Η Κυριακή μιάς παντρεμένης Δημιουργός: χρηστος καραμανος, ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΟΣ ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΕΣ ΝΟΙΚΟΚΥΡΕΣ!!! Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Σηκώνεται πρωί-πρωί και αρχίζει τις δουλειές της,
πλυντήριο, σφουγγάρισμα οι πρώτες οι χαρές της,
κοιμάται ο αφέντης της, κοιμούνται τα παιδιά της,
κοιμάται και ο γκόμενος μακριά απ την αγκαλιά της.
-
Δουλεύει να μην σκέφτεται, πως είναι η ζωή της,
πως δεν ρωτάει πια κανείς, πως είναι η ψυχή της,
βάζει στο φούρνο το φαϊ, πούφτιαξε για τους άλλους,
πονάνε και τα πόδια της, απ τους μεγάλους κάλους.
-
Πιάνει και το σιδέρωμα, μπροστά στην τηλεόραση,
δεν βλέπει πια αυτή καλά, έχει μειωμένη όραση,
όλα τα πρωινάδικα ,της κάνουνε μοναδική παρέα,
πολλά νερά στα μάτια της, της φταίει η κεραία.
-
Το μεσημέρι έφτασε και όλοι την ζητάνε,
ψάχνουνε στην κουζίνα της, να δούνε τι θα φάνε,
μα αυτή είναι στο μπαλκόνι της, με κότσο τα μαλλιά της,
ζει με την φαντασία της, τινάζει τα βρώμικα χαλιά της.
-
Δίπλα της στέκει η γάτα της, μια φιλενάδα πρώτη,
μέσα από τα μάτια της, βλέπει καλά στα σκότη,
κι οι δυό τους ξερογλείφονται, γιατί στο απέναντι μπαλκόνι,
ένας νεαρός γυμνάζεται, κι ο γάτος του γλυκά τόνε δαγκώνει.
-
Το απόγευμα ξεπέρασε, κι ακόμα σιδερώνει,
η καρδιά της δοκιμάζεται επάνω σ ένα αμόνι,
της την χτυπάν με δύναμη όλοι της οι καημοί,
κι από τα σπλάχνα ξεπηδούν οι αναστεναγμοί.
-
Τηλέφωνο δεν χτύπησε, κανείς δεν την ζητάει,
ακόμη και η γάτα της πήγε αλλού να φάει,
τα παιδιά την εγκατέλειψαν, χωρίς να πουν που πάνε,
κι ο άντρας της διακριτικά, της λέει πως τον ζητάνε.
-
Έμεινε μόνη τελικά η δόλια η παντρεμένη,
είναι μέσα στο σπίτι της, μα νοιώθει σαν μια ξένη,
δεν πίστευε ποτέ αυτή, πως θα έμοιαζε χαμένη,
όταν ξεκίναγε η ζωή κι ήταν ερωτευμένη.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΟΣ
Δημοσίευση στο stixoi.info: 05-04-2009 | |