Giovedì Santo (Gatsos) | ||
Αυτός που κρέμασε τον ήλιο στο μεσοδόκι τ’ ουρανού κρεμάται σήμερα σε ξύλο ίλεως, Κύριε, γενού και στ’ ασπαλάθια της ερήμου μια μάνα φώναξε "παιδί μου!" Με τ’ Απριλιού τ’ αρχαία μάγια με των δαιμόνων το φιλί μπήκε στο σπίτι κουκουβάγια μπήκε κοράκι στην αυλή κι όλα τ’ αγρίμια στο λαγκάδι πήραν το δρόμο για τον Άδη Θα ξανασπείρει καλοκαίρια στην άγρια παγωνιά του νου Αυτός που κάρφωσε τ’ αστέρια στην άγια σκέπη τ’ ουρανού κι εγώ κι εσύ κι εμείς κι οι άλλοι θα γεννηθούμε τότε πάλι | Colui che appese il sole alla trave del cielo dal legno pende ora, pietà, Signore, vivi. E tra i rovi del deserto una madre chiamò, figlio mio. Con le magie antiche di Aprile con il bacio dei demoni entrò in casa una civetta entrò un corvo nel cortile e tutte le fiere della valle presero la strada dell'Ade. Tornerà a seminare estati nella cruda gelata della mente Lui che inchiodò le stelle sul santo tetto del cielo ed io e tu e noi e gli altri torneremo allora a nascere. | |
Gian Piero Testa, Gian Piero Testa © 27.11.2010 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info