σου ή το ήθος σου αλλά είναι πραγματικά κάτι που πρέπει να δοκιμάσεις. Τελικά μήπως οι άνθρωποι είμαστε πλεονέκτες? Καθώς αποκτάμε πολλά αποζητάμε ακόμη περισσότερα? ενώ άλλοι καλά καλά δεν έχουν ούτε καν το μισό?»
Ίσως να συνέβαινε αυτό με την Γεύση αλλά απλά δεν ήταν ευχαριστημένη με αυτό που είχε.
-καλά θα πάω μόνος μου, είπε ο Άγγελος, εφόσον δεν θέλεις να με ακολουθήσεις δεν μπορώ να σε πάρω με το ζόρι.. δεν μπορεί κανείς να σε αναγκάσει..
Προχώρησε λιγάκι κ γύρισε να κοιτάξει πίσω του, νομίζοντας πως θα ερχόταν αυτήν την φορά.
-τι έγινε? Δεν θα μιλήσεις? Τι έχεις? Ρώτησε ο Άγγελος.
Η Γεύση δεν απαντούσε. Μια παύση στον λόγο τους. ο Άγγελος κοιτούσε την Γεύση που ήταν διπλωμένη, είχε βάλει το πρόσωπο της στα πόδια της που τα είχε φέρει κοντά της κ τα είχε σχεδόν αγκαλιά. Το πρόσωπο της δεν φαινόταν, είχε βάλει κ όλα της τα μαλλιά από πάνω.
-έλα σήκω! Μην μου κάνεις τέτοια, ξαναείπε ο Άγγελος.
-τι θες? Δεν είπες πως θα πας ακόμη κ χωρίς εμένα? Φύγε λοιπόν..
-για πλάκα…
-φύγε, για έμενα δεν ενδιαφέρεται κανείς.. δεν έχω πραγματικούς φίλους.. δεν με αγαπάει κανείς…
Ο Άγγελος την αγκάλιασε, ενώ αυτή έκλαιγε. Της χάιδεψε τα μαλλιά κ της είπε ψιθυριστά:
-εγώ όμως ενδιαφέρομαι για σένα..
Σήκωσε το κεφάλι της κ το κοίταξε, τα μάτια της ήταν κόκκινα. Την ξανααγκάλιασε. Της έδωσε ένα φιλί στο μέτωπο κ είπε:
-μην ανησυχείς, εγώ ποτέ δεν θα σε αφήσω.
Έπεσε στην αγκαλιά του κ δεν έλεγε να ξεκολλήσει. Πραγματικά ήθελε μια αγκαλιά. Είχε να δει κ να μιλήσει με τον αδερφό της αρκετό καιρό, εφόσον αυτός είχε άλλα να κάνει. Σηκώθηκαν κ είπε πως θα πάει μαζί. Την έπιασε από το χέρι σφιχτά κ ξεκίνησαν. Καθώς πλησίαζαν στην περιοχή που βρισκόταν εκείνη η διεύθυνση βλέπανε πως ήταν πολύ υποβαθμισμένη περιοχή, παλιά κτίρια το ένα κοντά στο άλλο. Χάλια περιβάλλον. Άλλο να το περιγράφει κανείς με λόγια κ άλλο να το βλέπεις. Μόνο που κοιτούσες τους τοίχους των πολυκατοικιών που έβλεπες μπροστά σου καθώς έφτιαχναν κάτι σαν τοίχος, εφόσον ήταν τόσο κοντά η μία από την άλλη χτισμένη, ένα άσχημο συναίσθημα σε κατακτούσε, οι τραγικές συνθήκες, ένα ψυχοπλάκωμα γενικώς, με μία μονάχα λέξη. Κανείς σας δεν θα ήθελε να ζει εκεί. Μόλις βγήκαν από το ταξί η Γεύση γραπώθηκε από τον Άγγελο κ τον κρατούσε τόσο δυνατά ώστε κανείς δεν θα μπορούσε να την πάρει από πάνω του.
-Παπαδημητρίου 21, είπε ο Άγγελος καθώς προχωρούσε, Παπαδημητρίου 26 α. τώρα που είναι η β?
-εμένα ρωτάς? Α τι ώρα ήταν το ραντεβού? Είχε πει ο πατέρας σου?
-δεν θυμάμαι. 26 β! το βρήκα! Είπε κ πήγε προς τα εκεί. Κοίταξε ένα ένα τα θυροτηλέφωνα. Κανένα όνομα δεν του ήταν γνωστό..
-ψάχνετε κάτι? Είπε μια φωνή ακριβώς από πίσω τους…
Η Γεύση έτρεμε κ κρατούσε όσο πιο δυνατά τον Άγγελο μπορούσε. Η καρδιά της πήγαινε τόσο γρήγορα, όσο για τον Άγγελο κ αυτός είχε φοβηθεί…..

12°μέρος

-σας ρώτησα κάτι, είπε πάλι αυτός ο άγνωστος άντρας.
