Μαρινος Αντυπας Αφιερωμα Δημιουργός: agrafos ΣΤΟΥς ΑΝΘΡΩΠΟΥς Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Η καταγωγη μου είναι από την Θεσσαλια.Απο ενα μικρο χωριο
Στα «ριζά» των Αγραφων.
Ο προπαπος μου εζησε πολλα χρονια εκει.Τοσα οσα επρεπε
για να μου αφηγηθει από πρωτο χερι,γεγονοτα που χανονταν
μεσα σε αχρωμους εορταστικους κυκλους.
Το «κυρος» της αποψης του για διαφορα ιστορικα γεγονοτα
Που εζησε στην γεννηση τους κιολας , με εκανε να αναζητω
Την γνωση του και την συντροφια του ταυτοχρονα.
Διαβαζε διαφορα βιβλια «για το δικιο» όπως ελεγε,
Που τα γραφομενα τους ωχριουσαν μπροστα στην δικη του
Αποψη για αυτό.
Ηταν τοσο παραστατικος.Το ηχοχρωμα της φωνης του και μονο
Εβαφε κοκκινες τις σημαιες των Ιδεων του που ετσι κι αλλιως
Ηταν βαμμενες με το ιδιο το αιμα της επιβιωσης.
Η βλαχικη προφορα του εδινε έναν αναλαφρο τονο,
Σε καθαρευουσιανικους αρχα’ι’σμους του τυπου¨
«οι κουμουνιστιαι» οι «εθνικιστιαι» και διαφορα αλλα τετοια.
Όταν τα ελεγε με κοιταγε λιγο αυστηρα προφανως για να προλαβει
Καποια υποψια ισως γελιου που θα προσβαλε και αυτόν κι εμενα .
Στο απαραμιλλο «παλη των ταξεων» εσφιγγε τις γροθιες του
Κι ας ηταν 85 χρονων όταν μου ελεγε για το Κιλελερ
Γιατι μαλλον ειχε νοιωσει την ηττα και την παλη της δικης του ταξης,
Πριν τα γεγονοτα του 1910 στη Λαρισα.
Το Κιλελερ ηταν το φορτε του.Τα εδινε όλα.
Μου εδειχνε τα «νταμια» που ζουσαν οι κολιγοι που ουτε για μαντρια
Δεν εκαναν όπως ελεγε, όταν το χωριο μας ανηκε σ’έναν Τσιφλικα
Τα ματια του χαμηλωναν από ντροπη όταν τον κοιταζα με συμπαθεια
για αυτά που περασε , ισως νομιζοντας ότι στα «αθηνα’ι’κα» μου ματια
επεφτε η Ανθρωπινη του Αξιοπρεπεια ,λογω του ότι πριν πολλα χρονια
αθελα του εζησε σε συνθηκες υγιεινης ΖΩΩΝ.
Σαν Ζωα. Ετσι μας ειχαν.
Και Ζωα ειμασταν. Απραγα
Ανθρωποι μας ειχαν ετσι.Μεγαλοι.Μορφωμενοι
Ερχονταν στην Εκκλησια μερικες Κυριακες που δεν δουλευαμε,
Κι εγω εψελνα.
Μας βρωμιζαν κι εκεινο το χωραφι μας.
Το μονο που μας ειχε μεινει.Κι εγω εψελνα γι’αυτους.
Γι’ αυτους και για Μας παιδια του ιδιου Θεου
Δεν ηθελα να ψελνω.Αμαρτια μου αλλα δεν ηθελα να ψελνω.
Δακρυσε.Τα προσωπα μας κομπιασαν σαν τον λαιμο μας.
Η σιωπη μερικων δευτερολεπτων αντηχησε την σοβαροτητα των λογων του
Δεν ηθελε να βλεπει τους ανθρωπους διαφορετικους ουτε τους
Ιδιους του τους Δυναστες.Αυτη ηταν η αμαρτια του,για αυτό εκλαψε.
«Το ειπα στον παπα» συνεχισε πιο ηρεμος.
Μου ειπε πως μπηκε μεσα μου ο «εξ’αποδω».Ο Σατανας.Σ’εμενα
Που η χαρα κι η Ελπιδα μου ηταν η Κυριακη όταν η φωνη μου
Μουλιαζε απ’τα δακρυα των Αδερφων μου και γινοταν Αγιασμος
που μας ξεδιψουσε απ’τον καματο της σκλαβιας
Αν καπου εχει μπει ο Σατανας παπά μου,είναι σ’αυτους
που μας τρωνε την Ψυχη και τις Σαρκες μες’ την Κολαση που μας
φτιαξανε κι όχι σε μενα.
Γιατι αν το Δικιο μου είναι ο Σατανας τοτε ο Θεος τι είναι;το Αδικο;
Το Δικιο είναι μεσα μας.Δεν εκδικειται . Διεκδικειται ΑΠΟ ΤΗ ζΩΗ
Τα λογια του τωρα εμοιαζαν με πηγη που αφου εσκαψε ένα ανοιγμα
Στον βραχο που την εμποδιζε,αποφορτισμενη,κυλουσε ηρεμα στη
Γαληνη της Σοφιας ως τη Θαλασσα της Αληθειας της Σκεψης
Ενός απλου Ανθρωπου.Παλι σιωπη
« Ο Μαρινος Αντυπας « συνεχισε ο παπους , με καμαρι τωρα που ειχε
Γνωρισει αυτόν τον τεραστιο Ανθρωπο,
Περασε καποτε από το χωριο μας.Ηταν ανηψιος ενός Τσιφλικα.
