I sette nani sul Cirenia (Kavvadias) | ||
Εφτά. Σε παίρνει αριστερά, μην το ζορίζεις. Μάτσο χωράνε σε μια κούφιαν απαλάμη. Θυμίζεις κάμαρες κλειστές, στεριά μυρίζεις. Ο πιο μικρός αχολογάει μ’ ένα καλάμι. Γυαλίζει ο Σημ της μηχανής τα δυο ποδάρια. Ο Ρεκ λαδώνει στην ανάγκη το τιμόνι. Μ’ ένα φτερό ξορκίζει ο Γκόμπυ τη μαλάρια κι ο στραβοκάνης ο Χαράμ πίτες ζυμώνει. Απ’ το ποδόσταμο πηδάνε ως τη γαλέτα. Μπορώ ποτέ να σου χαλάσω το χατήρι; Κόρη ξανθή και γαλανή που όλο εμελέτα ποιος ρήγα γιος θε να την πιει σ’ ένα ποτήρι. Ραμάν αλλήθωρε, τρελέ, που λύνεις μάγια, κατάφερε το σταυρωτό του νότου αστέρι σωρός να πέσει να σκορπίσει στα σπιράγια, και πες του κάτω από ένα δέντρο να με φέρει. Ο Τοτ, του λείπει το ένα χέρι μα όλο γνέθει, τούτο το απίθανο σινάφι να βρακώσει. Εσθήρ, ποια βιβλική σκορπάς περνώντας μέθη; Ρούθ, δε μιλάς; Γιατί τρεκλίζουμε οι διακόσιοι; Κουφός ο Σάλαχ το κατάστρωμα σαρώνει. Μ’ ένα ξυστρι καθάρισέ με απ’ τη μοράβια. Μα είναι κάτι πιο βαθύ που με λερώνει. Γιέ μου πού πας; Μάνα, θα πάω στα καράβια. Κι έτσι μαζί με τους εφτά κατηφοράμε. Με τη βροχή, με τον καιρό που μας ορίζει. Τα μάτια σου ζούνε μια θάλασσα, θυμάμαι... Ο πιο στερνός μ’έναν αυλό με νανουρίζει. Κουφός ο Σάλαχ το κατάστρωμα σαρώνει. Μ’ ένα ξυστρι καθάρισέ με απ’ τη μοράβια. Μα είναι κάτι πιο βαθύ που με λερώνει. Γιέ μου πού πας; Μάνα, θα πάω στα καράβια. | Sette. Ti prende a male, non lo provocare. Tutti insieme stanno in una palma vuota. Ricordi stanze chiuse, puzzi di terraferma. Il più piccolo cava suoni da una canna. Sim lucida le due basi del motore Rek lubrifica il timone quando serve. Con una penna Goby esorcizza la malaria e Haram lo sciancato lievita focacce. Saltano dal giardinetto fin sulla coffa - Te lo posso mai chiedere un piacere ? Una bionda figliola occhi azzurri che a tutto arriva quale figlio di re, per dio, può berla in un bicchiere. Raman, strabico, matto, che sciogli le malie, da' una botta alla stella del sud che è fatta a croce che venga giù in un mucchio a infrangere i finestrini, e dille di portarmi ai piedi di una pianta. Tot che è senza un braccio ma si sbraccia sempre, metta le brache a questa incredibile masnada. Ester, quale biblica sbornia dispensi al tuo passaggio Ruth, non parli ? Perché in duecento barcolliamo ? Salah, che non ci sente, spazza il ponte. - Con una striglia ripuliscimi dal minio - Ma c'è qualcosa di più profondo che mi sporca. - Figlio mio dove vai ? ai bastimenti vado, mamma E così andiamo giù insieme a questi sette. Con la pioggia, col fortunale a comandarci. Nei tuoi occhi c'è un mare vivente, mi ricordo... L' ultimo con un flauto mi fa la ninna nanna. Salah, che non ci sente, spazza il ponte. - Con una striglia ripuliscimi dal minio - Ma c'è qualcosa di più profondo che mi sporca. - Figlio mio, dove vai ? Ai bastimenti vado, mamma. | |
Gian Piero Testa, Gian Piero Testa © 27.11.2010 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info