-συγγνώμη, ψάχνουμε έναν φίλο μας κ μάλλον κάναμε λάθος τον αριθμό, θα είναι 36β κ εμείς καταλάβαμε 26 β. αλλά είναι τόσο κακό που είμαστε εδώ?
-αυτό το δυόροφο δεν πρέπει να πλησιάζετε από κανέναν εκτός από τους ιδιοκτήτες του.
-συγγνώμη αλλά δεν υπήρχε κάποια πινακίδα για να λέει κάτι τέτοιο, εξάλλου εγώ κάτι έψαχνα. Καλύτερα να πηγαίνουμε, είπε ο Άγγελος.
Η Γεύση είχε χάσει την μιλιά της από την τρομάρα που πήρε.
-θα καθίσουμε εδώ μέχρι να δούμε την Δανάη.
-εγώ λέω να γυρίσουμε, γιατί είδες τι πάθαμε.. πάμε λοιπόν.
-όχι θα μείνουμε λιγάκι. Θέλω να μάθω τι είναι αυτό.
Εκείνη την στιγμή ένα αγόρι γύρω στα 17 τους πλησίασε.
-άθελα μου, είπε, άκουσα την συζήτηση που είχατε. Μπορώ να σας πω εγώ τι είναι αυτό το μέρος. Δυστυχώς μένω σε αυτή την γειτονιά κ τα ξέρω όλα για εδώ.
-σε ευχαριστούμε, θα μπορούσες δηλαδή να μας πει?
-φυσικά, γιατί όχι.. λοιπόν. Αυτό είναι ένα δικηγορικό γραφείο. Δεν ξέρω αν έχει άδεια γιατί πουθενά δεν γράφει τίποτα για δικηγορικό γραφείο, πρέπει να είναι παράνομο, πρέπει να είναι πλαστογράφοι ή δικηγόροι της πλάκα για να σε βγάζουν από δύσκολες καταστάσεις. Το είχα ακούσει όταν το συζητούσαν μια φορά ένα ζευγάρι. Αν κάθεσαι εκεί, έδειξε ένα μέρος, μπορείς να ακούς ότι λένε είτε στον πρώτο όροφο είτε στην εξώπορτα. Έτσι ξέρω κ εγώ αυτά που σας λέω.
-μάλιστα. Δεν περίμενα κάτι τέτοιο. Κ δηλαδή πως γίνεται να υπάρχει κάτι τέτοιο χωρίς να το ανακαλύψει κάποιος κ να μην τους βάλουν μέσα?
-δεν ξέρω, είναι κανονικό σπίτι οπότε όταν έρχεται κάποιος συνήθως ανοίγει η γυναίκα που έχει κ ένα μωράκι, οπότε δεν μπορεί κανείς να υποψιαστεί κάτι τέτοιο. Όσο για τους πελάτες λογικά θα έχουν μεγάλο κύκλο γνωριμιών.
-μάλιστα. Δεν μπορώ όμως να καταλάβω γιατί ήταν εδώ η Δανάη… εσύ τι λες?
-δεν ξέρω ρε συ, μήπως κάτι με τον πατέρα σου, μήπως γιατί ήρθατε εδώ, για την όλη υπόθεση κ την Δανάη που ήρθε μαζί σας…
-αν επιτρέπεται τι συναίβει?
-ο πατέρας μου μιλούσε με την Δανάη γραμματέα του κ της έδωσε αυτήν την διεύθυνση. Τώρα γιατί δεν ξέρω, δεν ξέρω πως μπορεί να συνδέονται όλα αυτά. Τέσπα πρέπει να φύγουμε, ευχαριστούμε πολύ πάντως…
-δεν έπρεπε να του πεις αυτά για τον πατέρα σου, ίσως να ήρθε επίτηδες να μας ανακάλυψαν κ να ήρθε να μάθει γιατί είμαστε εδώ, είπε η Γεύση..
-δεν νομίζω ρε συ Γεύση. Δεν θα μας έλεγε αυτό για το δικηγορικό γραφείο αν τον είχε βάλει κάποιος από αυτούς.
-μπορεί να είναι κάτι τελείως διαφορετικό κ να μας παραπλάνησε απλά για να μην ξέρουμε τι να κάνουμε…
-δεν νομίζω. Τι άλλο θα μπορούσε να είναι, ένα απλό σπίτι κ που να κολλάει το μυστικό με το απλό σπίτι. Ενώ το δικηγορικό γραφείο μπορεί να συνδέεται ίσως με κάτι που ο πατέρας μου έχει κάνει…
-τι όμως?
-δεν ξέρω.. α ταξί, κάτσε να το πάρουμε, που πάμε? Διαμέρισμα ή βόλτα?
-ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ! Είπε η Γεύση..
Δεν ήξεραν τι να πουν για όλα αυτά που μάθανε. Μπήκαν στο δίκτυο κ ψάξανε ότι σχετικό με εκείνη την οδό που είχαν πάει.
Το σπίτι ήταν παλιό. 400 χρόνια ιστορία. Τα παιδιά έψαχναν.
-καλύτερα να ψάξουμε πρώτα για τον πατέρα σου, αν υπάρχει κάτι που δεν γνωρίζουμε. Όλο κ κάτι θα υπάρχει για έναν γιατρό σαν τον πατέρα σου, δεν είναι όποιος κ όποιος.
