Σα που να στρέψω το κορμί μου Ω Ι Μ Ε Δημιουργός: Asterios Antoniou, τέρη Στα χέρια της μωρής.. Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Αυτός δεν έτρωγε μονάχα με κοιτούσε,
ήτανε φίλος μου καλός ,με συμπονούσε,
μια κατσαρόλα σαλιγκάρια μου καθάρισε,
τα είχε μήνες πέντε πριν και τα χαλάλισε.
Οπως η μέλισσα γυρνούσε γύρω γύρω,
τι θέλεις Τερη ποιητή να σου σερβίρω;;
είν'το ψυγείο μου για σένανε γεμάτο,
ω!τις φρυδούμπες του κουνούσε πάνω -κάτω.
Πόσο την τέχνη μου εκείνος εκτιμούσε!
όταν απάγγελνα στα μάτια με κοιτούσε,
έστρωνε τρίχες τη γενειάδα με τη χτένα..
τα σαλιγκάρια του όμως ήταν χαλασμένα.
Αλλο δεν γίνεται ,θα πάω να δουλέψω,
αυτό ήταν φίλοι δεν υπάρχουν!θα παλέψω,
έφυγα τρέχοντας μη γίνει το κακό,
πήρα ένα datsun με καρπούζια,,να χαθώ.
Τι σο συμβαίνει με ρωτάει ο οδηγός..
-κύριε γύφτε μου προχώρα ολοταχώς..
πως μ'είπες σκούζει και τα φρένα κοκκαλώνει
είμ'ο Τανάσης που αυτά δεν τα σηκώνει!(Τανάσης..τέως αγαπητικός Αμέρσας)
Τσιγγάνος αίμα κι η τσιγγάνα μου καρδιά,
για μια Αμερσούδα έχει σαράκι και νταλκά,
μα σένα σήμερις εγώ θα σι χαλάσω..
πως είπες λέγισι να ξέρου ποιον θα σιάξου;;;;
-Ο τέρη τέρη !είμ'ο τέρη ο αοιδός..
-ο ποιός ο τέρη;;;ο χλιμίτζουρας αυτός;;
αυτός που πρόδωσ' ι',αυτός ο χλιεμπουνιάρης;;
θα γίνει 'ι'τάφους σου ,θα ψάχνουν του τομάρι'ς!!!
ΒΟΉΘΕΙΑ καλέ φωνάζω ο δυστυχής..
κανένας άνθρωπος;;δεν βρίσκεται κανείς;;
να με γλιτώσει απ'του αθίγγανου το μένος;;
Ω Ι Μ Ε που βρήκα αυτό το σθένος..
με το καρπούζι που καθόμουν γκουλουγκούτησα,
κάτω απ'το datsun να κρυφτώ..εκεί ακούμπησα,
ώσπου να φτάσει ένας ζούπερμαν λαχτάρησα,
νόμιζα η τέχνη πως εχάθη,πως ρεφάρησα..
είδες κατάντια;;;ο λόγος έγινε του δρόμου,
είπα ρεφάρησα Ω Ι Μ Ε εγώ επί πόνου,
έμεινα μόνος με το φρούτο αγκαλιά
το τρωγα και κλαιγα Ω Ι Μ Ε τι συμφορά
άκουσα τούτο απ'τον ήρωα το ζούμπερμαν(περαστικός φιλεύσπλαχνος νταβραντισμένος μπρατσαράς)
εσύ είσαι τέρι αρχιμά(αχ)λακα αοιδούμπερμαν;;
για σένα ο γύφτος με κατάντησε κομπόστα
με το κλαρίνο του μου χάλασε τη μόστρα;
ΆΛΛΟ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΘΑ ΠΑΩ ΝΑ ΔΟΥΛΕΨΩ
κι αυτό το χτύπημα της μοίρας θα δεχτώ
κατά μεσάγκαλα θα στρέψω το κορμί μου
η κάρια θέλει ω! τι ντροπή ένα κηπουρό.. (κάρια ..τέως γυναίκα μου..Πόπη)
[B]Στα χέρια τη μωρής[/B](εξαδέλφη μου ελένη ή αλλιώς μπουλντόζα)
Περπάταγα στο δρόμο κι όλο πήγαινα,
τι είχα δει σκεφτόμουν πιο νωρίς,
το φρούτο παραμάσχαλα..γαλήνευα,
μισό καρπούζι !!ήμουν ευτυχής.
