Ο εφιάλτης της ενηλικίωσης

Δημιουργός: poetryf

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ξημέρωσε αργά και σκοτεινά
στεκόταν μόνη της σε στυλ αμπαζούρ έξω απ'το σπίτι
δίπλα της πέρναγαν νωθροί περαστικοί
με εφημερίδες, με καφέ και με τσιγάρο στο χέρι
Διάβαζαν φαίνεται όσα οι ίδιοι δεν μπορούσαν να ποιήσουν
έπιναν τάχατες μια πικρογεύση που τη λάτρεψαν επί ποδός
Κάπνιζαν όσα είχαν ξεχάσει στα τεφτέρια κλειδωμένα

Ξημέρωσε αργά και σκοτεινά'
το ξύλινο παγκάκι καλοδέχτηκε τη σκέψη του κορμιού της
κι είχε να πει πολλά
-Όσα ακριβώς τα κύτταρα εξομολογούνται τις νύχτες στο πνεύμα-
Νομάδες πέρασαν, κανείς δεν την κοίταξε
Περνούσαν κάποιοι αφηρημένοι
κάποιοι άλλοι βιαστικοί
και μια μερίδα χωρίς να υπάρχει

Ξημέρωσε αργά και σκοτεινά
Ημέρα του σκοπού και της επίλυσης των πάντων
Θα έκλεινε τώρα τα δεκαοχτώ
Κεράκια βουτηγμένα σε μια τούρτα από ψέματα γλυκά
ζαχαρωμένες ψευδαισθήσεις , να την πείσουν
πως τώρα άρχιζε η ζωή κι έπρεπε να 'ναι εκεί

Της φέρανε λοιπόν την τούρτα
σχήμα καρδιάς , γεύση από αίμα
Κι αυτή μ'ενα άσπρο πρόσωπο σημαδεμένο από το φως
στεκόταν μόνη της σε σχήμα φεγγαριού
μέσα στο σπίτι
Την πήρε κάποιος απ'το χέρι κι ηλεκτρίστηκε
Έξω πια νύχτωνε γοργά και φωτεινά

Τον κοίταξε όπως πάντα μες στα μάτια
βρήκε στο βλέμμα του ένα ζευγάρι από( )λαβές
κι αρπάχτηκε σαν ήμερο αγρίμι
Πως τάχατες ξεπλήρωσε ό,τι χρωστούσε στην καινούρια της ζωή:
λογαριασμούς, υποχρεώσεις, μαχαιρώματα.
Πως Τάχα μου αρνήθηκε εκείνο το παιδί μ'ενα και μόνο φύσημα ασθμαίνον

Τη νύχτα έπαιζε ακόμα στον παιδότοπο ανέμελη
και με το γόνατό της ματωμένο τραγουδούσε.
Πρωί πρωί μεγάλωσε κι έπρεπε να σοβαρευτεί.
Το ξημέρωμα είδε για πρώτη φορά τον εφιάλτη της ενηλικίωσης
Ξύπνησε μόνη και στεγνή
Με μια σιωπή που έσταζε ιδρώτα.


Δημοσίευση στο stixoi.info: 17-02-2009