Ραντεβου με φαντασματα μιας πολης

Δημιουργός: rakenditos

(προς τους σχολιαστες:εχετε δικιο , αλλα εγω gια το δικιο σας δε δινω δεκαρα)

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

(9.30)

.....Αυτο...Οχι...
.....Χμ...ουτε και αυτο...
.....Κουρελι...
.....Α!...ναι...

Τραβαω με σεβασμο το καλο μου , το μπεζ παντελονι απο την ντουλαπα.
Το φοραω.
Ψανω ενα πουκαμισο να παει μαζι του και νοιωθω ενταξει.
Κασκολ καθαρο και τσιχλα απο μεντα
να μην σου βρομαω.
(αυτο βεβαια ,ειναι πεταμενα λεφτα καθως σε αυτες τις περιπτωσεις ποτε δε μιλαω...
Οσο για το φιλι...
Ας μη γινεται λογος..)

Στο ασανσερ με προβληματιζει η χωριστρα.
Δεν θα θελα να με δεις πιτσιρικα σε τουτο το χαλι.

Και ειναι στ αληθεια εφιαλτης
εγω ,σ ασανσερ να μενω κλεισμενος

με μια χωριστρα στραβη να πεταει
και τρεις καθρεφτες ρουφιανους να δειχνουν εμενα
στο μαυρο μου χαλι.
Εφιαλτης.

(9.45)

Ανοιγω την πορτα πατωντας τυχαια λογαριασμους θυμωμενους και αφισες
απο μια ευκαιρια που δεν θα με παρει.

Να παρει.

Οι Αφγανοι στα σκουπιδια γυρναν πος τα εμενα.
Κατι λενε σιγα
και επειτα παλι κοιταν σιωπηλοι να δουν που θα παω.
Δεν λεω.

Ειμαι και εγω ενας ζορικος τυπος

μα για μια στιγμη το στομαχι μου σφιχτηκε
καθως ολοι γνωριζουν πως οι ασιατες βαραν στο κεφαλι.

Και ας μην ξεχναμε
πως φοραω το καλο μου το μπεζ παντελονι
και ετουτοι βουταν ολη μερα
στ αρρωστημενα και αθλια σκουπιδια μας γυρευοντας κατι.

Σε αυτες τις περιπτωσεις ,πρεπει να κανεις πως ταχα ποτε δε τους ειδες
μα αν τυχει το βλεμα σου και βρει το δικο τους
να δειξεις κακος και κοιτα με μισος.

Το κολπο μου πιανει.

Περνω προσεχτικα τις σκισμενες σακουλες
και την εμμετικη μυρωδια των λιπαρων φαγητων μας.

-Κοιταχτε!!
(φωναξε ενας μικρος ποντικος)
Καποιος εστειλε εδω μια καμενη μπριζολα!!
-Ασε τον πουστη να περασει και θα την μοιραστουμε στα ισα.
Και οσο για εκεινον...
θα του σκισω τον κωλο αν τυχον τον πιασω το βραδυ.

Το βραδυ.

(10.00)

Τι κανεις το βραδυ?
Εγω συνηθως ακουω τον κοσμο απο τον δευτερο οροφο
και οταν πειναω
ξεπαγωνω και ψηνω το φαι που μου στελνουν.

Σημερα εκαψα μια μπριζολα για εσενα.

Μιλουσαμε στο τηλεφωνο.
Εγω προσπαθουσα να κανω την φωνη μου να ακουστει βραχνη
μα οχι αστεια
και ρωτησα αδιαφορα "τι κανεις το βραδυ?"
Μου ειπες "δεν ξερω"
σου αρεσει να βγαινεις ,
και προτεινα αν θελεις
να παμε σε εκεινο το μπαρ που παιζει με φωτα σβησμενα
μια μουσικη που φοβαμαι μισουμε και οι δυο.

[i]Εκεινη ακριβως την στιγμη ,
ενιωσα το κρεας μου να φλεγεται,
τι εικονα φριχτη το τεμαχισμενο απομειναρι
να πιανει φωτια στην γιορτη των κανιβαλων
να γινεται σταχτη....[/i]

Μα εκρεμει μια απαντηση
και μενω εκει.Γιατι δεν απαντας?
"ενταξει..στις δεκα..στην γωνια.."

Στριβω την γωνια κοιτωντας με την ακρη του ματιου μου την γυναικα του διαχειριστη
που ακολουθει απο πισω.
Εχει βγαλει βολτα αυτο το κωλοσκυλο.Ενα ασπρο κακομοιρο χαλι
με ροζ κοδελιτσες και ουρα κουρεμενη.

