Η φλόγα του κεριου Δημιουργός: φεγγαροφως, Ελεαννα ειναι κατι που αρχισα να γραφω λίγο καιρο πριν..θα ηθελα την γνωμη σας... Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Η φλόγα του κεριού…
« Η φλόγα του κεριού αργά-αργά σβήνει… Το λιγοστό φως χάνεται! Και ύστερα σκοτάδι, μια μελαγχολία δίχως το γυρισμό της ελπίδας. Τι μας παρηγορεί στην ατέλειωτη αναζήτηση μας, στο άγνωστο; Ο έρωτας- ο φόβος- η μοναξιά; Τα συναισθήματα! μας κυριεύουν και για την ώρα δεν γνωρίζουμε αν είναι κάτι αληθινό ή κάτι το τόσο! μα τόσο ψεύτικο. Στίχοι τραγουδιών, κρατούν συντροφιά σε μας, τα βράδια. Χανόμαστε ώρες ατέλειωτες μέσα σε σκοτεινά δωμάτια, ακούγοντας τις πρώτες νότες ενός τραγουδιού, ελπίζοντας σε ένα ατέλειωτο όνειρο, πως όλα δεν είναι όπως φαίνονται, πως κάπου εκεί έξω την ίδια ακριβώς στιγμή, ακούει το ίδιο κομμάτι και σκέφτεται τα ίδια ακριβώς πράγματα με σένα- Κι όμως η φλόγα, του κεριού, ακόμα να σβήσει, μήπως είναι πιο εύκολο να προσπαθούμε να την κρατάμε φωτεινή παρά σκοτεινή;- να κάνει τις ίδιες ακριβώς κινήσεις, να είναι τόσο μπερδεμένος όσο εσύ! Να μην νιώθει τον πόνο, την θλίψη, να είναι ελεύθερος όπως θα ήθελες να είσαι..που όμως δεν είσαι… Τι τάχα μας βοηθά να ξεφύγουμε από το παρελθόν; Να ξεφύγουμε από τόσα λάθη και πάθη! Αλλά από την άλλη άνθρωπος χωρίς παρελθόν είναι σαν πολιτισμός χωρίς ιστορία. Ναι! Ότι και να κάνεις δεν μπορείς να αποκοπείς από αυτό τελείως… δεν γίνεται να ξεφύγεις από το παρελθόν, πρέπει να το αποδεχτείς ώστε να γίνει ανάμνηση! Οι ασπρόμαυρες αναμνήσεις φωτίζονται από τις χρωματισμένες φωτογραφίες, της στιγμής! και το κερί ανάβει ξανά… Μα η φλόγα κινείται δύστροπα, πώς να μην σβήσει ξανά, κοιτάς τα χρώματα της και ύστερα απλά παραξενεύεσαι, ξεπηδούν από αυτή χιλιάδες αναμνήσεις, λες και θέλουν να σε σώσουν από το σκοτάδι, της αμάθειας ή της γνώσης; Της αλήθειας ή του ψέματος; Της έναρξης ή της λήξης;
Κοιτάς την φλόγα παραξενεμένα σαν να μην έχεις ξαναδεί τόσο φως και αρχίζεις και βυθίζεσαι στην δύνη του χρόνου, αρχικά από επιλογή ύστερα από καθαρή ανάγκη! Πως περνάει ο καιρός; χωρίς καν να δείξει λίγο έλεος, μα δεν είμαστε έτοιμοι για την επιλογή, δεν είμαστε έτοιμοι για σχέδια, δεν είμαστε έτοιμοι …Και τι σημαίνει αυτό ότι θα κάτσεις εκεί με σταυρωμένα τα χέρια να αποφασίζουν άλλοι για σένα;; με ποιο δικαίωμα;; Και ναι το κερί μόλις έσβησε, ώρα για ύπνο..μα εσύ δεν θες να πας! θες να κάτσεις εκεί μες τα σκοτάδια, μήπως και έρθει κάποιου είδους επιφώτιση και σε βοηθήσει! Να βγεις από την πορεία σου μέσα στον λαβύρινθο, αποφεύγοντας τους κινδύνους, τα πισωγυρίσματα, τις βεβιασμένες σου κινήσεις, τους ανθρώπους που ξέρεις πως θα σε πληγώσουν… Κι όμως αυτή αργεί, απλά να έρθει, και εσύ στέκεις εκεί, χωρίς βιασύνες και περιμένεις, τι τάχα; Μια επιβεβαίωση που άργησε να έρθει, μια βοήθεια την ώρα που την χρειάζεσαι...