Η Ευτυχία Δημιουργός: ΓΑΒΓΕΟΣ, γιώργος ο εκΚΑΘΗΚΑ Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info [B]ΕΥΤΥΧΙΑ ΕΙΝΑΙ
Η Ευτυχία δεν μοιάζει με κανάτι που στάζει, κι αδειάζει
με καρδιά που σπαράζει
ούτε με δρόμο μακρύ, που δεν τελειώνει, με πόνο
ή ζωή που παλεύει με τον χρόνο.
Είναι ο πρωινός καφές
στην δροσερή γωνιά το καλοκαίρι
το άρωμα του γιασεμιού, του κατηφέ, το φούλι
το βλέμμα της γειτονοπούλας την άνοιξη
ο χυμός του καρπού το καλοκαίρι που ρέει.
Ευτυχία είναι ο πόνος, ο πόθος, το γέλιο το δάκρυ.
Το κλάμα για τον δικό σου που έφυγε νωρίς
ο πόνος για τον χωρισμό, από πρόσωπο αγαπημένο
ο πόθος για το γήινο και το ωραίο
το γέλιο της χαράς και της λύτρωσης.
Είναι το σύννεφο που φέρνει την βροχή
η αστραπή που φωτίζει τον ουρανό
είναι ο ήλιος που καίει το καλοκαίρι
κι η σελήνη που σου φωτίζει το βράδυ.
Ευτυχία είναι το σφίξιμο δυο χεριών με πόνο
είναι το άγγιγμα δυο χειλιών με πόθο
το λαχάνιασμα της καρδιάς στην πορεία
το σμίξιμο δυο κορμιών στην παραζάλη
το χάΐδεμα δυο παιδιών με απορία.
Μια σταγόνα βροχής για το αμπέλι
μια αχτίνα ήλιου στον φυλακισμένο
μια ελπίδα ζωής για τα νιάτα
μια γωνιά για το κουρασμένο κορμί του διαβάτη.
Η ΕΙΡΗΝΗ που κερδίθηκε δίχως αδικία
και ο πόλεμος που δεν χάθηκε με προδοσία
η πατρίδα που μας έμεινε
και ο σπόρος που φύτρωσε στο χωράφι.
Είναι η θάλασσα που δεν τελειώνει
το δελφίνι που παίζει με το κύμα
το κάστρο στην είσοδο του λιμανιού
και το εκκλησάκι του Άη Λιά στην βουνοκορφή.
Είναι το αγνάντεμα στο ηλιοβασίλεμα
το μονοπάτι, το δέντρο και η πηγή ψηλά στο βουνό
η κορυφή, που την φτάνεις καταϊδρωμένος
κι η τρεχάλα στην κατηφόρα.
Είναι ο γονιός που μας μεγάλωσε
η ΜΑΝΑ που μας βύζαξε
είναι ο θείος που μας χάιδεψε παιδιά
ο δάσκαλος που μας έδειξε τον δρόμο.
ΕΥΤΥΧΙΑ είναι
δυο πουλιά που πετάνε αντάμα
δυο παιδιά στο παιχνίδι, στο κρυφτό και στην τρεχάλα
δυο βλέμματα που συναντιούνται
τα μάγουλα που ακουμπάνε
πέντε φίλοι που σμίγουν ξανά.
Είναι
ο αθλητής όταν φθάνει στο τέρμα, έστω δίχως νίκη
κι΄ ο γεωργός όταν αναπνέει στο θέρος
ο ναυαγός όταν βλέπει τη στεριά κι ελπίζει
ο αιχμάλωτος όταν επιστρέφει στην αγκαλιά των δικών του
κι ο ξενητεμένος όταν φιλάει το χώμα της αυλής του σπιτιού του.
Μήπως ξέχασα κάτι
όπως η φλόγα στου αρρώστου το μάτι
όταν ο γιατρός γιατριάς ελπίδα του δίνει
και στου πιστού το βλέμμα σαν φιλά του παπά το χέρι;
Όταν ο πιστός προσκυνά της ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ την εικόνα
και ο άρρωστος πάει το τάμα της γιατρειάς στην χάρη ΤΗΣ
όταν ο ΆΓΙΟΣ μοιράζει την χάρη του να θεραπεύσει
και Η ΠΑΝΑΓΙΑ ανοίγει την αγκάλη της να προστατέψει.
Ευτυχία είναι
το δάκρυ στα μάγουλα, στου παιδιού σου τα αρραβωνιάσματα
και ο φίλος που δεν σε ξέχασε, στα βάσανά του μέσα.
Είναι η καλημέρα του γείτονα το πρωί.
Είναι το μειδίαμα στην πόρτα του παράδεισου, που αργεί.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 25-11-2008 | |