Όταν θα κάνει Ανθρωπιά… Δημιουργός: Νεφελοβάτης Αληθινές εικόνες από εκείνη την Μέρα την προχθεσινή όλες.. «Αφιερωμένο σ’ όλους κι όλες εκείνες, που ανάμεσά μας ζουν, που δίπλα μας περνάνε, μα που σπάνια τους βλέπουμε στ΄ αλήθεια.. Στην Παγκόσμια ημέρα της Αναπηρίας». Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Παγκόσμια ημέρα της Αναπηρίας εκείνη η μέρα ήταν.. Ποτέ δεν τα πήγαινε καλά με τις Παγκόσμιες Ημέρες.. Με τις μέρες γενικότερα.. Όχι εκείνες τις καθημερινές, ούτε με τις Παγκόσμιες.. Αν και αν το καλοσκεφτεί κανείς, καμιά μέρα δεν είναι Παγκόσμια, μια που το μισό ημισφαίριο στο σκοτάδι βρίσκεται..
Με τις «συμβολικές» μέρες δεν τα πήγαινε καλά. Εκείνες που μας είπαν, ότι θα κάνουμε την τάδε ή τη δείνα εκδήλωση για να θυμηθούμε κάτι.. Μια και που ένοιωθε, πως αυτό το κάτι, πάντα μέσα μας θα ‘πρεπε να ‘ναι.. Και όχι μόνο μια μέρα.. Καλά ναι, μπορεί να κάνει λάθος.. Μια μέρα ενθύμησης βοηθάει να γίνει κάποια παραπάνω ενημέρωση κτλ, κτλ.. Μα και πάλι κάτι στραβό του φαινόταν..
Ίσως γιατί έβλεπε τι γινόταν την επόμενη μέρα.. Που όλοι ξέχναγαν τα πάντα.. Και ξανά για το σήριαλ της τηλεόρασης και τη μιζέρια της «καθημερινότητας» που βίωναν μιλούσαν.. Όλοι όσοι σε αυτήν συντελούσαν.. Πώς; Μα με το να τη συντηρούν.. Πώς.;. Μα με το να μην κάνουν τίποτα 364 μέρες και μια μέρα να θυμούνται κάτι.. Και μετά στην καταχνιά ξανά..
Και επειδή του άρεσε να βρίσκει την ετυμολογία και την Ουσία των λέξεων, άνοιξε το λεξικό (το πρόγραμμα μια και όλα πιο εύκολα ήταν πλέον..).
Ανάπηρος: -η, -ο επίθ. (Κ -ος, -ον) ο μη αρτιμελής, ο ακρωτηριασμένος | (γεν.) ο ανίκανος για εργασία εξαιτίας σωματικής ή πνευματικής ελαττωματικότητας
Αναπηρία: η) ουσ. η κατάσταση του αναπήρου, έλλειψη αρτιμέλειας | σωματική ή πνευματική ελαττωματικότητα: παίρνει σύνταξη αναπηρίας
Έλλειψη αρτιμέλειας λοιπόν, σωματικής ή πνευματικής.. Και ανικανότητα για εργασία.. Αν και παλιός ο ορισμός, γιατί αυτός από τους πολέμους ίσως να προέρχεται.. Α και «χρηστικός» μια και είναι συνδεδεμένος μια χαρά με την παραγωγή, μια και που για εργασία μιλά..
Αν και τώρα υπάρχουν πολύ πιο σύγχρονοι τρόποι να μείνει κανείς «ανάπηρος» και να μην έχει σχέση με αρτιμέλεια.. Π.χ. στους δρόμους καρμανιόλες, για τους οποίους πληρώνουμε διόδια, για όταν τους φτιάξουν… Και εκεί λοιπόν, σε ένα «ατύχημα», γίνεται μια κάκωση π.χ. στη σπονδυλική στήλη, και τραυματίζεται ο Νωτιαίος μυελός. Ο οποίος είναι ουσιαστικά τα νεύρα που από τον Εγκέφαλο, δίνουν την εντολή για κίνηση στο σώμα.
Και από το Σώμα στον Εγκέφαλο φέρνουν όλα τα ερεθίσματα των αισθήσεων (αφή, κρύο, ζεστό, πόνος κτλ..). Και σαν κοπούν λοιπόν τα νεύρα αυτά τι γίνεται..; Παράλυση.. Και ναι την έχεις την αρτιμέλεια, μα τι να την κάνεις, αν τα μέλη σου δεν μπορείς να κινήσεις; Πάντως το κομμάτι για την εργασία, την χειρονακτική τουλάχιστον, την πετυχαίνει ο ορισμός.. Και γίνεται και από διάφορες παθήσεις αυτό.. Οι πιο πολλές της «σύγχρονης» καθημερινότητας και κοινωνίας αποτέλεσμα..