κι όμως κανείς δεν ήρθε, κανείς δεν νοιάστηκε μόνο, σε άφησαν και στην δύσκολη στιγμή. Δεν ήταν ώρα να φτάσεις στο τέρμα σου, απλά δεν ήταν ακόμα ώρα! Νιώθεις ακόμα, αν και το κερί έχει σβήσει, την φλόγα του, να σου ζεσταίνει τα δάχτυλα καθώς γράφεις. Τι τάχα να ναι αυτό που μας κάνει να αισθανόμαστε; Να πονάμε; να ζούμε; να θυμόμαστε; Μερικές φορές παραλληλίζω την ζωή με ένα κερί! Ασυναίσθητα χωρίς να ρωτάω πως και γιατί…
Θυμάσαι; Μια συνηθισμένη ερώτηση που συνήθως απαντάς χωρίς να σκεφτείς ένα: ΝΑΙ! μα πως γίνεται να το έχω ξεχάσει! κι όμως το έχεις ξεχάσει το έχεις κρύψει καλά μέσα στην μνήμη σου, είναι σαν μια πέτρα που έχεις γράψει και από τις δύο πλευρές της, ΛΗΘΗ. Κι όμως προσπαθείς, παλεύεις, να ζήσεις πια, επιτέλους, την δική σου την ζωή! και όχι των άλλων το καλούπι. - τώρα θυμήθηκα, έχω κάπου εδώ! έναν αναπτήρα ίσως αν τον έβρισκα να άναβα για λίγο το κερί-
Και το φως ξανάρθε, και όλα αυτά σαν κάτι που ήρθε γρήγορα στην ζωή μου, σαν αεράκι του φθινοπώρου. Έξω το τοπίο μελαγχολικά μουντό, αδιάφορο αλλά και παράλληλα προφητικά απόμακρο, σαν να μην θέλει να το βρει κανείς, μυστικό το πέρασμα του, και ναι! πριν λίγο καιρό ήταν Καλοκαίρι… Φύλλα έχουν ζωγραφίσει, σχήματα στον δρόμο και όλα φωτίζουν το παλιό και ξεχασμένο γκράφιτι του τοίχου- είχε περάσει πολύς καιρός από τότε, που οι σχέσεις και τα ερωτικά ραντεβουδάκια ήταν συχνό φαινόμενο της γειτονιάς- μια καρδιά είχε σχηματίσει ένας γενναίος νεαρός, που το δίχως άλλο, μόνο τα αισθήματα του δεν φοβόταν να δείξει! Δεν φοβόταν τίποτα, έφτιαξε το σχήμα της καρδιάς, είχε γράψει τα δύο ονόματα και από κάτω… ΝΑ ΜΕ ΘΥΜΑΣΑΙ!!! Ποτέ ξανά δεν αναφέρθηκε το όνομα του και όλο αυτό φάνηκε παράξενο, από εκείνη την νύχτα… τώρα πια όλα είναι ξεχασμένα, και οι έρωτες τις γειτονιάς έχουν όλοι μαραθεί, λες και η απότιστη γη, επηρέασε και ζητήματα καρδιάς…
Όλοι κάνουμε τις επιλογές μας, κανείς δεν αναρωτιέται, όμως για ποίο λόγο πήραμε την απόφαση αυτή. Κάνουμε κινήσεις σπασμωδικές για να καλύψουμε την αδυναμία μας, κρυβόμαστε πίσω από στιχάκια, τραγουδάκια, συναισθήματα για να μην αφήσουμε κανέναν να μας πληγώσει. Λες και δεν θα βρεθεί κανείς να σπάσει την ασπίδα σου, -ξύπνα- δεν μπορεί κανείς να ζει σε έναν κόσμο που μόνο θα προστατεύεται… Σκέφτεσαι πως όλα θα ναι διαφορετικά όταν θα ξυπνάς κάθε πρωί, θα βλέπεις διαφορετικά τον κόσμο, θα σε βλέπει διαφορετικά ο κόσμος, και ειδικότερα ο δικός σου μικρόκοσμος, αυτός που το δίχως άλλο σε θέλει ακριβώς όπως είσαι....
