Μαριονετα Δημιουργός: Ξεθωριασμένη Αστερόσκονη Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Μαριονέτα στον ψεύτικο κόσμο
της ντροπής,
εγώ δεν γίνομαι.
Η καρδιά μου κτυπάει αυθόρμητα,
δίχως να παρακινείται
από δόλιες ‘αγάπες’
και βλέμματα ‘αθώα,’
που κρύβονται
μήπως το φώς της αυγής
την αποκάλυψή τους φέρει.
Μαριονέτα στον κόσμο
της επιτιδευμένης λήθης
εγώ δεν γίνομαι.
Θυμάμαι γιατί πολύ αγάπησα
του χθες τις ένδοξες στιγμές,
γιατί πολλά έμαθα απ’του τώρα
τις αποκαρδιωτικές ενέδρες.
Μαριονέτα στο ατέλειωτο θέατρο
του βουβού όχλου,
εγώ δε γίνομαι.
Δεν υποκρίνομαι, τη ‘μάσκα’ μου
στις φλόγες του πάθους μου καίω.
Το δάκρυ αφήνω,
το πρόσωπο που βράζει να δροσίσει.
Το δάκρυ αφήνω,
στην καρδιά να κυλήσει
και το ‘είναι’ μου
απ’το φόβο της απόρριψης να καθαρίσει.
Μαριονέτα σε μια φθηνή παράσταση
για ανίδεους θεατές
εγώ δε γίνομαι.
Προτιμώ να χάνομαι
στης μοίρας την αιώνια θλίψη.
Προτιμώ στο κενό της αυταπάρνησης
να βυθίζομαι,
και στην άνιση μάχη της δικαιοσύνης
με όλα μου τα όπλα
-μέχρι το τέλος- να παλεύω.
Μαριονέτα σε σκηνή
που από ζήλεια τρίζει,
εγώ σε γίνομαι.
Καλύτερα το αίμα
απ’τα σπλάχνα σα νερό να τρέχει,
και στ’ανήσυχα όνειρά μου
κόκκινους λεκέδες να αφήνει.
Το μαχαίρι ατάλαντων της ζωής ηθοποιών
το λαιμό καλυτερα να γδέρνει
και τα λόγια να εμποδίζει,
παρά στις ουλές να χώνεται
και τις πληγές της ραγισμένης μου καρδιάς
να μεγαλώνει.
Μαριονέτα σ’ένα κόσμο
που μυρίζει κολακεία
εγώ δε γίνομαι.
Την πικρή γεύση της στεγνής αληθειας
προτιμώ να ανέχομαι,
γιατί οι λέξεις
σε επικίνδυνα τανγκό σε παρασέρνουν
κι ύστερα δολοφόνοι γίνονται
σαν το σκοτάδι πέσει.
Μαριονέτα σε μια πραγματικότητα
που μοιάζει να τaλαντεύεται
μεταξύ φθόνου κι αγάπης,
εγώ δε γίνομαι.
Αγαπάω γιατί μονάχα έτσι
το κενό μες στην ψυχή μου
μοιάζει να γεμίζει.
Δεν περιμένω αγάπη από κανένα.
Ο φθόνος απλώνεται στον αγέρα
όπως το μεθυστικό άρωμα του υάκινθου
που τα ρουθούνια σου τρυπάει και σε ζαλίζει.
Μαριονέτα δε γίνομαι,
σε μονότονα τραγούδια της ζωής
για να χορεύω.
Προτιμώ ανόητους στίχους
στους τοίχους να γράφω,
μήπως και έτσι συγκινήσω
στενόμυαλους κι ανένδοτους ανθρώπους,
που η αναλγησία μοιάζει να τους λούζει.
Παρά τα πονεμένα βλέμματα να προσπερνώ,
την ‘περηφάνεια’ μου έτσι
προσπαθώντας να κρατήσω,
καλύτερα στα μάτια τους εχθρούς μου να κοιτάζω,
μήπως και την όψη μου
στον καθρέφτη της ψυχής τους
δω ν’αντανακλάται.
Μαριονέτα πίσω από τις γκρίζες κουρτίνες
του ανώφελου εγωισμού,
εγώ δε γίνομαι.
Βαριανασαίνω, και την καρδιά μου
μια περίεργη έλξη για ζωή τυλίγει.
Δεν περιμένω πως θα καταλάβουν.
Δεν θα καταλάβουν,
και δεν θα καταλάβετε,
και (ίσως) δεν θα καταλάβεις.
Κοιτάζω τα ονειρά σας να εξατμίζονται
στον πρωινιάτικο ήλιο,
τους ύπουλους πόθους σας
νεφέλη να γίνονται τα βράδυα.
Τίποτα να δείτε δεν μπορείτε.
Σας τύφλωσε η άπειρη αγάπη σας
για μια κοινωνία
που διάλεξε την εύκολη
και κατηφορική πορεία.
Σας φωνάζω και δεν ακούτε.
Μαριονέτες, λίγο πριν
τα φώτα σβήσουν,
ρουφάτε με πάθος τις τελευταίες
δοξαστικές επευφημίες.
Σας φωνάζω και δεν ακούτε.
Σ’ετούτη την τελευταία σελίδα
του βιβλίου μιας εποχής που ξεθωριάζει
την υπογραφή σας βιάζεστε να βάλετε.
Αν με ρωτάτε εμένα,
βιαστείτε ν’αγαπήσετε,
γιατί η ιστορία σας μου φαίνεται
πως άδοξο θα έχει τέλος…
Οι μαριονέτες στο βουβό όχλο του πλήθους όλο και πληθαίνουν. Κι αν για μια στιγμή νιώσεις πως κι εσύ κοντεύεις να τους μοιάσεις, στα μάτια κοίταξέ με. Μια σκληρή και καυστική όσο ποτέ αλήθεια, τα μάτια θα σου πουν. Πολλοί φοβήθηκαν ακούγοντας την, ίσως γιατί τους θύμισε μια πλευρά του εαυτού τους που ποτέ αυτοκριτική δεν κανει. Δεν είμαι πάνσοφη, ούτε τη ζωή αρκετά έχω αγαπήσει, ώστε να μπορώ συμπεράσματα να βγάζω. Μάλλον φτωχειά στη γνώση είμαι, άπειρη και άγουρη. Αλλά ό,τι ξέρω, καλά το ξέρω, κι ίσως το μόνο που ξέρω είναι πως τούτη η αλήθεια –σωστή μαρμάγκα- ίσως λίγο πριν το τέλος κάποιες άλλοτε συνετές μαριονέτες πίσω στον κόσμο της δικαιοσύνης μπορεί να επαναφέρει. Για όσες μαριονέτες χαθούν, εγώ δε φταίω. Προειδοποίηση έδωσα με (ανόητους) στίχους στους τοίχους. Με λόγια που την ποίηση μιμούνται κι ενώ φθηνά μοιάζουν, κάτι παραπάνω ίσως να αξίζουν.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 02-04-2009 | |