Αντικατοπτρισμός

Δημιουργός: bj-counter, Γιάννης

Αυτό το πεζό-ποίημα είναι μια μικρογραφία της ζωής μου!

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[align=center][B]«...ΑΝΤΙΚΑΤΟΠΤΡΙΣΜΟΣ»[/B][/align]



Πάει καιρός από την τελευταία φορά που στάθηκα ασάλευτος μπροστά από ένα καθρέφτη για ν’ ατενίσω επίμονα το είδωλό μου• να το ρωτήσω περιμένοντας ανταπόκριση!

Το έκανα χθες...

Η φωνή μου κόπηκε• η ανάσα μου σταμάτησε• τα μάτια μου λίγο έλειψε να πεταχτούν έξω από τις κόγχες και το μυαλό μου βυθίστηκε σε κώμα!

Ένας γέρος ασπρομάλλης, σκυφτός και ρυτιδιασμένος, μα με καλοσυνάτη φωνή και όψη, σήκωσε αργά το βλέμμα του απ΄ την απέναντι πλευρά και αφού με κοίταξε με παράπονο άρθρωσε αργά:

[B]«[/B]Κάθε ρυτίδα από το πρόσωπό μου, μια πληγή επάνω στην καρδιά
και κάθε άσπρη τρίχα απ’ τα μαλλιά μου, σταγόνα δάκρυ, αν κύλισε αργά! [B]»[/B]

Έχασα το χρώμα μου! Σαν πεθαμένος έμεινα να κοιτάζω ξανά και ξανά τον καθρέφτη χωρίς καμιά απολύτως αντίδραση.

[B]«[/B]Τι συμβαίνει? Δε με γνωρίζεις?
Εγώ είμαι εσύ κι εσύ είσαι εγώ...
Είμαι το μέσα σου και είσαι το έξω μου!
Είμαι αυτό που νιώθεις και είσαι αυτό που φαίνομαι!
[B]Πότε θα ωριμάσεις επιτέλους πια?»[/B]

Μαζεύοντας ό,τι δυνάμεις μού είχαν απομείνει κατάφερα να συλλαβίσω:

«Συγγνώμη κύριε, τι εννοείτε?»

Και ο παππούς συνέχισε:

[B]«[/B]Ένα κατάλευκο πουλί, θα ήταν μάλλον περιστέρι, είχε κομμένη τη φτερούγα του...θυμάσαι?
Καταμεσής στο δρόμο...Ήτανε ντάλα μεσημέρι...
Και χαροπάλευε...θυμάσαι?
Στριφογυρνούσε σαν τρελό κι είχε το στόμα του ανοιχτό...
Και τ’ ανοιγόκλεινε...και η ψυχούλα του φτερούγιζε...θυμάσαι?
Ένα αυτοκίνητο όρμισε με φόρα καταπάνω του...
Έκανες να τρέξεις...σταμάτησες...δάκρυσες...θυμάσαι?
[B]Πότε θα ωριμάσεις επιτέλους πια? »[/B]

Χωρίς να προλάβω ν’ αρθρώσω το παραμικρό ο γεράκος ψιθύρισε:

[B]«[/B]Μία γυναίκα αγάπησες κι έδωσες όλο σου το είναι...
Τη φωνή σου, την καρδιά σου, τα πιο ωραία αισθήματά σου...θυμάσαι?
Σε ποδοπάτησε...σ’ αρνήθηκε...σε χλεύασε...
Δε σ’ άφησε ούτε καν να της μιλήσεις...θυμάσαι?
Έκλαψες...σα να ’σουνα μωρό παιδί! Πόνεσες...όπως δεν πόνεσες ποτέ σου!
Προσπάθησες...να φύγεις...να ξεχάσεις...ν’ «αναρρώσεις»!
Δεν έγινες ποτέ καλά....θυμάσαι?
Πώς θα μπορούσες άλλωστε να ξεχάσεις...!
[B]Πότε θα ωριμάσεις επιτέλους πια? »[/B]

Δεν ήξερα τι να πω...
Όμως ο ηλικιωμένος κύριος που όλο και περισσότερο φαινόταν γνωστός συνέχισε:

[B]«[/B]Κάποιος σού ύψωσε τον τόνο της φωνής του...
Σε πρόσβαλλε...σε μείωσε...σε ξευτέλισε ...θυμάσαι?
Κι εσύ δε μίλησες...ξεροκατάπιες...βαριανάσανες...τρεμούλιασες...θυμάσαι?
Έτσι κι αυτός το πήρε για συνήθειο...
Πόσα χρόνια αλήθεια δεν περάσανε...
Πόσες φορές δε σου ’πνιξε τα θέλω...!
Πόσες οι νύχτες που ξαγρύπνησες γιατί ο κόμπος στο λαιμό δεν έλεγε να φύγει...θυμάσαι?
[B]Πότε θα ωριμάσεις επιτέλους πια? » [/B]

Τα μάτια μου αρχίσαν να βουρκώνουν. Θέλησα να μιλήσω μα ο παππούλης για ακόμη μια φορά δε μ’ άφησε...!

[B]«[/B]Κάποια στιγμή το θέλησες κι εσύ...
Να ξυπνήσεις...να δεις τον κόσμο μ’ άλλα μάτια!
Μα δεν το έκανες...δεν το κατάφερες! Γιατί? Γιατί?
Ξύπνα απ΄ το λήθαργο μικρέ μου πια.... Λίγο ακόμα και θα χάσεις το τρένο...
Κι όταν θα έρθει το επόμενο θα είσαι όπως εγώ...
Αυτό θέλεις λοιπόν?
Κοίταξέ με...κοίτα με καλά...κοίτα πως είμαι...πόσο ακόμα νομίζεις πως θ’ αντέξω...
Σε λίγο θα φύγω...θα μείνεις μόνος σου...Ξύπνα λοιπόν...!
Τώρα είναι η ώρα...τώρα που έχεις τα χρόνια του Χριστού!
[B]Πότε θα ωριμάσεις επιτέλους πια? »[/B]

[B]«[/B]Παππούλη...
Ο Χριστός...έφυγε στην ηλικία μου!
Πέθανε...!!!
Ξέρεις και κάτι ακόμα...παππού?

[B]ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΔΥΟ ΔΕ ΘΑ ΩΡΙΜΑΣΟΥΜΕ ΠΟΤΕ! »[/B]

[align=center]

Δημοσίευση στο stixoi.info: 12-08-2008