Και ήταν κάτι που το βίωνε, το ζούσε, καθημερινά.. Και σήμερα λοιπόν, που ήταν η μέρα, αν και κάθε μέρα το έβλεπε, το συνάντησε..
Τρεις και μια φορές…
Πρώτη..
Μια γυναίκα γύρω στα σαράντα.. Πανέξυπνη, όμορφη, μορφωμένη.. Που σε ένα αναπηρικό καροτσάκι είναι καθηλωμένη.. Μια και πάσχει από μια ασθένεια που δεν την αφήνει τα πόδια να κινήσει.. Αν και κάτι χαλάει τον ορισμό εδώ.. Μια και εργάζεται, ένα γραφείο τουριστικό διευθύνει..
Και ήρθε αναζητώντας μια ανακούφιση.. Για τη σπαστικότητα, το σφίξιμο στους μυς που είχε.. Που την δυσκόλευε και στο ντύσιμο ακόμα, και την πονούσε.. Και μπορούσε να χαλαρώσει αυτό από ένα φάρμακο, που στον πολύ τον κόσμο, είναι γνωστό για λόγους άσχετους.. Με τις ρυτίδες σχετισμένο.. Γνωστό, από αυτό που πουλάει λοιπόν.. Το Botox είναι το φάρμακο, που για να βοηθήσει στον ανθρώπινο πόνο φτιάχτηκε.. Μα όπως πολλά, όπως η ραδιενέργεια που βγήκε από το Ράδιο (που βρήκε η Κιουρί), έτσι κι αυτό, για άλλα έμεινε γνωστό..
Και πρέπει με σύριγγες που θα μπουν στους μυς βαθιά το φάρμακο να γίνει.. Και πονάει όταν γίνεται..
Και την έβλεπε, που πονούσε, μα και που χαμογελούσε.. Και που αστεία έλεγε τον πόνο για να πνίξει, και να τους κάνει να χαμογελάσουν, μια που έβλεπε πως ο πόνος της, τα μάτια τους σκοτείνιαζε καθώς έκαναν τις ενέσεις.. Μια και ο πόνος της τους άγγιζε.. Και κείνη μες τον πόνο της το φως χάριζε..
Από κει το Χαμόγελο κράτησε..
Δεύτερη..
Λίγο αργότερα, βγήκε να πάρει καφέ απ’ το κυλικείο.. Και εκεί που καθόταν έξω, βρήκε ένα γνωστό του. Και λέγανε για αγώνες που κάνανε, για τις σπουδές τους, για τα χρόνια που χρειάζεται να περιμένουν για να πάρουν ειδικότητα.. Και πέρασε μια γυναίκα και τον ρώτησε που θα βρει το τάδε κτήριο.. Καλά αυτή η άσπρη ποδιά, θα έπρεπε να γράφει και τροχονόμος πάνω δηλαδή. Μια που τον ρωτούσαν συνέχεια για διάφορα.. Άσχετα με το αν μιλούσε με κάποιον άλλο, ή στο τηλέφωνο, ή οπουδήποτε..
Και είχε πολλά κτίρια το νοσοκομείο, και πολλούς γιατρούς. Να γνωρίζει τα πάντα δύσκολο ήταν.. Αυτό που τον ρώτησε το ήξερε πάντως. Ευτυχώς δηλαδή, μια και μόνο που δεν του λέγανε «καλά τι σόι γιατρός είσαι εσύ;» αν δεν ήξερε που ήταν ο κύριος τρεχαγυρευόπουλος, ένας απ’ τους 700 γιατρούς του νοσοκομείου δηλαδή..
Και μετά τη διακοπή συνέχισαν να συζητούν.. Για πράγματα που πάλεψαν και πέτυχαν, όπως ανθρώπινο ωράριο, και ασφαλές για τους ασθενείς επίσης.. Μια και πώς να έχει κάποιος τη διαύγεια να ασχοληθεί με τη ζωή ενός ανθρώπου, αν τον βάλεις σε μια και καλά «εφημερία», να δουλέψει 32 συνεχόμενες ώρες..; Μα στο όνομα του χρήματος και της «οικονομίας» πολλά κάνανε οι «κρατούντες».. Μέχρι που κάποιοι, λίγοι, είπαν όχι.. Φτάνει! Ως εδώ.. Και ήρθαν και άλλοι μαζί τους.. Και το πέτυχαν.. Μια και Δίκαιο ήταν..