Μην ψάχνεις τα λόγια για να πεις ότι σκέφτεσαι, μην ψάχνεις την αντίδραση για να δεις την οπτασία να γεννιέται, μην ψάχνεις το θαύμα για να σκεφτείς πώς θα το περιγράψεις. Μην ψάχνεις τους ανθρώπους για να πεις τα συναισθήματά σου… Μια λέξη, μια φράση, μια πρόταση γεννιέται και εσύ είσαι χαρούμενος είτε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έφτασες στο τέρμα με μια μόνο απειλή… Να χάσεις τον εαυτό σου! Κι όμως προχώρησες στον αγκαθωτό δρόμο χωρίς φόβο, ήξερες; Γνώριζες τις παγίδες; Ήξερες τι θα γινόταν ε; Οι λέξεις δεν έβγαιναν από το στόμα, ένιωθες βαρύς. Κι όμως ξεκαθάρισες τις σκέψεις σου και δεν σε πείραξε να πεις, να φωνάξεις ΤΕΡΜΑ. Δεν σε πείραξε ο πόνος που προκάλεσες, δεν υπήρξε πόνος, μόνο ένα αίσθημα ανακούφισης από όλους, δεν μπορούσε κανείς να πει το τέρμα και το είπες εσύ, αλλιώς, αλλιώς τι! Δεν θα γινόταν τίποτα, κλεισμένοι όλοι σε μια φυλακή και η εξέλιξη πουθενά, κοκαλωμένοι όλοι στο παρελθόν, όμως, εσύ, ο απίθανα δυνατός μες στην αδυναμία σου, κατάφερες να πεις κάτι που κανείς δεν μπορούσε, ίσως να είπες τα πράγματα με την ωμή και σκληρή αλήθεια, που πάντα ήταν ένα κύριο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας σου, μπορεί να πλήγωσες, αλλά ποτέ κανείς δεν θα σου καταλογίσει κάποια ευθύνη, αργά ή γρήγορα κάποιος άλλος θα έκοβε τα φτερά και τότε πίστεψέ με ο πόνος δεν θα περνούσε με κανέναν απολύτως τρόπο, θα πονούσες για έναν ακόμα λόγο, επειδή άφησες κάποιον άλλο άνθρωπο να επαναφέρει τα πράγματα στην καθημερινότητα, και να ακολουθείτε υπάκουα κάτι απλό και ίσως το διαχρονικότερο κανόνα της φύσης, ο θάνατος σου η ζωή μου σε συνεργασία με την παροιμία, κράτα τους φίλους σου κοντά και τους εχθρούς σου πιο κοντά…»
[I][I] « Το κερί θέλει πλέον άλλαγμα, λιώνει και έχει χυθεί γύρω-γύρω στο χρωματιστό πιατάκι! Πιο δίπλα ένα σπασμένο κεραμικό, που πλέον τα κομμάτια του, δεν σε αφήνουν να καταλάβεις την προηγούμενη του μορφή, ούτε φυσικά και να το φτιάξεις ξανά με κάποιο τρόπο! Δεν θα πει ψέματα ξανά ναι, το έσπασε και! Τα νεύρα του, τον έκαναν να το σπάσει, ένιωθε μόνος μέσα σε έναν κόσμο με παρέες, ευχόταν να παραμείνει νύχτα για να μην χρειαστεί να δει ξανά τα ίδια πρόσωπα να του ζητούν και να του συζητούν πράγματα που γι αυτόν δεν άξιζαν δεκάρα… Μόνο αυτή τον ένοιαζε και τίποτε άλλο, αλλά και αυτή στον κόσμο της! Πώς να της ρίξει κανείς ευθύνες, δεν ήξερε αλλά και να ήξερε, οι λέξεις της θα τον χτυπούσαν πιο πολύ από τις πράξεις της. Σε αυτή δεν εκδίκαζε καμία κατηγορία, μονάχα στον