Στην ατυχία μου που βρήκα τον αθίγγανο,
μ' αυτόν τον άγριο στ'αλήθεια είχα τρομάξει..
μου μειν'η τύχη αυτό το έδεσμα..ευοίωνο..
ήταν το μέλλον μου..προμήνυε ..μια τάξη.
Τι είχα ζήσει τελευταία Ω Ι Μ Ε,
Μου είχαν μείνει οι σαγιονάρες και το φρούτο,
φθαρμένα ρούχα που φορείς τέρι αοιδέ,
στην εθνική ω!περπατείς ώρα μηδέ(ν).
Μηδέ Αμερσούδα αλί κι αλί μου,
μηδέ σαρδελομάνα..να γράψω
μου'ρθε ξαφνικά ένα μικρό παιάνα,
που να μιλάει για τα δεινά
της τύχης μου της μαύρης,
σαν να'μουν γιος της αδελφής,
της θείας της Εκάβης..
Που πας ρε άπλυτε ακούω ο ποιητής,
που πας ατάλαντε ;;;φωνή γνωστή απεχθής,
που πας ρε όνιδος;;;στα χάλια αυτά που πας;;;
το Liebhier άφησε μία οσμή καπνιάς..
Αυτή ήταν Θέ μου!Θεέ μου θα με σώσεις;;;
αυτή η ξαδέλφη η.. φορτώσεις-εκφορτώσεις,
αυτή η κινούμενη απειλή με τον κουβά..
του θειού του Παύλου το καμάρι!ω!συμφορά!
Είμαι ενήλικας με θάρρος της φωνάζω,
που βρήκα τόλμη κι αρετή;;πως με θαυμάζω,
ανέβα πάνω ρε -μου λέει -μη σε μάσω
και με την άσφαλτο μαζί σε κουβαδιάσω.
Εν οίδα μαύρη μέρα ξημερώνει,
βρυχάται κι ένα σύγκρυο με ζώνει,
αυτή η τρελή αφρίζει από παιδί,
θυμάμαι μου'τρωγε η απαίσια το ψωμί..
Στα παιδικά μου τα βιώματα η ευθύνη,
στα εφηβικά μου τα συμπλέγματα εκείνη,
την πρώτη νύχτα του έρωτά μου μια μπουγάτσα
μου'χε πετάξει απ'το παράθυρο και σάλτσα.
Ελένη ..δύναμαι εν τέλει για εργασία..
της κατευνάζω το θυμό με παρρησία,
με κυριεύει η επιβολή..δυο μάτια άγρια,
μ'έχουν καρφώσει όλα του νου της τα σκοτάδια.
Σε πέντε μέρες που θα φτάσουμε εγώ,
εγώ ο τέρη ο αοιδός θα εργασθώ,
ήδη μ'ανάγκασε τα γράσα να σκουπίσω,
αλίιιιιι τι πρόκειται αλίιιι ξανά να ζήσω..
αλί αλί και τρις αλί..αυτό που με πονεί,
δεν είναι που με φόρτωσε μ'ευθύνες η τρελή
δεν είναι που με λάδια μηχανής πασαλειμμένο,
το ερμάρι μου πια μοιάζει..στουπί..Ω Ι Μ Ε χεσμένο..
είναι που μες τον πανικό,παράτησα το φρούτο,
κι όσο να πεις να!πείνασα με κέινο και με τούτο.
τέχνη την τέχνη μου κανείς δεν εκτιμάει
αυτή η ζωή μου με φορτώνει και με πάει,
ορίστε τώρα σ'ένα liebhier του συρμού,
πηγαίνω ο τέρι ο ποιητής αλλού ντ'αλλού.
Δεν θα 'πρεπε στη σκάλα του Μιλάνου,
να μ'ερμηνεύει μια υψίφωνος Ω Ι Μ Ε
κι όχι να βρίσκομαι στα χέρια της Ελένης,
αυτής της εύθικτης μωρής κι αλλοπαρμένης...
Δημοσίευση στο stixoi.info: 14-01-2009 | |