Το Έπος του Θρύμρ (το Σφυρί του Θορ) Δημιουργός: Mastermind, Αλέξης Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Ξέσαλος ήταν ο Θορ ο σφυροκόπος
σαν ξύπνησε
το μέγα το σφυρί του έλειπε
Έξαινε τη γενειάδα του
τα μαλλιά του ανέσπα
καθώς ο γιός της Γαίας
ολόγυρα έψαχνε
Πρώτα τα λόγια αυτά απ' το στόμα του πέσαν
[I]"Άκου Λόκι και ζύγιασε τα λόγια μου
Πουθενά στη γη κι ούτε στα ουράνια
άνθρωπος δε το ξέρει : μου κλέψαν το σφυρί μου!"[/I]
Στης Φρέια το κονάκι κίνησαν τα βήματα τους
Και τα λόγια αυτά απ' το στόμα του πέσαν
[I]"Δώσε μου Φρέια το φόρεμα το φτερωτό
το σφυρί μου να γυρέψω και να βρω"[/I]
Είπε η Φρέια
[I]"Πάρε το
κι ας ήταν μάλαμα κι ουχί φτερά
στο δίνω εσένα
κι ας γυάλιζε σαν πουλιού ασήμι"[/I]
Πέταξε ο Λόκι
και το φόρεμα ανέμιζε
ώσπου πισω του άφησε
το σπίτι των θεών
κι έφτασε τέλος
στων γιγάντων τη χώρα
Ο Θρύμρ σ' ένα λόφο καθόταν
αυτός των γιγάντων ο κύρης
χρυσά χαλινάρια
τα κυνηγόσκυλα του έζωνε
χτένιζε και κανάκευε
τις χαίτες των ατιών του
Είπε ο Θρύμρ:
[I]"Πως περνάν οι θεοί
τα ξωτικά πως περνάν
Τι σε φέρνει μονάχο
στων γιγάντων τη χώρα;"[/I]
Κι ο Λόκι είπε:
[I]"Κακοπερνάν οι θεοί
τα ξωτικά κακοπερνάν
πήρες κι εκρύψες εσύ
του Λόριδι το σφυρί;"[/I]
Είπε ο Θρύμρ:
[I]"Εγώ πήρα κι εγώ έκρυψα
του Λόριδι το σφυρί
μίλια οχτώ βαθειά στη γη
και θα το δώσω μόνο στο χέρι
που θα μου φέρει
τη Φρέια για γυνή"[/I]
Πέταξε πάλι ο Λόκι
και το φόρεμα ανέμιζε
ώσπου πίσω του άφησε
τη χώρα των γιγάντων
έφτασε τέλος
στων θεών το σπίτι
και τον Θορ βρήκε
να τον περιμένει
στην αυλή του παλατίου του
να αναμένει
πρώτα τα λόγια αυτά
από το στόμα του πέσαν
[I]"Τι δουλειά έκανες Λόκι
και τι μαντάτα φέρνεις
Λέγε γρήγορα ενώ πετάς ακόμα
γιατί αυτός που κοντοστέκεται
τα λόγια του μασάει
κι αυτός που κάθεται στο χώμα
τελείως ψεύτικα μιλάει"[/I]
Είπε ο Λόκι
[I]"Και δουλειά έκανα
και μαντάτα φέρνω
Ο Θρύμρ το πήρε
των γιγάντων ο κύρης
το έκρυψε
μίλια οχτώ βαθειά στη γή
και θα το δώσει μόνο στο χέρι
που θα του φέρει
τη Φρέια για γυνή"[/I]
Κίνησαν τα βήματα τους
τη Φρέια την όμορφη να βρουν
και τα λόγια αυτά από το στόμα του Λόκι πέσαν
[I]"Ντύσου Φρέια το νυφικό πέπλο
κι ας φύγουμε μαζί γοργά
για των γιγάντων τη χώρα"[/I]
Τρελάθηκε η Φρέια κι άφρισε
και τα ντουβάρια σειστήκαν
το Μπριζίνγκαμεν απ το λαιμό της έπεσε
κι έγινε κομμάτια
[I]"Ακόλαστη θα φαινόμουν στα μάτια των θεών
αν πηγαίναμε μαζί γοργά στων γιγάντων την χώρα!"[/I]
Μαζεύτηκαν οι θεοί στην αίθουσα της κρίσης
πήγαν και οι θεές όλες μαζί
συμβούλιο κάναν και συζητούσαν
πώς του Λόριδι το σφυρί πίσω να 'ρθει
Ύστερα μίλησε ο Χέιμνταλ
ο λαμπρότερος των θεών
που το μέλλον σαν Βάνιρ
ξάστερα έβλεπε
[I]"Να ντύσουμε τον Θορ το νυφικό πέπλο
δώστε του στο λαιμό να βάλει το Μπριζίνγκαμεν
Κλειδιά πολλά στη μέση του να κουδουνάν
τα πόδια του ως κάτω με φόρεμα γυναίκας
βάλτε του πόρπες στο στήθος ακριβές
κι ένα ωραίο καπελάκι στο κεφαλάκι του"[/I]