εαυτό του, που ερωτεύτηκε, που αγάπησε ή που ονειρεύτηκε; Για μια φορά στην ζωή του, ναι! Για μια μονάχα φορά στην ζωή του , ονειρεύτηκε! Πως όλα θα ήταν διαφορετικά, αλλά καμία αλλαγή δεν του έμεινε, παρά μόνο μια ανάμνηση και μια συνεχής υπενθύμιση: Μην ονειρευτείς ξανά… -ώρα να αλλάξω το κερί! Περίμενε με, δεν θα αργήσω, θυμάμαι καλά που είναι το επόμενο κερί, τρίτο συρτάρι από δω που είμαι, δεν θα μου πάρει πολύ ώρα να το ανάψω, ίσα-ίσα θα το βρω εύκολα, πόσο εύκολα, χωρίς φως και με μόνο κριτήριο την αίσθηση της αφής! Δεν ξέρω… πάντως έχω στην τσέπη μου τον αναπτήρα! Από το προηγούμενο κερί… Μήπως να ανοίξω καλύτερα τα παράθυρα να μπει καθαρός αέρας; Αλλά καλύτερα να ανάψω το κερί, μια απλή κίνηση που δεν διαρκεί πάνω από δευτερόλεπτο, με μοναδικό τεκμήριο, το φως και ύστερα τον ήχο.- Γιατί κάνουμε όνειρα πολλές φορές έχει αναρωτηθεί, αλλά ποτέ κανείς δεν του απαντούσε, ένα νεύμα βαρεμάρας και ύστερα οι λέξεις που θα τον στοίχειωναν: τι σε έχει πιάσει και το φιλοσοφείς;;; Τίποτα απολύτως δεν τον είχε πιάσει απλά ήλπιζε κάποιον να του βρει την απάντηση, ώστε να μην κάνει μόνο εικασίες. Ίσως ήταν η ανάγκη εκείνη που τον οδήγησε σε διαφορετικά μεγαλεία, από αυτά που είχε σκοπό να φτάσει, δεν του έφτανε τίποτα ήθελε να φτάσει κάπου πρώτα γι αυτόν και μετά για όλους τους άλλους, ώστε κάποια μέρα να μπορέσει να τους πει, αυτά που πραγματικά θα ήθελε να πει! Ναι κατά κάποιο τρόπο ίσως να φοβόταν το βλέμμα των άλλων ή τις λέξεις που χρησιμοποιούσαν για να κάνουν την αναθεματισμένη κριτική, μια κριτική, που τον πλήγωνε καθημερινά, και τον έκανε να αναθεματίζει την ώρα και την στιγμή που άνοιξε το στόμα του να πει αυτά που σκεφτόταν… Γι αυτό απλά κλείστηκε στον εαυτό του και από την μια μέρα στην άλλη δεν είχε εμπιστοσύνη ούτε σε αυτά που του έλεγε ο εαυτός του. Ίσως ήταν η αδυναμία που τον χώριζε από την σιγουριά αλλά ίσως ήταν ο φόβος που τον χώριζε όλο και πιο πολύ από τον στόχο του. Αναμνήσεις και λάθη που τον κρατούσαν πίσω στο παρελθόν και ένιωθε να ασφυκτιά αν και τα παράθυρα το δωματίου ήταν ανοικτά, αν και όλοι του φώναζαν ότι θα πάθει πνευμονία από το κρύο, όχι! Ποτέ δεν έκλεισε τα παράθυρα ήθελε να νιώσει το οξυγόνο να διαπερνά το δέρμα του, την ανάσα του, να βγαίνει άφοβα και οι λέξεις του αυθόρμητα… Άργησε να γίνει, άργησε να υπάρξει εκείνη η μαγική στιγμή απελευθέρωσης από δεσμά κα από παλιά κιτάπια ξεχασμένα χρέη στο χρόνο και απλά εκείνη την μέρα, έλαμψε, ορίζοντας το δίκαιο και το άδικο, το σωστό και το