Someone knocked at the door | ||
Πάρε το στρατί και γύρνα πάρε το στρατί σου ‘φερα χρυσό και σμύρνα ήλιο και γιορτή Κάποιος χτύπησε την πόρτα μα ήταν ο βοριάς και χαμήλωσαν τα φώτα της παρηγοριάς Σιγοσβήνει το καντήλι της υπομονής κι έχω ανάψει το μαγκάλι μήπως και φανείς Κάποιος χτύπησε την πόρτα μα ήταν ο βοριάς και χαμήλωσαν τα φώτα της παρηγοριάς | Hit the road and come back, hit the road. I have brought you gold and myrrh, sunshine and celebration. Someone knocked at the door but it was the North wind, and they have burned low, the lights of consolation. Slowly it is burning down, the oil-lamp of patience, and I have lit the brazier just in case you appear. Someone knocked at the door but it was the North wind, and they have burned low, the lights of consolation. | |
Geeske © 18.03.2005 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info