There were eight or nine

Ήτανε οχτώ εννιά, φτιάχναν δυο ομάδες
και τις Κυριακάδες παίζαν στο στενό

Βούιζε η γειτονιά απ’ το φωνοκόπι
μπίσταγε το τόπι ως τον ουρανό

Μείναν ύστερα δυο τρεις σμίγανε ανάρια
τα πικρά τα βράδια της μουντής βροχής

Το διαλάγανε νωρίς με τα μάτια κάτου
με τα βάσανά του μίλαγε ο καθείς

Ήτανε οχτώ εννιά κι ένας έχει μείνει
λιώνει στο καμίνι της μικρής ζωής

Μα στην ίδια γειτονιά πάλι φωνοκόπι
πίσω απ’ το τόπι της χρυσής ζωής


There were eight or nine [of them], they made up two teams
and on Sundays they played in the alley

The neighbourhood was humming with the sound of voices
they kicked the ball right up to heaven

Afterwards, two or three stayed on, they met rarely
in the bitter nights of dreary rain.

they left each other early with their eyes cast down
each one speaking with their own troubles

There were eight or nine of them and one of them is left
he is melting in the furnace of the narrow life

But in the same neighbourhood, again, the sound of the voices
[sounds] behind the ball of the golden life.

Geeske © 28.06.2002

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info