Rechtfertigung | ||
Τότε λοιπόν αδέσποτο θ’ αφήσω να βουίζει το τραγούδι απάνωθέ μου Τα χάχανα του κόσμου, και του ανέμου το σφύριγμα, θα του κρατούν τον ίσο. Θα ξαπλωθώ, τα μάτια μου θα κλείσω, και ο ίδιος θα γελώ καθώς ποτέ μου «Καληνύχτα, το φως χαιρέτισέ μου» θα πω στον τελευταίο που θ’ αντικρίσω. Όταν αργά θα παίρνουμε το δρόμο, η παρουσία μου κάπως θα βαραίνει πρώτη φορά σε τέσσερων τον ώμο. Ύστερα, και του βίου μου την προσπάθεια αμείβοντας, το φτυάρι θα με ραίνει ωραία ωραία με χώμα και με αγκάθια. | Dann also, herrenlos werd´ ich das Lied über mich summen lassen, der Leute Gegacker und des Windes pfeifen werden ihm das Eben halten. Hinlegen werd´ ich mich, meine Augen schliessen und dabei selbst lachen wie nie zuvor, «Gute Nacht, das Licht grüsset mir» werde ich dem Letzterblickenden sagen. Wenn wir dann später den Weg einschlagen, meine Gegenwart wird gering beschweren -- zum ersten Mal-- der Vierer Schulter. Dann, auch meiner Lebensmüh´ belohnend, die Schaufel wird mich besprengen schön schön mit Erde und Dornen. | |
Γιαννης απο Freiburg © 19.02.2011 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info