λάθος, μέχρι που όρισε και την ίδια του εμβέλεια, χάραξε τον δρόμο του μόνο που αυτή την φορά έγινε με τρόπο σωστό και ανεξίτηλα γραμμένο… Θυμάται, ίσως λανθασμένα, εκείνο το συναίσθημα, που τον έπνιγε σε κάθε συνάντηση με τα συγκεκριμένα άτομα, σαν έλλειψη οξυγόνου, σαν έλλειψη κάτι απαραίτητου για την ζωή και τόσο μα τόσο χρήσιμο για να ξεφύγει από την απίστευτη ανία πλήξη και θλίψη… Σαν ένα απερίγραπτα, απρόσμενο περιβάλλον ένιωθε το κάθε τι γύρω του, που έστω του θύμιζε κάτι από το παρελθόν… Δεν ήταν τόσο δύσκολο να πάρει την απόφαση αυτή, να σπάσει τους δεσμούς του, ήταν η πιο εύκολη αποστολή που του είχε θέσει ποτέ κανείς! Έφυγε, τόσο απλά, μια νύχτα… Μόνο που εκείνη την νύχτα, «Η κάθαρση πήρε το δρόμο της και ίσως να ήταν παρά μόνο μια απόφαση, ικανή να διαλύσει κάθε ισορροπία.» Τα έκανε όλα σκόνη στο διάβα του, με την χρήση της, κανένας δεν έμεινε παραπονεμένος, άλλη μια φορά βρέθηκε στα ερείπια του εαυτού του και κατανόησε ξανά την αρχαία παροιμία, που ποτέ δεν πίστευε «όταν κάτι το χάσεις τότε καταλαβαίνεις την αξία του» Σε εκείνη την χρονική στιγμή φάνηκε η καλύτερη λύση, μόνο που ήταν αυτή! που κανείς δεν μπορούσε να αντέξει αν και ήταν ακόμα η αρχή! Όλοι έψαχναν κάποια αφορμή για να δουν ο ένας τον άλλο, για να νιώσουν όπως τότε παλιά, αρχικά ήταν όλα ξεκάθαρα όλοι ήταν ιδιαίτερα χαρούμενοι κρατώντας απλά κάποια σκόρπια γεγονότα, αλλά αργότερα αποζητούσαν έστω την υπενθύμιση των πραγμάτων[/I][/I]
[U][/U]« Το απόλυτο σκοτάδι έχει απλωθεί μέσα στο σπίτι, στέκομαι στο μπαλκόνι, καθισμένη στο υπερυψωμένο πεζούλι, τα γόνατα μου ενωμένα πλήρως με το υπόλοιπο σώμα μου, ένιωθα ασφάλεια καθώς άφηνα τις αισθήσεις μου να χαλαρώνουν και να χάνουν τον μοναδικό τους στόχο, να με επαναφέρουν ή να με διατηρούν στην πραγματικότητα… Μοναδικό φως το φεγγάρι με λιγοστά σύννεφα να θρυμματίζουν την αέναη μορφή του. Κι όμως ήταν τάχα σκληρή η απόφασή μου να ξεφύγω από τις σκέψεις που κατασπάραζαν το μυαλό μου, τα συναισθήματά μου; Αν με άκουγαν, οι νύμφες, θα μου μιλούσαν σκληρά για τις σκέψεις αυτές, δεν μετράει ο προορισμός, αλλά το ταξίδι! Θα μου έλεγαν και θα μου ξανά-έλεγαν… Μέχρι να μπορούσα να το έλεγα και να το αισθανόμουν. Το κρύο είχε μαλακώσει, σαν χάδι από μεταξωτό μαντίλι απομεινάρι από άλλες εποχές, τότε που οι κοπέλες, ως γνώστες της κοκεταρίας φρόντιζαν μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια. Σαν κάποιος να είχε βάλει στην ίδια την ζωή αναγεννησιακά πορτρέτα! Δημοσίευση στο stixoi.info: 04-05-2008 | |