Η καρδιά ενός πλατάνου Δημιουργός: rosestar, Ελευθερία 25/1/2009 Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info [color=red][B] Η ΚΑΡΔΙΑ ΕΝΟΣ ΠΛΑΤΑΝΟΥ[/B][/color]
[B][color=purple]Κάποιος γεωργός κάποτε,πριν πολλά χρόνια φύτεψε έναν μικρό πλάτανο για να ομορφύνει το μέρος στο οποίο κατοικούσε.Άνθρωπος της φύσης, που ήθελε να αυξήσει το οξυγόνο,να δώσει περισότερη ζωή γύρω του.Αργά και σταδιακά με τη βροχούλα,το δεντράκι έβγαλε ρίζες στο χώμα,που απλώθηκαν γερά και έγιναν βάσεις και ισχυρά θεμέλια.Ο νεαρός γεωργός απεδήμησε,εγκαταλείποντας αυτόν τον κόσμο.Ο πλάτανος γέρασε και αυτός.Τα κλαδιά του όμως ακόμα πλούσια και φουντωτά,άπλωναν τα "χέρια" τους,με φόντο το γαλάζιο ουρανό,επισκέπτοντάς τον τα άγρια πουλιά που έβρισκαν εκεί καταφύγιο.Έφτιαχναν φωλιές και εκείνος σαν παππούς αγκάλιαζε τα εγγόνια του με τα ροζιασμένα του χέρια και τους διηγούταν παραμύθια.Κάτω από τον ίσκιο του,ξαπόσταινε ο διαβάτης,βάζοντας μια πέτρα στο προσκέφαλό του για μαξιλάρι. Σαν ομπρέλα τον προστάτευε από τον ήλιο και την βροχή.
Μα τα πουλιά σταμάτησαν να κελαηδούν,τον εγκατέλειψαν όλα,γιατί παραπέρα βρισκόταν ένα τεχνητό άλσος με περισσότερα δέντρα.Εκείνα είχαν και παγκάκια για τους διαβάτες,ο χώρος αναψυχής είχε πάμπολες ανέσεις.Ο πλάτανος ένιωσε μόνος,και το θρόϊσμα των φύλλων του,του ήταν η μόνη συντροφιά μέσα στην ερημιά! Μα έμενε εκεί όρθιος στον κορμό του,μέχρι την τελευταία του στιγμή.Ένα μπουρίνι ήρθε από το πουθενά,φύσηξε δυνατά και του έσπασε κάποια κλαδιά. Κάποιος φτωχός ξυλοκόπος, περνούσε τυχαία από εκεί και βρίσκοντας τα χαμόκλαδα,τα σύλλεξε ως προμήθεια φωτιάς για τις κρύες μέρες του Χειμώνα.
Ήταν μία παγωμένη νύχτα του Μαρτίου,όταν κάποιες λάμψεις άστραπταν και βρόνταγαν στον σκοτεινό ουρανό.Έμοιαζαν σαν φλόγες που ξεπετά κάποιος παλιός αναπτήρας,στην προσπάθειά του να ανάψει.Ξαφνικά,ένας κεραυνός έπεσε με ορμή και εκδικητικότητα στον γερασμένο πλάτανο και εκείνος άρχισε να λαμπαδιάζει και να γίνεται παρανάλωμα του πυρός.
Άρχισε να φλέγεται σαν πασχαλιάτικη λαμπάδα,κάνοντας την νύχτα μέρα.Τα πουλιά ξύπνησαν μέσα στα έλατα που κοιμόντουσαν. Πέταξαν γύρω του και περιπαιχτικά του τραγούδησαν [I]:"Πλάτανε,έχε γεια"! [/I][I][B]Τι εμπαιγμός,αναλογίστηκα.Αφού απέμεινε ένα κούτσουρο,χωρίς ζωή,ομορφιά και ελπίδα πια να έχει! Γιατί τον περιγελούν; Εκείνα έχουνε φτερά και πετούν ψηλά! Αν δεν είχαν,θα μπορούσαν να πετάξουν [I][B]ή θα καίγονταν και αυτά[/B][/I];[/B][/I]
Ο ξυλοκόπος το πρωϊ το βρήκε πλέον αποκαϊδι.Γιατην βοήθεια που του πρόσφερε όμως, με τα λιγοστά του κλαδιά που ζέστανε την οικογένειά του, φύτεψε πολλούς πλατάνους.Με την πάροδο του χρόνου,πύκνωσαν όλοι,έγιναν δυνατοί και ευχαρίστησαν τον ξυλοκόπο, γιατί αν δεν θυσιαζόταν τότε εκείνος ο άτυχος πλάτανος,εκείνα δεν θα ήταν τώρα φυτεμένα και έχοντας ζωή.[/color][/B]
[color=fuchsia][B]Ο κόσμος μέσα από τα καστανά μου μάτια.
Ελευθερία 23 ετών[/B][/color]
Δημοσίευση στο stixoi.info: 26-01-2009 | |