-δεν ξέρω. Τι να σου πω?? Για δες αυτό το κείμενο, διάβασε το κ έρχομαι, πρέπει να πάω να πάρω τίποτα να φάμε.
«Το σπίτι αυτό ήταν χτισμένο εδώ κ 400 περίπου χρόνια, η μεν καλή συντήρηση όμως το έκανε να υπάρχει μέχρι σήμερα. Σπίτι ευγενών που είχαν έρθει από μακριά της οικογένειας Σαράντη. Πήγαινε από γενιά σε γενιά. Το σπίτι έγινε κατοικήσιμο το 1716 περίπου, κατοικήθηκε από τον γιο του Ιωάννη Σαράντη, Ιωσήφ Σαράντη κ την οικογένεια του. Το σπίτι ήταν οικογενειακή περιουσία. Το 1823 μέσα στην επανάσταση με τους Τούρκους είχε πάθει μεγάλη ζημιά, το 1840 ξανακατοικήθηκε από την οικογένεια Μαυρίδη. Κανείς δεν έμαθε γιατί βρέθηκε στα χέρια της οικογένειας αυτής κ τι απέγινε η οικογένεια Σαράντη, καθώς μαρτυρίες έλεγαν πως οι δυο οικογένειες είχαν μεγάλη κόντρα ανάμεσα, καθώς επίσης κ ένας μύθος έλεγε πως αυτό το σπίτι άνηκε κ στις δυο οικογένειες κ πως παλιότερα έμεναν μαζί. Η διάσπαση της οικογένειας συναίβει το 1600 καθώς η μια οικογένεια έφυγε για τον Πόντο ενώ η άλλη για την Σμύρνη. Μέχρι σήμερα ζούνε εκεί απόγονοι της οικογένειας Μαυρίδη. Η οικογένεια Σαράντη χάθηκε τότε, δεν ξέρουμε αν υπάρχουν απόγονοι από εκείνους. Το σπίτι έχει αλλάξει από εκείνα τα χρόνια ίσως το κελάρι να υπάρχει ακόμη». Αυτές ίσως ήταν οι πιο σημαντικές πληροφορίες που είχαν βρει για το σπίτι. Ήθελαν να μάθουν τι υπάρχει μέσα στο σπίτι αλλά κ στο κελάρι. Ίσως ένα μεγάλο μυστικό υπήρχε κ σε αυτό το σπίτι. Όλα αυτά όμως πως συνδέονταν με τον πατέρα του Άγγελου? Δεν είχαν βαρεθεί αλλά έπρεπε να σταματήσουν γιατί είχαν βόλεϊ κ το Σάββατο είχαν αγώνα. Αποφάσισαν να συνεχίσουν την έρευνά τους αργότερα το βραδάκι ή την επόμενη που ήταν Σάββατο. Η αλήθεια ήταν πως δεν ήξεραν πώς να συνδέσουν τα γεγονότα μεταξύ τους. πού κολλούσε η ιστορία για το σπίτι, με τις οικογένειες αυτές, το μυστικό παράνομο δικηγορικό γραφείο κ τον πατέρα του Άγγελου με το μυστικό???? Ένα ερωτηματικό παντού. Δεν ήξεραν πώς να τα εξηγήσουν όλα αυτά.
Μετά την προπόνηση πήγαν στο γνωστό μέρος που πήγαιναν, στην καφετερία που πήγαιναν όλοι. Εκεί ήταν ο Στέλιος κ η Αλεξάνδρα. Ο Άγγελος κ η Γεύση με τον σάκο στον ώμο είπαν μαζί:
-τι κάνατε?
-καλά είμαστε, εσείς που χαθήκατε? Κ τα κινητά σας κλειστά? Λέει ο Στέλιος.
-αχ ναι ξέχασα να το ανοίξω δεν είχα κ κάρτα… λέει η Γεύση.
-ούτε εσύ μωρό μου είπε η Αλεξάνδρα καθώς του έδινε ένα φιλί. Που ήσασταν?
-κοπάνα, ξάπλα κ μετά προπόνηση. Εσείς?
-τίποτα βλακείες, γράψαμε κ τεστ στην χημεία, λέει ο Στέλιος..
-γαμώτο κ ήθελα να το γράψω… τώρα δεν θα έχει γραπτό μου ο μαλάκας, δεν με εξετάζει κ συχνά..
Η συζήτηση συνεχίστηκε με βλακείες κ τα παιδιά δεν είπαν τίποτα απολύτως για τις ανακαλύψεις τους. δεν είχαν σκοπό να μιλούσαν για αυτό σε αυτούς, δεν ήξεραν γιατί αλλά φοβόντουσαν από λίγο ως πολύ. Ίσως έπρεπε να το κρατήσουν μεταξύ τους μόνο για αυτούς, να ήταν το μυστικό τους…. τι τους επιφύλασσε άραγε το μέλλον????


Δημοσίευση στο stixoi.info: 02-03-2008