χωρικός και Ροδούλα...και άλλη συνέχεια Δημιουργός: χωρικός όλο πιο πολύ αργεί, τόσο πιο καλό τυρί! Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Η αρχοντοπούλα έτρεξε μέσα από τα σιτάρια,
κι' απ' τη σκισμένη μπόλια της πηδούσαν τα μαστάρια.
Κανένα μάτι μή την δει την είχε πιάσει πόνος,
γι'αυτή της την κατάσταση, ας όψεται ο όνος.
Πέρασε κάμπους , ρεματιές , πέρασε και ρυάκια,
κι' απ' το πολύ το τρέξιμο ιδρώσαν τα βυζάκια!
Και όταν τα κατάφερε να πάει στ'αρχοντικό της,
τον Χωρικό δεν μπόραγε να βγάλει απ' το μυαλό της.
Αυτός ο σαρδανάπαλος την είχε κοπανήσει,
και νόμιζε ατιμωριτί πως ήταν το γ....σι!
Μα δεν τα σκέφτηκε σωστά , του' χε ξεφύγει κάτι,
διόλου δεν υπολόγισε τον πούστη επιστάτη.
Που όσοι τον εξέρανε τον λέγαν πισωγλέντη,
και η δουλειά του ήτανε ρουφιάνος του αφέντη.
Αυτός ευθής κατάλαβε τί έγινε εκεί πέρα,
να ευκαιρία σκέφτηκε να δω μιαν άσπρη μέρα!
Διότι και παλιότερα είχε επιθυμήσει,
του κατεργάρη Χωρικού το γλυκερό γ....σι!
Μα εκείνος δεν ενέδωσε, δεν του'κανε τη χάρη,
και για γυναίκες κράτησε το ακριβό παπάρι!
Το βράδυ αρωματίστηκε, έπλυνε κωλαράκι,
και κίνησε στου Χωρικού να πάει το κονάκι.
Μωρ' είναι γλυκοτσούτσουνος κι' ας είναι και χωριάτης
στο δρόμο αυτά σκεφτότανε ο πούστης επιστάτης.
Έφτιαξε την χωρίστρα του , ίσιαξε το καπέλο,
κι'ευθής χτυπάει για να μπει, λες κι'ήτανε μπορντέλο!
Είχε θωρήσει από μακριά πως έκαιγε λυχνάρι,
και χάρηκε που ήτανε μέσα το παληκάρι.
Ο Χωρικός που έτρωγε λίγα βρασμένα χόρτα,
ταράχτηκε σαν άκουσε πως χτύπησε η πόρτα.
Κι' ενώ ετοιμαζότανε μία πορδή να ρίξει,
ευθής υποχρεώθηκε να σηκωθεί ν'ανοίξει.
Ποιός να'ναι αυτός ο άτιμος που μου χαλάει το δείπνο
και βύζιτα μου έρχεται λίγο πριν πάω για ύπνο;
Δραγάτες μη με βρήκανε; Μην είναι κανά ασκέρι,
για την κατσίκα που'κλεψα πέρσι το καλοκαίρι;
Δραγάτες δεν αντίκρυσε μα ούτε και ασκέρια,
παρά θωρεί τον πουσταρά με φορτωμένα χέρια!
Στο'να εκράτα έναν ασκό, στο άλλο ένα πιάτο,
τυρόγαλα του πήγαινε και μπρούσκο απ' το μοσχάτο!
Γειά και χαρά σου Χωρικέ, θαρρώ πως ήρθε η ώρα,
ότι δεν έγινε παλιά, να λάβει απόψε χώρα!
Γιατί μ'αυτα που θα σου πω, θε να σου έρθει μούγκα,
σαν έχει η τσούρα σου τυρί, δεν άνοιξες και στρούγκα!
Κι'αφού λοιπόν κατέχω τα, τί τράβηξε η Ροδούλα,
στα χέρια σου τα πρόστυχα πρωί με τη δροσούλα,
θέλω γ....σι φοβερό, βαρβάτο να'ναι γλέντι,
αλλιώς ταχιά την χαραή, τα λέω στον αφέντη!
...ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...
Δημοσίευση στο stixoi.info: 29-10-2008 | |