Και ο Θορ την τρομερή του απάντηση έδωσε
[I]"Γυναικωτό θα με λέγαν οι θεοί
αν αφήσω να με ντύσουν πέπλο νυφικό"[/I]
Ύστερα μίλησε ο Λόκι της Λάουφεϊ ο γιός
[I]"Σώπασε Θορ κι άλλο μη μιλάς
Οι γίγαντες απο την Άσγκαρντ θα μας διώξουν
αν το σφυρί
στα χέρια σου δε ξαναρθεί!"[/I]
Ντύσαν έτσι τον Θορ το νυφικό πέπλο
το Μπριζίνγκαμεν του δώσαν στο λαιμό να βάλει
κλειδιά πολλά στη μέση του κουδουνούσαν
τα πόδια του ως κάτω με φόρεμα γυναίκας
πόρπες στο στήθος έβαλε ακριβές
κι ένα ωραίο καπελάκι στο κεφαλάκι του
Ο Λόκι είπε της Λάουφεϊ ο γιός
[I]"Εγώ θα έρθω παρανυμφός σου
μαζί θα πάμε γοργά στων γιγάντων την χώρα"[/I]
Τις κατσίκες φέραν απ' το μαντρί
και τις έζεψαν αμέσως στο άρμα
γιατί ήταν γοργά να τρέξουν
Στενάξαν τα βουνά και λαμπάδιασε η γης
που ο γιός του Όντιν πήγε
στων γιγάντων τη χώρα
Κι είπε ο Θρύμρ
των γιγάντων ο κύρης
[I]"Σκουμπωθείτε σεις Γίγαντες
ρίχτε άχυρο στους πάγκους
Τη Φρεία μου φέρνουν για γυνή
την κόρη του Νιόρδαρ από το Νοατούν
Στους στάβλους μου έχω
χρυσοκέρατα γελάδια
κατάμαυρα βόδια
που ναι του γίγαντα η χαρά
πολλά τα πλούτη πο' χω
και πολλά τα κοσμήματα
το μόνο που μου λειπε
είναι η ωραία Φρέια"[/I]
Νωρίς σαν έπεσε η νύχτα μαζεύτηκαν
στα τραπέζια άρχισε να κυλάει μπύρα
η νύφη γρήγορα έφαγε
ένα βόδι ξεπάστρεψε
κι οχτώ σολωμούς
κι από πάνω όλους τους μεζέδες
που χαν για τις γυναίκες
της Σιφ ο άντρας κατέβασε
τρεις γύρες υδρόμελι
Είπε ο Θρύμρ
των γιγάντων ο κύρης
[I]"Έχετε δει νύφη να δαγκώνει πιο γερά;
Ποτέ δεν είδα νύφη με τέτοια όρεξη να τρώει
κι ούτε παρθένα να πίνει πιο πολλά"[/I]
Μα ο Λόκι παράνυμφος στεκόταν κοντά
κι έτοιμη την απάντηση του έδωσε:
[I]"Μέρες οχτώ δεν έφαγε η Φρέια
τόσος ήταν ο πόθος της
για των γιγάντων τη χώρα"[/I]
Ο Θρύμρ σήκωσε το πέπλο
ένα φιλί γύρευε
μα πισωπετάχτηκε στου δωματίου την άκρη
[I]"Γιατί είναι τόσο φοβερή η ματιά της Φρέια
Φωτιά μου φαίνεται στα μάτια της να καίει"[/I]
Μα ο Λόκι παράνυμφος στεκόταν κοντά
κι έτοιμη την απάντηση του έδωσε:
[I]"Μέρες οχτώ δεν κοιμήθηκε η Φρέια
τόσος ήταν ο πόθος της
για των γιγάντων τη χώρα"[/I]
Πετάχτηκε τότε η αδερφή του γίγαντα
η ανέραστη τόλμησε να χαλέψει
τα προικιά της νύφης
[I]"Δώσε μου τα δαχτυλίδια
από πορφύρας μάλαμα
που χεις στα δάχτυλα
για να πάρεις την αγάπη μου
την αγάπη μου και την ευχή μου"[/I]
Είπε ο Θρύμρ των γιγάντων ο κύρης
[I]"Φέρτε το σφυρί τη νύφη να βλογίσει
στα γόνατα της το Μιόλνιρ αφήστε
στο όνομα του Βορ
το στεφάνι μας να στεριώσει"[/I]
Η καρδιά του Λόριδι στο στέρνο του γέλασε
που ο αγριόψυχος το σφυρί του βρήκε
Πρώτο τον Θρύμρ ξαπόστειλε
τον κύρη των γιγάντων
ύστερα τους γίγαντες όλους
τους ξάπλωσε
Τη γεροντοκόρη
του γίγαντα την ανέραστη αδερφή έσφαξε
αυτή που χάλεψε τα προικιά
αντί για χρυσάφια πήρε ένα τρομερό χτύπημα
για δαχτυλίδια μια κατακέφαλη σφυριά
Κι έτσι πήρε ο γιός του Όντιν πάλι το σφυρί του Δημοσίευση στο stixoi.info: 30-07-2008 |