Μα η Ανθρωπια του ειχε νικησει την διψα του για σαρκα.
Πονεσε τους σκλαβους και τους ξεσηκωνε.Ο κοπος είναι δικος σας μας ελεγε.
Τα γραμματα πολλες φορες δινουν μορφη στον ανθρωπο μου ειπε
Φωτεινη.Αγαπης Άλλες παλι τον κανουν περισοτερο αξιο στα ματια τους
Από τους αλλους ανθρωπους.Ο Μαρινος ηταν η Αγαπη.
Εβαζε τον Εαυτο του ισια με τους αλλους κι ας ηταν μορφωμενος.
Τον κυνηγουσαν.»Ο Εξ’αποδω» ετσι τον ελεγαν.Οπως εμενα
Σαν τον Χριστο ηρθε σε μας ο Αντυπας.
Γυρνουσε ολη μερα μεσ’ τους φτωχους.
Τους φιλαγε τους ροζους στα χερια κι εκλαιγε
Μας ελεγε Αξιους της Ζωης.τα χωραφια μας ανηκουν.
Η Ζωη μας ανηκει.Πιστευε στους Ανθρωπους πιο πολύ από τον Θεο.
Πιστευε στον Παραδεισο.Στις Καρδιες των Ανθρωπων ότι είναι
Κι αν υπαρχει Θεος εκει θα είναι κι Αυτος.
Κι αφου η Καρδια μας θελει τη Ζωη, μαζι μας είναι κι Αυτος.
Ο Θεος.Το Δικιο
«Αν με σκοτωσουν» μας ελεγε, να με παιρνεται μαζι σας
Στους αγωνες.Εστω νεκρο.Ζωντανος όμως ηταν παντα
Ετσι να τον εχεις και συ μεσ’ τις γροθιες σου.
Αυτος είναι ο Ταφος του.Ο Ζωντανος
Εκει Ζει από τοτε που τον σκοτωσαν οι ρουφιανοι της Φτωχολογιας
ΟΙ Μπραβοι των τσιφλικαδων
Κι όταν απλωνεις το χερι σου με Αγαπη παλι εκει θα είναι.
Στους ροζους μεσα των χεριων σου που αγαπησε.
Με αιμα ανθρωπων είναι γραμμενη η Ιστορια
Με αιμα ανθρωπων κι Αδικο.
Ο παπους πια ειχε μεταμορφωθει.
Μου εμοιαζε μ’ ένα χωραφι σταρι που μολις ειχε βλαστησει
Και προσευχοταν στη Δημητρα να τον προστατεψει ως να
Γινει ψωμι και να μοιραστει στους Ανθρωπους
Αποσβολωμενος τον κοιταζα Εκστασιασμενο,να απαγγελλει
Τα Χωρία της δικης του Αποκαλυψης. Του Πονου.
Της χαρας του Αγωνα με κάθε κοστος.
Την αξια της Θυσιας
Παλι σιωπη.ΤΟ εχω παρατηρησει.Η Αληθεια παντα σταματαει τον Χρονο
Εστω για λιγο.Γιατι είναι συστατικο του μαλλον.
Θελω να σου δωσω κατι μου ειπε σχεδον μυστικα
Κοιταξε γυρω του συνομωτικα και αφου μου εγνεψε να περιμενω
Μπηκε στο δωματιο του.Βγαινοντας κρατουσε ένα αποκομα.
Παλιας εφημεριδας μαλλον.Το κρατουσε σαν κατι Ιερο
Με τοση ευλαβεια
Εναι το τελευταιο ‘γραψιμο’ του Αντυπα πριν πεθανει
Μου ειπε.Το εχω χρονια φυλαγμενο καταχωνιασμενο
Σχεδον ενοχικα και ψιθυριστα μου λεει¨
«δεν ξερω αν υπαρχει Θεος.Οταν όμως τον δοξολογω στην
Εκκλησια η Ψυχη μου γαληνευει.Αν αγαπας τον Ανθρωπο
Είναι σαν να πιστευεις σε Αυτόν
Μαζι με το αμπελι που σου αφηνω στη Διαθηκη μου,
Για να πινεις το κρασι που σ’αρεσει και να τραγουδας
Στη γιορτη της Παναγιας,σου αφηνω κι αυτό.
Δεν το εχω διαβασει μπροστα σε κανενα ποτε
Γιατι φοβαμαι μη με λενε παλι ο «Εξ’αποδω»
Μου ειπε και γελασε μαλλον ειρωνικα Διαβασε το.
Π ΙΣΤΕΥΩ ΩΣ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΑ,ΠΟΙΗΤΗ
ΟΡΑΤΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΑΟΡΑΤΩΝ, ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑΝ,
ΚΑΙ ΩΣ ΟΜΟΟΥΣΙΟΝ ΚΑΙ ΑΧΩΡΙΣΤΟΝ ΤΡΙΑΔΑΝ
ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ
ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ
ΜΑΡΙΝΟΣ ΑΝΤΥΠΑΣ
Δημοσίευση στο stixoi.info: 31-10-2008 | |