Της μοιαζει.

Πως διαολο το λεει?Φελιτσια?Ποιος ξερει!

Ενα ονομα αστειο για ενα σκυλι
που τρωει κονσερβες και παει στον κουρεα.

[i]Τα μαλλια της ανεμιζουν στον αερα που τωρα φυσαει
και οι μπουκλες που εφτιαξε σιγα ξεθωριαζουν
καθως επιμενει να ταβαει το λουρι
και μεσα στο βραδυ
να ψαχνει για αιμα.[/i]

Η σκυλα.
Νομιζω πειναει καθως λιγωμενη ροκανιζει το ποδι ενος μικρου ποντικου
και η κυρα σαστισμενη της λεει να σπασει.

"Σας το χω πει καλη μου Ελενη
σκυλια σαν κι εσας
δεν τρωνε ανθρωπους"

Σας μιλαω ειλικρινα ,
γελασα τοσο
που μου ρθε να κλαψω.


(10.30)

Κλαιω.
Σας το πα πως ειμαι ζορικος τυπος
μα κλαιω οταν χανω.

Δεν εχω καρδια , και οταν με αφηνεις
δεν κλαιω για εσενα
μα κλαιω που αντεχεις να ζεις μακρια μου.

Και αργεις.
Η ωρα ειναι δεκα και μιση.

Η σχολη πολεμικων τεχνων εχει ηδη σχολασει
και οι μπαμπαδες κουβαλανε στην πλατη την
λευκη στολη των μικρων δολοφονων.

Να μαθεις να δερνεις μικρε μου εφιαλτη
και μην μου αφησεις ποτε καποιον αλλον
κακο και τον πουστη
ποτε να σου κανει.

Μαθημα χρησιμο , αληθεια
μα αγνωστο τοτε που ημουν παιδακι.


Ενας απο αυτους χαστουκιζει με τροπο
και λεει στον γιο του

-Σου το χω πει χιλιες φορες να μην χτυπας τα σκυλακια

ζηταει συγνωμη απο την γυναικα του διαχειριστη και ανοιγει την πορτα
να μπουνε στο αμαξι.

Ενας γερος διεσχισε την πλατεια με τα χερια στις τσεπες
σφυριζοντας μονος μεσα στο βραδυ
καθως γυρω οι καπνοι που αναβαν στην πολη
κυκλωναν τα λογια που ειπε για αστειο
"........."


(10.55)

Κοντευει εντεκα και ο αερας εκανε την χωριστρα μου χαλια.

Σε κοιταω να γελας μεσα στο μπαρ της γωνιας.
Δεν θα μασταν μονοι?

Τα μαυρα σου ισια μαλλια γυαλιζουν στο φως
που γλισταει και σπαει το σκοταδι.

[i]Εχεις προσωπο βαμμενο.
Το ξερω καλα πως
εχεις προσωπο βαμμενο.[/i]

Τα ματια σου λαμπουνε γεματα με κατι
που τα θολα τα δικα μου δεν ειδαν ποτε.

Χαμογελας και κατι
μου λεει πως εισαι ενταξει.

Εκαινος σε πιανει τρυφερα απο τους ωμους , γυρνας το κεφαλι
και με ενα φιλι του ανοιγεις την πορτα.

Ειναι φρεσκοκουρεμενος και φοραει ενα υπεροχο ακριβο παντελονι
στ αληθεια καλυτερο απ αυτο το δικο μου.

Χορευετε εκει και εγω κανω μεταβολη και φευγω.
Χαλαλι.



(11.00)

Στεκομαι γυμνος στο μπαλκονι του δευτερου οροφου
και βλεπω μιαν αλλη ζωη να παιρνει κεφαλι.

Οι καμιναδες φυσαν κουρασμενες το σημα καπνου
να ρθει να τις σωσει.
Μιαν αλλη βροχη.
Απο ολα τα λαθη.

Τα σκουπιδια κοιταν τρομαγμενα μια παρεα ασιατων
να τρωει ζωντανο ενα μικρο , αστειο σκυλακι

και ποντικους νηστικους να ψηνουν μπριζολες στην μικρη μου κουζινα.

Μια οικογενεια σφαζεται με λαβες του καρατε,

και εσυ , Ελενη , σε ενα δωματιο εφηβικο
γδυνοσουν για εκεινον.







(00.00)







[i]Την ωρα που εγω ,
εβδομηντα χρονων ,
διεσχιζα μονος
τις αδειες πλατειες
της ερημης πολης...[/i]
"........"

Δημοσίευση στο stixoi.info: 27-01-2009