Και κει ακούει πάλι μια φωνή «Συγνώμη γιατρέ..». Ψιθυριστή η φωνή.. Δεν έδωσε σημασία αρχικά, μα η φωνή επέμεινε.. «Συγνώμη γιατρέ..». Ουφ, τι θα ρωτούσαν πάλι.. Και γυρνάει να δει. Κανένας.. Και κοιτάει πιο κάτω… Έναν άντρα σε ένα αναπηρικό καροτσάκι.. Που ζητούσε να περάσει γιατί μπροστά στη ράμπα στεκόταν εκείνος με το γνωστό του και μιλούσαν..
«Συγνώμη» ψέλλισε, «περάστε».. Και μετά, αν και άκαιρα.. «Θέλετε να σας βοηθήσω;», μια και η ράμπα μεγάλη κλίση είχε.. Κλασικές οι κακοτεχνίες βλέπεις, παντού, πόσο μάλλον σε νοσοκομεία.. «Όχι ευχαριστώ» είπε ο άντρας, με αποφασισμένο μα και περήφανο βλέμμα.. Να αντιμετωπίσει ήθελε τη δικιά του πρόκληση..
Από κει την Περηφάνια κράτησε..
Τρίτη...
Σε ένα φιλικό σπίτι βρέθηκε μετά το νοσοκομείο. Και εκεί, μια ιστορία άκουσε. Για ένα παιδί είκοσι χρονών. Που είχε ένα ατύχημα με αυτοκίνητο. Συνοδηγός ήταν. Και η ζώνη τον έσωσε.. Μα όχι ολόκληρο.. Μια και το πόδι του έχασε, από το κτύπημα σε μια κολώνα.. Το οποίο ποτέ δε βρέθηκε..
Και εκεί άκουσε για τις προσπάθειες των γιατρών, τη ζωή να του σώσουν. Για την κοπέλα που τον επισκέφτηκε μια μέρα, περπατώντας ανέμελα, για να του δείξει πως αν και έχασε ένα μέλος, η ζωή είναι μπροστά του. Μια και κείνη το ίδιο είχε πάθει.. Για μια καθηγήτρια, της οποίας το σπίτι καθάριζε η γιαγιά του, μια και ήταν μετανάστες, που δουλειά του πρόσφερε..
Για το ενδιαφέρον απλών ανθρώπων άκουσε, που χωρίς κανένα όφελος, εκείνο το παιδί να ορθοποδήσει βοήθησαν.. Κάτι που θα έπρεπε το κράτος να το κάνει.. Μα αφού το κράτος, από «άρχοντες» αδιάφορους άρχεται, αδιαφορία απλόχερα σκορπά σαν το αλάτι στις πληγές που τον πόνο τον πικραίνει..
Σε αντίθεση με τους απλούς, καθημερινούς ανθρώπους, που με μικρές πράξεις, στην καταχνιά αντιστέκονται..
Από κει, την Ανθρωπιά κράτησε..
Και μια Φορά ακόμη...
Έφυγε από κει, πήγε τη μηχανή να πάρει. Εξακόσια πενήντα κυβικά, και διακόσια πέντε κιλά. Μα ευέλικτη σαν «παπί» μέσα στην κίνηση. Πριν οκτώ μήνες την είχε πάρει. Πριν οκτώ χρόνια την είχε πρωτοδεί και την είχε λατρέψει.. Μα βλέπεις, φοιτητής ήταν τότε, χρήματα δεν είχε.. Και μετά έπρεπε να πάρει αυτοκίνητο, για να μπορέσει να ανεβαίνει στο βουνό που ήταν το χωριό που έκανε τ΄ αγροτικό του. Με χιόνια κι άγριους καιρούς, και με κάτι συμπαθέστατα τσοπανόσκυλα να τον χαιρετάνε με ένα χαμόγελο μέχρι τ’ αυτιά, όλο δόντια, κάθε φορά που περνούσε..
Οπότε που να πάρει μηχανή τότε, και πώς δηλαδή, μια και το αυτοκίνητο ξεχρέωνε, καθώς δεν ήθελε χρήματα απ’ τους δικούς του να ζητήσει. Έφτασε όμως ο καιρός, που η παλιά μηχανή του, εκείνη που από φοιτητής, τρίτο χέρι είχε αγοράσει, άρχισε να δείχνει τα σημάδια της ηλικίας της. Και κάτι τα τριξίματα, κάτι το πάτημα του γκαζιού μα στο ίδιο μέρος να μένει, κάτι που έπρεπε να βάλει και τα πόδια κάτω για να σταματήσει (εντάξει όχι ακριβώς μα στο περίπου), κάτι το δούλεμα των φίλων του (βρε θα γυρίσεις μόνο με το τιμόνι στο χέρι καμιά μέρα), αποφάσισε να την αλλάξει..
