oh my sun, i beg you | ||
Τα πουλιά τα βρίσκει ο χάρος στο φτερό, τα ελάφια όταν σκύβουν για νερό. Μα εμένα που ’μαι δέντρο μες στη γη με ξεριζώνει κάθε χαραυγή. Ήλιε μου, σε παρακαλώ, πες στους χαροκαμένους να κλαιν στης πίκρας το γιαλό για μας τους προδομένους. Σαν φονιάς τη μαύρη νύχτα ξαγρυπνώ, πίνω δάκρυ, πίνω πρόστυχο καπνό. Με μαχαίρια στην καρδιά μου δεν μπορώ να τραγουδήσω και να καρτερώ. Ήλιε μου, σε παρακαλώ, πες τους χαροκαμένους να κλαιν στης πίκρας το γιαλό για μας τους προδομένους. | birds – QhAROS (=personification of death) finds them on the wing (while flying) deers – while they stoop for water but me, a tree in the earth – he (=QhAROS) uproots me every daybreak my sun, i beg you, say to the death-burnt (=those afflicted by death) to weep, on the sea of bitterness, for us, the betrayed ones. as if a murderer, in the black night i stay awake i swallow tear, i swallow vile smoke with knifes in my heart i cannot sing or endure. my sun, i beg you, say to the death-burnt (=those afflicted by death) to weep, on the sea of bitterness, for us, the betrayed ones. | |
anuya, Diogenees © 24.05.2010 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info