Troya | ||
Πόσοι στο πέλαγος, πόσοι πνιγμένοι. Κι όσοι γυρίζοντας θα ναυαγήσουν Όλοι περίμεναν να σ`αντικρίσουν. Μονάχα ο θάνατος δεν περιμένει. Στις αμμουδιές, θυμήσου, οι πεθαμένοι, καθώς περνάς, γυρεύουν να μιλήσουν. Κείνα που χτίσαμε θα μας γκρεμίσουν. Μοιάζει να νίκησαν οι νικημένοι. Τούτη την Άνοιξη, κανείς δεν ξέρει ! Ο ποταμός μου γέμιζε το στόμα κι ο ήλιος με κρατούσε από το χέρι. Τ`άλογα γύρισαν χωρίς σώμα. Όταν ξανάρθαμε το καλοκαίρι, θε μου, πώς άλλαξαν οι πύργοι χρώμα. ! | ¡Cuántos en el piélago, cuántos ahogados! Y todos los que iban a naufragar al regreso todos ellos esperaban verte la cara Sólo la muerte no espera. En las playas, recuerda, los muertos según pasas intentan hablar. Lo que hemos construido nos derrumbará. Parece que vencieran los vencidos. Esta primavera nadie sabe El río me llenaba la boca Y el sol me llevaba de la mano. Los caballos han vuelto sin cuerpo. Cuando regresamos este verano ¡Dios mío, las torres cuánto habían cambiado de color! | |
Avellinou © 01.03.2011 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info