Αντίο, είμαι καλά

Δημιουργός: Γιώργος_Κ, Γιώργος Σ. Κόκκινος

Αφιερωμένο! "τα παιδάκια που κλαίνε μέσα στο έρημο σπίτι/ το κερί έχει λιώσει, το φυτίλι έχει σβήσει" ... ευτυχισμένο το 2009

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[I][B][align=center]Ἀντίο, εἶμαι καλά

~~

[align=left]Ἄκουσα, λένε γέροντα τό χρόνο π’ ἀναχωρεῖ
κι ἐγώ ἔτσι τόν φώναξα, νομίζοντάς τό ἀλήθεια
μά ἐκεῖνος τό μπαστούνι του, χωρίς νά τό σκεφτεῖ
τό σήκωσε ψηλά καί μοῦ τό ἔχωσε στό στόμα..[/align]

~~

Μεσάνυχτα καί μέ ξυπνᾶ ὁ ἦχος μίας φωνῆς
καί μέ ρωτᾶ ἐπίμονα - Τί κάνω καί ποιός εἶμαι
ἀπάντηση δέ σκέφτηκα, συγχώρα μέ ἀλλά
ἀπ’ τή ζωή μου ἔμαθα νά ‘χῶ κλειστό τό στόμα
καί νά τ’ ἀνοίγω μόνο γιά νά πῶ μέ μία γουλιά
τά λόγιά μου ὀρθά, κοφτά, σοφά καί μετρημένα

ἀπάντηση δέ σκέφτηκα καί φώναξα ἀμάν
μέσα στή ζάλη στ’ ὄνειρο σέ καρτερῶ ἀκόμα
Χριστούγεννα δέ γνώρισα, μήτε Πρωτοχρονιά
μήτε κι ἐφέτος, πέρυσι, τά τελευταία χρόνια

δέ γνώρισα ἄλλη ψυχή, ἀγάπη νά μέ πεῖ
ἀγαπημένη, σύντροφο, ἀμόρε πλάι στό στρῶμα
μονάχα ἐσένα πού ‘φτασες στά χείλη τοῦ γκρεμοῦ
κι ἀπό ἐκεῖ μ’ ἀνέβασες στοῦ οὐρανοῦ τό δῶμα
στά σύννεφα μέ πέταγες, ἀρχές Καλοκαιριοῦ
ποῦ θύμιζε Χριστούγεννα γλυκά κι ὀνειρεμένα

συγχώρα μέ ἀλλά κι ἀπόψε μέ ξυπνᾶ κάποια φωνή
καί μοιάζει νά ‘ναί ἡ φωνή ἀπ’ τό δικό σου στόμα
φωνές ἀκούω ταχτικά καί τό ‘ψαξα πολύ
μ’ ἀναρωτιέμαι ἄν πέθανα ἤ ἄν θέλω νοσοκόμα

τά χείλη πού μέ μάγεψαν σάν τότε τά ζητῶ
ἀπ’ τό Θεό σάν φάρμακο εὐλογημένα εἶναι
γιατί ὅσο μέ φιλέψανε μεθυστικό πιοτό
τίποτα δέ μ’ ἐνόχλησε, μονάχα μία γκαρσόνα
ποῦ ἔκρυψε στά χέρια μου τόν λογαριασμό

τό ἀντίο αὐτό πληρώνουμε τοῦ κόσμου οἱ πονεμένοι
οἱ πικραμένοι, οἱ δύστυχοι πού χάσανε καιρό
ψάχνοντας τήν ἀγάπη τους, σέ μέρα ξεχασμένη
οἱ ξεγραμμένοι στ’ ὄνειρο πού σχίστηκε στά δυο

γιατί κάθε ὡραία ἀρχή κρύβει κι ἕνα φινάλε
ποῦ ἴσως πονάει πιό πολύ ἀπό πληγῆ ἀνοιχτή
ποῦ ὁ χρόνος δέ τή γιάτρεψε, μηδέ τό Καλοκαίρι
ποῦ πέρασε, πού χάθηκε καί πίσω δέ θά ‘ρθεῖ

μή μέ ρωτᾶς γιά νά σού πῶ τί μέ πονάει ἀκόμα
τά μάτια μου πρηστήκανε, κοκκίνισε ὁ ντουνιάς
τό δάκρυ πῶς νά στέρευε; ποτάμι ρέει στό χῶμα
κι οὔτε ἄν μέ τρώει ἡ ἔννοια πώς ἀκόμα μ’ ἀγαπᾶς

γιατί τούς μῆνες πού ἔλειπες τούς μέτρησα γιά χρόνια
καί γέρασε τό σῶμα μου. Ποῦ εἶσαι, μέ κρατᾶς;
κρατᾶς φωτογραφίες στήν καρδιά ἀντί γιά μένα
μά λείπει ἀπ’ τά χέρια σου ἡ σάρκα καί τά ὀστᾶ

ἡ ἀγκαλιά σου ἀδειανή, σά μία νεκρή χελώνα
ποῦ τό καβούκι τῆς κενό προσφέρει ζεστασιά
χωρίς νά ὑπάρχει μία ψυχή μέσα νά τή ζεστάνει
χωρίς νά ὑπάρχει ἡ ἀγάπη μας! - Ἀντίο, εἶμαι καλά.


Γιῶργος_κ[/align][/B][/I]

Δημοσίευση στο stixoi.info: 02-01-2009