Δεν είχε συγκεκριμένη μηχανή στο μυαλό του, αν και μάλλον μικρή σκεφτόταν να πάρει.. Μα έλα που σαν είδε εκείνη που είχε τόσες φορές ονειρευτεί, ξαναφούντωσε το πάθος.. Και την πήρε.. Αν και πλέον σαν όχημα μεταφοράς, ασφαλές την έβλεπε. Ήρθε τ’ όνειρο, μα άργησε λιγάκι.. Βέβαια καλύτερα να αργήσει παρά καθόλου να μη ‘ρθει..
Και εκεί που πήγε μπρος να την βάλει, βγάζοντας την από το μέρος που την είχε παρκάρει με μια χαρακτηριστική δυσκολία, μια και τα είχε τα κιλάκια της, ήταν και ανηφόρα, είδε…
Ένα παλικάρι στο δρόμο.. Να περπατά σέρνοντας τα πόδια του.. Με κόπο.. Τα πόδια παράλυτα ήταν, και νάρθηκες φορούσε, που τεντωμένα τα κρατούσαν. Και με δυο δεκανίκια περπατούσε.. Στου δρόμου τη μέση, μια που στα πεζοδρόμια γύρω και παντού αμάξια ήταν παρατημένα..
Και κείνος πάνω στη μηχανή να ετοιμάζεται μπρος να βάλει και να φύγει.. Και το παλικάρι ν’ ανεβαίνει την ανηφόρα.. Βήμα το βήμα.. Με κόπο και προσπάθεια πολύ.. Με δυσκολία.. Μα με το κεφάλι στητό.. Να σέρνει τα σακατεμένα πόδια του..
Και ανατρίχιασε.. Σκέφτηκε τον εαυτό του.. Θα μπορούσε άραγε να το κάνει..; Βουνό του φαινόταν.. Και μετά τους άλλους.. Εκείνους που κάναν τη γιορτή τούτη τη μέρα, κι εξαγγελίες απλόχερα μοιράζαν μπροστά σε γουρλομάτηδες δημοσιογράφους. Όλους εκείνους που μόνο τα λόγια τους βλέπαμε, και τις πράξεις τους ακούγαμε, που ποτέ δεν γίνονταν.. Όλους εκείνους που με τα Θα και τις κούφιες υποσχέσεις τον κόσμο φλόμωναν.. Για να έχουν μια μέρα ακόμα την καρεκλίτσα τους..
Μα αν ήταν αναπηρική κι η δικιά τους η καρέκλα..; Θα το άντεχαν..; Και θα μπορούσαν να κάνουν αυτό που το παλικάρι έκανε..;
Που συνέχισε ν’ ανεβαίνει Βήμα το Βήμα, τη δικιά του ανηφόρα, το δικό του Γολγοθά. Στητός κι Αξιοπρεπής. Ένας άγγελος με τα φτερά τσακισμένα, που τη Βαρύτητα αψηφούσε…
Και κει είδε, και κράτησε.. Το Μεγαλείο!
Του να είναι κανείς Άνθρωπος.. Και να παλεύει, κόντρα σ’ όλα όσα ‘θένε να μας περάσουν, μα πιο πολύ κόντρα στο πιο τρομαχτικό απ’ όλα τα τέρατα, που έχουν εναντίον μας ξαμολήσει.. Εκείνο της Παραίτησης.. Που ανάπηρους θέλουν να μας κάνει.. Στη Σκέψη, στο Λόγο και στην Ανθρωπιά..
Και έβαλε μπροστά για να φύγει.. Μα κείνα που κράτησε από κείνη τη μέρα, μέσα του μείναν.
Το Χαμόγελο..
Η Περηφάνια..
Η Ανθρωπιά..
Και το Μεγαλείο..
Και ήξερε πως θα τον βοηθήσουν.. Να κάνει ένα ακόμα βήμα πιο πέρα.. Να βγάλει άλλη μια μέρα..
Μια μέρα που κάποτε μπορεί να γίνει και Παγκόσμια..
Κάποτε..
Όταν θα κάνει Ξαστεριά ας πούμε…
Ή ακόμα καλύτερα, όταν θα κάνει Ανθρωπιά…
Δημοσίευση στο stixoi.info: 04-12-2008 | |