Ο αδύναμος γκουρού

Δημιουργός: Ανδρέας Ανδρέου

Στα παιδιά που ήταν εκείνο το βράδυ στο GURU στην Αγία Νάπα και σ'αυτήν...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ανεβαίνω μια σταλιά στα ουράνια σώματα
και κατεβάζω στο κορμί μου
δυο ρουφηξιές ναργιλέ πλάϊ στο ντιβάνι.
Νιώθω τα κύτταρά μου να μου κάνουν παράπονα
-ήταν αθώα ως αυτή τη στιγμή-
και τ΄ αγαπάω.
Λέω το βράδυ μιας χαράς (την ορίζεις)
στο ημερολόγιο εμπειριών (δεν υπάρχει)
που όλο μου λέει να τα παρατήσω (δεν το κάνω)
γιατί η κοπέλα που καθότανε πίσω μου (σα νεράϊδα)
είχε πλέξει τα πόδια της στο σβέρκο μου.
Έτσι γίνεται πάντα.
Ρουφώ την αγάπη
από τους παρείσακτους της ζωής μου
και μετά αγαπώ δεινά τα σώματα.
Είναι κι ένα που θέλω
να μου δοθεί ανεπαίσθητα
και να το ψαχουλέψω σαν με μάτια κλειστά,
μα όλο φεύγει
σα μυρωδιά από τούρκικο καφέ.
Ξεντύνομαι αυθάδικα και ριζοσπαστικά
με μια απαλή οικειότητα
που μόλις και γίνεται καταληπτή
στη ζωή του ταλαίπωρου κόσμου.
Πάλι γλιστρούν οι αισθήσεις μου
ανεξέλεγκτα και παράτολμα
σα γλυκιά απρόσκλητη ημικρανία
και υποδέχομαι ανοικτά τη ματαιότητα
σαν ξένο που περίμενα καιρό.
Πώς να μην γίνει αισθητή η παράταση;
Ενώνω τις παλάμες με τα φώτα σβηστά
που είναι οι ΄΄άνθρωποι;’'
Όποτε λέω αυτή τη λέξη
μυρμηγκιάζει το κορμί μου.
Τι έχει πυροδοτήσει τα κύτταρά μου;
Αχ ναργιλέ τί μου κάνεις…
Υποβάλλομαι στα χάδια μιας αντίφασης
και σκέφτομαι αν ίσως είμαι αυτό.


Αστυάνακτας.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 09-03-2005