Os silêncios | ||
Στην πόλη τούτη πνίγομαι σαν οι σιωπές ξυπνούνε κι αρχίζουν να χοροπηδούν και να με καρτερούνε. Τρέχουν δε μ’ ακούνε και παραμιλούνε στα κρυφά γελούν έρχονται απ’ τα βάθη του καιρού που εχάθη και μας απειλούν. Πόρτες δεν ανοίγω τη φωνή μου πνίγω τις στιγμές κρατώ δεν μπορώ να φύγω λίγο να ξεφύγω στον παλιό καιρό. Η πόλη ετούτη χάνεται μεσ’ τις σιωπές του κόσμου μ’ άρωμα σαν ξεχύνονται βασιλικού και δυόσμου. | Na cidade esta sufoca como os silêncios despertam e começam a saltar e com ciladas. Correm sem me ouvir e falam em segredo riem vêem das profundezas do tempo que briga e nos ameaçam. Portas não abertas a minha voz me afoga os momentos seguro Não posso fugir logo parto nos velhos tempos. A cidade perdida dentro dos silêncios do mundo meu aroma derrama reis e mentas. | |
Marco Aurelio Funchal, Marco Aurelio Funchal © 16.01.2011 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info