Τα ξεστρατισμένα όνειρα

Δημιουργός: poetryf

Χρειάζονται ξεπροβόδισμα για να βρουν το δρόμο τους... Καλό ξημέρωμα στιχούπολη!

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Έχει μια αλλιώτικη θαμπάδα η νύχτα τούτη’
κρυμμένοι περαστικοί σε καταδιώκουνε στα καλντερίμια
ζητώντας απ’τη τσέπη σου διόδια
μη ξέροντας πως έχεις χέρια αδειανά.

Είναι και άφθονη η αχλύ κι όλα τα κρύβει...
Πέφτει και καμακώνει το αθέατο σε όψεις
μικρές σελήνες για να μοιάζουνε οι άνθρωποι
Ίσα και στέκεται ως άνεμου φτιασίδι
πάνω από θέες και σκιάσεις
ίσα να δείχνονται του δρόμου οι γραμμές να σ’οδηγούν

Κι όπως πηγαίνεις
έτσι σκυφτός,
άκρη την άκρη στο περβάζι
ξάφνου φυτρώνουνε οι γραμμές να σε ορίσουν
λες και τις έσπειρε το χέρι του θεού
να σου θυμίζει ότι είσαι ακόμα
αυτό που ήσουν πάντα
Πεπερασμένο, τρισδιάστατο πιονάκι μέσα στα άπειρα τετράγωνα
της πιο ανοιχτής σκακιέρας του ουρανού.

Ίσως γι’αυτό απόψε όλα μοιάζουνε μαυρόασπρα
σκηνές παλιάς- καλής- ελληνικής ταινίας
Τότε που οι άνθρωποι αγαπιόντουσαν πιο έντιμα, πιο αθώα
Ίσως γεννήθηκα σε λάθος έγχρωμη εποχή
Ίσως να μην αντέχω τους επίπεδους σικ ήρωες
που στήνονται σε μέγεθος θεριού
σ’οθόνες πλάσμα

Το πλάσμα είναι έννοια για’μένα ιερή’
Ο πλάστης το οσιότερο εκτόπλασμα
σε πλάση χοντροειδέστερη και χωροχρονική
Μάλλον φαντάζομαι το χώμα να αβγατίζει και να φτιάχνει σώματα
όσο ο πηλός κολλά συρρικνωμένος μες στα χέρια αυτού που πλάθει

Έτσι εγώ έχω την εικόνα της δημιουργίας στο μυαλό μου
Να μη χρειάζεται μέρες εφτά για να χτιστεί το σύμπαν
μα να απαιτείται μια αλυσίδα από χέρια και ανάσες
Χέρια ελεύθερων που σμίγουν για να φτιάξουν αλυσίδα στη στιγμή
δεσμώτες του πιο τέλειου ανθρώπινου κανόνα, της αγάπης
Στόματα σ’όλα τα χρώματα
που εμφυσούν με το φιλί τους τη ζωή σε ασφυχτιούχους

Περπατώντας ,
ακούμπησα το βήμά μου στην άσφαλτο
Τεντώθηκα σα να’μουν αστραπή
κι έφτασα να ξεκολλήσω από τη νύχτα το φεγγάρι.

Τώρα έχω ένα μαύρο ουρανό, μια σκούρα υπόληψη
μα κάποια φεγγερή στο μέρος της κοιλιάς –Ψυχή
Για να βαδίζω χωρίς να φοβάμαι.
Δεν βλέπεις;
Τ’αστέρια ρίχτηκαν μόνα τους μες στις φούχτες μου
και βρήκα ρέστα να πληρώσω τα διόδια.
Μέχρι που φτάνουν για να ξεχρεώσω
κι εκείνον ακόμα τον περαστικό
που ήρθε σκιοφόρος και με φίλησε με φως.
Όχι πως του χρωστάω
αλλά έτσι,
για να δείξω ότι υπάρχω εν τοις χρήμασοι κι εγώ.
Τώρα ξημέρωσε η οκτάνα
Τώρα, πρέπει επιτέλους να ευχηθώ και στα όνειρά μου
«Καλό δρόμο»...



Δημοσίευση στο stixoi.info: 10-02-2009