Το Μαντίλιν ( μέρος γ' ) Δημιουργός: ΓΑΒΓΕΟΣ, γιώργος ο εκΚΑΘΗΚΑ Προτιμώ τα δικά σας σχόλια Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info [B] στην ΚΑΛΗ μου ΠΕΘΘΕΡΑ ( η άλλη όψη )
Άμαν την απαντήσεις, στην στράταν που πααίννεις
να αλλαξοστρατήσεις
κάμε τζιε τον σταυρό σου
θεός να σε φυλάει, κακό μη σου τυγχαίννει.
Όμοιά της στον κόσμο, να μεν υπάρχει άλλη
τα πλούτη τζιε τα κάλλη, θέλει αποκλειστικά.
Τζι’ όσοι δικά τους έχουν, βκιός τζιε περιουσίαν
δεν έχουσιν ουσίαν, ούλα τους έν’ κακά.
Άλλον δεν έσιει κάμει όμοιον της ο πλάστης, νά ’σιει τέτοιο γινάτιν
κατήσιη σου εσάστεις.
Ότι τζι’αν έσιεις πάνω σου, βάλλει το στο αμμάτιν
δικόν της να το κάμει, σαν να της λείπει κάτι.
Άμα δδέννει το φρύδι, τζιε πάνω μου δικλήσει
νομίζω πώς έ’ φφίδι με ανοιχτό το στόμαν
ολόκληρο το σώμαν θέλει να με ρουφήσει, στη μαύρη την τζιοιλιάν του
τζιε να με διαλύσει
να με χωνέψει θέλει, δίχως να με μασήσει.
H γλώσσα της μασιέρι, λάμνει τζιε μουρμουρά μου
έ μμου διά το σιέρι
πρωίν τζιε μεσομέρι, φτύννει τζιε κατουρά μου.
Τζι’εγιώ λαλώ σου μάνα μου
φακκώ την την καμπάνα μου, τζιε τον σταυρό μμου κάμνω
όταν αυτή θα φύγει, θα πάω να πεθάνω !!!
Βάλε όπου:
τζ = κ, σι = χ
ένι = ένεστι = είναι
κατήσιη = κακή σου τύχη
εσάστεις = φτιάχτηκες ( ή σού ’φεξε )
να δικλήσει = να κοιτάξει (ή να ρίξει το βλέμμα )
λάμνει = φωνάζει ( ή βρίζει )
λαλώ = λέγω, φακκώ = κτυπώ
Δημοσίευση στο stixoi.info: 03-01-2009 | |