Once upon a time | ||
Ήτανε μια φορά μάτια μου κι έναν καιρό μια όμορφη κυρά αρχόντισσα να σε χαρώ Μια μικροπαντρεμένη κόρη ξανθή τον κύρη της προσμένει βράδυ πρωί Ένα Σαββάτο βράδυ καλέ μια Κυριακή τον ήλιο το φεγγάρι, καλέ, παρακαλεί Ήλιε μου φώτισέ τον φεγγάρι μου πάνε και μίλησέ του για χάρη μου Γυρίζει κι αρμενίζει καλέ στα πέλαγα τους πειρατές θερίζει καλέ και τους χαλά Στον ήλιο στο φεγγάρι και στη βροχή και μένανε μ’ αφήνει έρμη και μοναχή Γαλέρα ανοίχτηκε μάτια μου με το βοριά στη μάχη ρίχτηκε μάτια μου και στον καυγά Μέσα σ’ ένα σινάφι πειρατικό είδα φωτιά ν’ ανάβει και φονικό | Once upon a time, my dear, there was a beautiful lady queen. A fair girl, married young awaiting her lord, night and day. And on a Saturday evening, my precious, on a Sunday she pleads with the sun, my precious, she pleads with the moon. My sun, shine on him, my moon go and talk to him, for the love of me. He wanders and sails, my precious, across the high seas He mows down the pirates, my precious, and unmakes them. Under the sun, the moon and the rain And he leaves me all alone. A galley sailed, my dear, with the north wind and launched itself into battle, my dear, into fight. Within a pirate trade I saw fire burning and killing. | |
Yol © 16.11.2005 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info