- - - - -

Δημιουργός: poetryf

Για τους λίγους.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[font=Bookman Old Style] [color=black]

[align=right]«Σβήσε λοιπόν τη λάμπα.
Δεν μπορώ να’χει φως
χωρίς να βλέπω»
Γ.Ρίτσος «Ημερολόγια Εξορίας»[/align]

Δεν περπατάω με τα πόδια πια
δεν με βαστούν οι άκρες και τα πρέπει των ανθρώπων
Μον’τραγουδώ με τα αγκάθια και τις λύπες
τις μελωδίες μιας αλλιώτικης ζωής
που νοικόκυρεψε τους κόπους μου σε κήπους
Ένας εδώ κι άλλος εκεί
Όπως τους φίλους που ξεφεύγουν μ’ένα ψέμα
και τριγυρνάν με του ανέμου τη σκία
Το καρποστρόφι της χαμένης ευωδίας.
Κάποτε έζησαν στο πλάι μου κι εκείνοι
Κάποτε ήπιαμε νερό από την ίδια κούπα
Ο φευγαλέος μου ουραγός
-το τελευταίο δάκρυ
Ένα κομμάτι θάλασσα δική μου
που καταπίνεται στα χείλη μου μ’ορμή
σαν τις Ιθάκες που εδίψασα κι όμως ποτέ δεν ήπια.
Πάντοτε η δίψα της ψυχής
Πάντοτε δίχ’αντίκρυσμα οι στάλες
Στάλες που έπεφταν ,σωριάζονταν στον πάτο
σαν τα νεκρά κορμιά κείνου του απαίσιου πλαστουργού
που αξίωσε να τον ελένε Χρόνο
που αξίωσε να θλίβεται στο γέλιο το δικό μου
Ο περιπαίχτης των αθώων προσμονών!
Πες μου κι εσύ που απόμεινες
για να λατρέυεις εκουσίως τα εξαίσια σμιλευμένα είδωλα
σε ποιο Θεό χοές προσφέρεις τις αβάσταχτες σου ανάγκες
Ποιανού το βλέμμα αλαργινό λάβα θα φέρει
Στραβοκοψιές εγώ στο δέντρο μου δεν θέλω!
Ή που θα ρίξω τα κλωνάρια μου σαν τότε
ριχτά σκοινιά , στερνή σανίδα σωτηρίας
Μήπως πιαστούν οι εκλεχτοί κι ανέβουνε μαζί μου
-Δύσκολο ανέβασμα-
τον κόσμο της αγάπης,
τη γη μιας νιόπλαστης λευκής Επαγγελίας

Ή που θα φλέγομαι για πάντα για τους λίγους
φάρος αν θες, βάτος αν θες
για να αρκούνται οι πολλοί πως τάχα καίγομαι
κι ο Μωυσής εκεί να στέκει μαγεμένος.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 17-05-2008